Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τρεις Ιεράρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τρεις Ιεράρχες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Ανδρέα Αργυρόπουλου:ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ




Σε μια εποχή σαν την δική μας, όπου εκατομμύρια δολάρια δαπανώνται καθημερινά για πολεμικούς εξοπλισμούς, ενώ την ίδια στιγμή εκατομμύρια συνάνθρωποί μας αφανίζονται από την πείνα και τις αρρώστιες, ο λόγος των Τριών Ιεραρχών για τον πόλεμο και την ειρήνη, είναι πιο επίκαιρος από ποτέ. Το ερώτημα είναι: Ποιος τον ακούει;

Στην Ορθόδοξη πίστη και διδασκαλία, η ειρήνη είναι χάρισμα και δωρεά του Αγ. Πνεύματος, δώρο δηλαδή του ίδιου του Θεού στο εκλεκτό των δημιουργημάτων Του, στον άνθρωπο. Όπως μας λέει ο Απ. Παύλος «ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, Ειρήνη». Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί την ειρήνη «ουράνιο δώρο του Χριστού προς τους πιστούς». Ο Χριστός είναι για μας ο «άρχων της Ειρή- νης». Στην επί του όρους ομιλία Του, στους «Μακαρισμούς», οι ειρηνοποιοί αποκαλούνται «μακάριοι, ευλογημένοι, ευτυχισμένοι, άξιοι για τη Βασιλεία του Θεού», και θα ονομαστούν, όπως αναφέρει ο Ματθαίος, «παιδιά του Θεού» (Ματθ. ε’, 9). Στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη, συναντάμε δεκάδες αναφορές στην ειρήνη.

Στη Θεία Λειτουργία, που αποτελεί το κέντρο της χριστιανικής λατρείας, οι ευχές για την ειρήνη είναι συνεχείς. Μιας και η επικράτησή της πρέπει να είναι μέλημα όλων μας («υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», «υπέρ της άνωθεν ειρήνης», «τα έθνη πράυνον τον κόσμον ειρήνευσον», «εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν» κ.λπ.). Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει: «Τίποτα δεν αξίζει όσο η ειρήνη και η ομόνοια. Γι’ αυτό και όταν εισέρχεται ο Επίσκοπος, δεν ανεβαίνει στο θρόνο, πριν τους ευλογήσει όλους, για να έχουν ειρήνη, και αφού σηκωθεί, δεν αρχίζει το κήρυγμα, πριν δώσει σε όλους την ειρήνη. Οι ιερείς πάλι, όταν πρόκειται να ευλογήσουν, προηγουμένως εύχονται ειρήνη και ύστερα αρχίζουν την ευλογία. Ο διάκονος, τέλος, προτρέποντας τους πιστούς να προσευχηθούν, μαζί με τα άλλα τους παρακινεί στην αίτηση και για το εξής: να ζητούν άγγελο ειρήνης, και ειρηνική πορεία ζωής. Ακόμα, όταν τους κατευοδώνει στο τέλος της Λειτουργίας, αυτό τους εύχεται, λέγοντας τους να πορευθούν ειρηνικά. Με δύο λόγια, τίποτα δεν επιτρέπεται, ούτε να πούμε ούτε να πράξουμε, χωρίς την ειρήνη. Αυτή είναι η μητέρα μας, αυτή μας ανέθρεψε, περιβάλλοντάς μας με πολλή αγάπη και επιμέλεια» (PG 48, 870).

Η ειρήνη στους Τρεις Ιεράρχες

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν διστάζουν να μιλήσουν ανοιχτά και να καταγγείλουν τους υπεύθυνους των συγκρούσεων και των πολέμων. Για τον Χρυσόστομο, η πλεονεξία των πλουσίων, που έχει σαν συνέπεια την ανισοκατανομή των αγαθών, είναι η αιτία των κοινωνικών συγκρούσεων. Δεν είναι του Θεού «η γη και το πλήρωμα αυτής» (Ψαλμ. κγ’, 1). Αν λοιπόν όσα έχουμε ανήκουν στο Θεό, που είναι ο ίδιος για όλους μας, άρα ανήκουν και στους συνανθρώπους μας.  «Κοίταξε, σε παρακαλώ, το σχέδιο του Θεού. Έφτιαξε πολλά πράγματα κοινά, για να φιλοτιμηθεί το γένος των ανθρώπων βλέ- ποντάς τα. Έτσι, τον αέρα, τον ήλιο, το νερό, τη γη, τον ουρανό, τη θάλασσα, το φως, τ’ αστέρια, τα έδωσε να τα χαίρονται όλοι το ίδιο, σαν αδέλφια. Τα ίδια μάτια έδωσε σε όλους, το ίδιο σώμα, την ίδια ψυχή, όλα όμοια είναι φτιαγμένα... Πρόσεξε λοιπόν, ότι οι άνθρωποι δεν μαλώνουν για τα κοινά πράγματα, αλλ’ αντίθετα ζουν ειρηνικά. Όταν, όμως, κάποιος επιχειρήσει ν’ αρπάξει κάτι και να το κάνει δικό του, αρχίζει ο τσακωμός, σαν και η ίδια η φύση να αγανακτεί. Γιατί, ενώ ο Θεός με κάθε τρόπο μας αδελφώνει, εμείς, εν τούτοις, τσακωνόμαστε και χωριζόμαστε και αρπάζουμε για ιδιοκτησία και λέμε “το δικό μου” και “το δικό σου”, αυτές τις ψυχρές λέξεις. Έτσι ξεσπούν οι πόλεμοι, έτσι γεννιέται η αδικία στους ανθρώπους...» (Ομιλία 12 στην προς Τιμόθεον Α’, PG 62, 563’562).
Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί απαράδεκτο τα αγαθά της ειρήνης να χαίρονται ελάχιστοι άνθρωποι, ενώ χιλιάδες να αποκλείονται από αυτά (ΒΕΠ 55, 309). Σε άλλο σημείο, ο ίδιος ρωτάει: «Μέχρι πότε θα υπάρχει πλούτος, που είναι η αφορμή του πολέμου: Οι εξοπλισμοί γίνονται για την απόκτηση του πλούτου» (ΒΕΠ 54, 74, 6). Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, συμπληρώνοντας τον προβληματισμό του Μ. Βασιλείου λέει: «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότητα καταδίκη των πολιτών» (ΒΕΠ 59, 141). Για τον Χρυσόστομο, αιτία της καταστροφής της ειρήνης και της ενότητας των πιστών, είναι «ο έρωτας για τα χρήματα, την εξουσία και τη δόξα». «Τίποτε δεν συμβάλλει τόσο πολύ σε μάχη και σε πόλεμο, όσο ο έρωτας για τα παρόντα, όσο δηλαδή η επιθυμία για δόξα, χρήματα ή για καλοπέραση» (Ι. Χρυσόστομος PG. 55,343). Προϋπόθεση για την επικράτηση της ειρήνης στις σχέσεις ανθρώπων και λαών, είναι η αγάπη, όχι σαν θεωρητικολογία, αλλά σαν στάση ζωής. Η έλλειψη της αγάπης οδηγεί στην κοινωνική αδικία, που έχει ως συνέπειά της την αναστάτωση. «Εάν όλοι αγαπούσαν ο ένας τον άλλον αμοιβαία, σε τίποτα πλέον δεν θα μπορούσε κανείς να αδικήσει, τουναντίον, μάλιστα, και οι φόνοι, και οι μάχες, και οι πόλεμοι, και οι επαναστάσεις, και οι αρπαγές, και οι πλεονεξίες, και όλα τα κακά θα παραμερίζονταν, ώστε να φθάναμε στο σημείο να αγνοούμε ακόμα και ονομαστικά την κακία» (Ι. Χρυσόστομος, ΒΕΠ 61, 271).
 Οι Τρεις Ιεράρχες δεν κάνουν «ειρηνολογία», δεν ζητούν από τους πιστούς απλά να επιδιώξουν μια ειρήνευση εξωτερική, τυπική, ο στόχος τους δεν είναι η «ειρηνική συνύπαρξη» χωρίς περιεχόμενο. Η ειρήνη, αν μείνει μόνο στα λόγια, λέει ο Μ Βασίλειος, καταντάει κοροϊδία. Υπογραμμίζουν πως η ειρήνη συμπορεύεται με τη δικαιοσύνη και την αγάπη. Ξεκαθαρίζουν στα κείμενά τους, ότι μιλούν για την αληθινή ειρήνη, αυτή που ενώνει πραγματικά τους ανθρώπους μεταξύ τους και με Θεό.

 Ο Χριστιανός οφείλει να συγκρούεται με τους «τυράννους» που «νοσούν στη πίστη» (Γρηγόριος Θεολόγος) και όχι να έρχεται σε συμφωνία μαζί τους, χάριν του συμφέροντος. Σκοπός του Χριστιανού, βέβαια, είναι να ειρηνεύει με όλους, όταν αυτό είναι δυνατόν. «Διότι μερικές φορές δεν είναι δυνατόν. Όπως, π.χ., όταν η υπόθεση αφορά την πίστη στο Θεό, ή όταν ο αγώνας γίνεται γι’ αυτούς που αδικούνται. Αν δεις κάπου να κακοποιείται η πίστη, τότε μην προτιμήσεις την ομόνοια από την αλήθεια, αλλά στάσου αντιμέτωπος στο κακό με γενναιότητα, μέχρι θανάτου» (Χρυσόστομος, PG 60, 611). Η χριστιανική πίστη δεν μπορεί να ταυτιστεί και να συμβαδίσει με την «ειρήνη» των εκμεταλλευτών και των ασεβών, γιατί ακριβώς αυτή δεν είναι πραγματική ειρήνη. Είναι «ειρήνη» των λίγων, και όχι όλων των παιδιών του Θεού. Για τον άγιο Γρηγόριο «είναι προτιμότερος ο αξιέπαινος πόλεμος από την ειρήνη που μας χωρίζει από τον Θεό» (Γρηγόριος ο Θεολόγος, ΒΕΠ 58, 274,7). Και στην περίπτωση όμως αυτή, κατά τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, ο πιστός οφείλει να κάνει διάκριση μεταξύ προσώπων και αντιλήψεων. Να πολεμά δηλαδή και να συγκρούεται με καταστάσεις, αλλά όχι να μισεί και να αποστρέφεται ανθρώπους. Να μη μετατρέπει, δηλαδή, ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση, την ψυχή του σε πεδίο μάχης.

Εσωτερική ειρήνη
Τέλος, πρέπει να τονισθεί ότι για να επιτευχθεί η εξωτερική ειρήνη, ο άνθρωπος πρέπει προηγούμενα να έχει πετύχει την ειρήνευση του εσωτερικού του κόσμου. Για τους Τρεις Ιεράρχες, είναι ανώφελο κάποιος να αγωνίζεται να ειρηνεύσει τους άλλους, ενώ δεν έχει κατορθώσει να πετύχει την εσωτερική γαλήνη και ηρεμία. Μόνο κατορθώνοντας την εσωτερική ειρήνη ο Χριστιανός, γίνεται πραγματικά «ειρηνοποιός» δηλαδή, «Υιός Θεού». Μόνο τότε, οι όποιοι αγώνες του για την ειρήνη του κόσμου θα έχουν ευεργετικά αποτελέσματα για τους άλλους. Μόνο τότε, το όραμα του προφήτη Μιχαία θα αρχίζει να γίνεται πραγματικότητα. «Θα κάνουν τα σπαθιά τους άροτρα και τα δόρατά τους δρεπάνια. Κανένα έθνος δεν θα ξαναϋψώσει πάλι το σπαθί του εναντίον άλλου έθνους, ούτε θα ξαναμάθουν πια να  πολεμούν» (Μιχαίας δ’ 3).

 Εφημερίδα «Χριστιανική», 4-3-2004
πηγή http://e-theologia.blogspot.gr/2015/01/blog-post_19.html

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

Αν οι τρεις Ιεράρχες ήταν σήμερα δάσκαλοι….


Fwto-3-Ierarxes
Αρχιμανδρίτου Καλλινίκου Μαυρολέοντος

Κανένας δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι οἱ τρεῖς Ἱεράρχες μποροῦν νά σταθοῦν ὡς ὁδηγοί τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Αὐτοί περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ἀντιμετώπισαν τόν ἄνθρωπο μέ ἕνα τρόπο ἀκριβῆ καί ὑπεύθυνο. Τόν εἶδαν ὡς ἕνα ὄν μέ ἀπεριόριστη ἀξία, πλασμένο ἀπό τό Θεό γιά νά γίνει Θεός! Δέν τόν μελέτησαν μόνο μέ τή θεωρία, τόν βοήθησαν καί μέ τήν πράξη. Ἡ ζωντανή, ὁλοκληρωμένη καί ἀναγεννημένη προσωπικότητά τους περιέλαβε τόν ἄνθρωπο ὡς σύνολο. Τόν ἄνθρωπο μέ ὅλες τίς ἀξίες του: παιδεία, τέχνη, ἐργασία, κοινωνικότητα, οἰκογένεια, πατρίδα. [1]
Ἀγάπησαν ὅ,τι ὡραῖο καί ἀληθινό ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο. Καί μάλιστα, ἰδιαιτέρως στό νέο ἄνθρωπο. Τό παιδί. Τό μαθητή μας. Γι’αὐτό καί ἡ διδασκαλία τους εἶναι πολύτιμη σέ μᾶς πού καθοδηγοῦμε τό σύγχρονο νέο ἄνθρωπο.
ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ
Σήμερα 3 Σεπτεμβρίου, ἀρχή τοῦ σχολικοῦ ἔτους 20….. καί ὥρα 9.00 π.μ. συνῆλθε στήν πρώτη τακτική του συνεδρίαση ὁ Σύλλογος διδασκόντων τῶν Ἐκπαιδευτηρίων μας «Ἑλληνοχριστιανική Παιδεία» τόν ὁποῖο ἀποτελοῦν οἱ Διδάσκαλοι:
  • ·Βασίλειος, Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας, ὁ ἐπονομαζόμενος Μέγας
  • ·Γρηγόριος, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἐπονομαζόμενος Θεολόγος καί
  • ·Ἰωάννης, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἐπονομαζόμενος Χρυσόστομος
καί ἀφοῦ διαπιστώθηκε ἡ νόμιμη ἀπαρτία, ἄρχισε ἡ συνεδρίαση.
Τό λόγο πῆρε πρῶτος ὁ Βασίλειος καί εἶπε τά ἑξῆς:
Ἀγαπητοί συνάδελφοι, μιά καί βρισκόμαστε στήν ἀρχή τῆς νέας ἐκπαιδευτικῆς περιόδου, νομίζω πώς καλό θά ἦταν νά χαράξουμε τίς βασικές ἀρχές τοῦ παιδαγωγικοῦ καί διδακτικοῦ μας ἔργου.
Ἄς μήν ξεχνοῦμε ὅτι σκοπός τῆς ἀγωγῆς εἶναι νά καταστήσει τόν ἄνθρωπο ἀντάξιο τῆς θείας καταγωγῆς του, ἀλλά καί τοῦ θείου προορισμοῦ του. Ὄχι μόνο νά γίνει ἰσχυρή προσωπικότητα γιά νά δράσει καί νά προσφέρει στήν κοινωνία, ἀλλά καί νά κατασταθεῖ «συμπολίτης τῶν ἁγίων καί οἰκεῖος τοῦ Θεοῦ».[2] Ἡ ὁμοίωση πρός τόν Θεό καί τελικά ἡ θέωση πρέπει νά εἶναι ἡ κύρια ἐπιδίωξη τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς καί τῆς ἀγωγῆς του. Ὁ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος, καί ὁ μικρός μαθητής μας ἐν προκειμένῳ, εἶναι «θεός κεκελευσμένος»[3]. Εἶναι «τό μόνον τῶν ζώων θεόπλαστον»[4], εἶναι «φυτόν οὐράνιον»[5], εἶναι «ὁμοδίαιτος τῶν ἀρχαγγέλων καί φωνῆς θείας ἀκροατής»[6], εἶναι «τῶν ἐπί γῆς ζώων τό τιμιώτατον, τό μετά τούς ἀγγέλους ἐν λογικοῖς τεταγμένον»[7], εἶναι «ὁ εἰκόνι Θεοῦ τετιμημένος»[8].

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Οι Τρεις Ιεράρχες τότε και τώρα.


ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ
Τελετή προς τιμήν των Αγίων Τριών Ιεραρχών, 

Σάββατο, 15 Φεβρουαρίου 2014

 

Κλεάνθης Βενετόπουλος, Δρ Φυσικός-Ηλεκτρονικός,

Συνταξιούχος Καθηγητής Πληροφορικής ΤΕΙ  Θεσσαλονίκης

      

Οι Τρεις Ιεράρχες τότε και τώρα.

Λίγες σκέψεις για τη σημερινή γιορτή.

 

Αντί Προλόγου                     

     Όταν το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου μας μου πρότεινε να  «εκφωνή-σω τον πανηγυρικό της ημέρας» στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, που τώρα πια είναι κι αυτή μία από τις καθιερωμένες εκδηλώσεις του Συλλόγου,  αισθάνθηκα λίγο αμήχανα.  Δεν ήθελα να αρνηθώ μια τιμητική πρόταση, ήθελα και να διευ-κολύνω το Συμβούλιο να προχωρήσει στην οργάνωση και των υπολοίπων μερών της εκδήλωσης, αλλά θεώρησα τον εαυτό μου αναρμόδιο, ακατάλληλο για αυτή την ομιλία. Το θέμα έπρεπε απαραιτήτως να έχει σχέση με τους τιμώμενους Αγίους. Κι εγώ δεν είμαι Θεολόγος, δεν είμαι ούτε καν Ιστορικός. Τι μπορεί να πει ένας Φυσικός, ένας Ηλεκτρονικός, για τον βίο και το έργο των Τριών Ιεραρχών;

     Ύστερα όμως το καλοσκέφτηκα και δέχτηκα. Δέχτηκα μετά χαράς, επειδή ούτε οι Άγιοι γενικώς είναι μακριά από τον Φυσικό Κόσμο, ούτε εμείς οι Φυσικοί Επι-στήμονες είμαστε μακριά από τον Θεό και τη θρησκεία μας, από την Εκκλησία μας, από τον Χριστό και τους Αγίους. Και επομένως, μάλλον έχουμε το δικαίωμα και την υποχρέωση να συμμετέχουμε ενεργά στις εορταστικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με τη  θρησκεία μας. Πολύ δε περισσότερο, όταν πρόκειται για τους Τρεις Ιεράρχες, αφού και οι ίδιοι ασχολήθηκαν με τις θετικές επιστήμες, με τα γράμματα και την Παιδεία.   

     Προτού προχωρήσουμε στην ανάπτυξη του θέματος, για τη σημερινή επέτειο και για τη σχέση των Αγίων Τριών Ιεραρχών με τα προβλήματα ή τα επιτεύγματα της τεχνολογικής εποχής μας, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε λίγα σημαντικά στοι-χεία από τον βίο τους.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΖΩΗΣ, ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ

 

Υπό του Γεωργίου Δημ. Αποστόλου Δρ. θεολογίας, πρώην Σχολικού Συμβούλου
                                                    


Γνωστό σε όλους μας είναι, ότι ο σημερινός άνθρωπος της κατανάλωσης -μέχρι πρότινος, έχει αλλάξει τις διαχρονικές αρχές και τις αξίες του. Οι σαρωτικές αυτές αλλαγές των  πιστεύω του ανθρώπου, που διαδόθηκαν και επιβλήθηκαν πολύ εύκολα από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, οδήγησαν σε ουσιαστική τροποποίηση της ζωής του ανθρώπου με επικίνδυνες συνέπειες για την κτίση αλλά και για την ίδια την ύπαρξή του.
Βρισκόμενοι σε αυτή τη δύσκολη οικονομική καμπή, αλλά πρώτιστα ηθική, που περνά η Πατρίδα μας, με τις πολλές αυτοκτονίες, σαν εκπαιδευτικοί  και ειδικότερα σαν θεολόγοι, δεν θα μπορούσαμε να μείνουμε αμέτοχοι, χωρίς να καταθέσουμε την θέση της Ορθόδοξης Πατερικής Παράδοσης.
Γνωστός Πνευματικός, μου έλεγε: «Κύριε Γ., το ’40 ο κόσμος πέθαινε από την πείνα, σήμερα χάνει και την ψυχή του με την αυτοκτονία».
Αυτός, λοιπόν, είναι και ο λόγος που με οδήγησε ώστε το θέμα  κατά τη σημερινή γιορτή των Τριών Ιεραρχών, να είναι : «Η αξία του ανθρωπίνου σώματος και της ανθρώπινης ζωής, κατά τους Τρεις Ιεράρχες».
Η πλούσια σκέψη, των απαράμιλλων και ανυπέρβλητων, Τριών Ιεραρχών, αλλά και ολόκληρη η Πατερική Θεολογία, έχοντας ευαισθησία γι’ αυτό το θέμα, δεν παρέλειψαν στα συγγράμματά τους, να αναφερθούν, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο σ’ αυτό το θέμα.         
Κατ’ αρχάς  πίστευαν στην ισόρροπη ψυχοσωματική ανάπτυξη του ανθρώπου, με την γύμναση - άσκηση και του σώματος και της ψυχής, που στόχο είχε την κατάκτηση της αρετής.
Σ’ αυτό το κορυφαίο γεγονός όπου εξυμνείτο το ανθρώπινο σώμα, ο αθλητής ακόμα και κατά την αρχαιότητα έπαιρνε σαν έπαθλο τον «κότινο», δηλαδή ένα στεφάνι από άγρια ελιά και οι νικητές εθεωρούντο πρόσωπα σεβαστά.  Έτσι και στην Εκκλησία του Χριστού, ο αθλητής - ασκητής αμείβετε με τον «στέφανο της δικαιοσύνης» (βλ. 2 Τιμόθ. 4:8), όπως ακούμε στον ύμνο της Ακολουθίας του Μυστηρίου του Γάμου:«Άγιοι μάρτυρες, οι καλώς αθλήσαντες και στεφανωθέντες,…».  
Στη εποχή μας, όλοι γνωρίζουμε ότι η Παγκόσμια κοινότητα κόπτεται για τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των ανθρώπων, ακόμη δε και των ζώων, αλλά όμως όλοι γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες των πρακτικών και εκτροπών κατά της ανθρώπινης ζωής. Όλες αυτές οι ψυχικές, ηθικές και κοινωνικές πρακτικές και αμαρτήματα κατά της ανθρώπινης υπάρξεως που αφορούν κυρίως στις σεξουαλικές διαστροφές, όπως την ανδρική ομοφυλοφιλία, την παιδεραστία, τον λεσβιασμό, το εμπόριο λευκής σαρκός - πορνεία, την πορνογραφία, τα ναρκωτικά, το AIDS, το κάπνισμα, το αλκοόλ, το σατανισμό και γενικότερα τις καταστροφικές λατρείες με την πλύση εγκεφάλου και τις τεχνικές ελέγχου του νου, αποδεικνύουν το αντίθετο, προσβάλλοντας και απορρίπτοντας τη θεϊκή καταγωγή του ανθρώπου.
Όμως οι πληγές κατά της ανθρώπινης ζωής δεν σταματούν εδώ, αλλά συνεχίζονται για να φανερώσουν σ’ όλο τους το μεγαλείο την πτώση του ανθρώπου, όπως επιγραμματικά σημειώνει και ο ψαλμωδός, ο οποίος στο ερώτημα: «τι έστιν άνθρωπος »; Ψαλ.8:5, απαντά: «ηλάττωσας αυτόν βραχύ τι παρ’αγγέλους, δόξη και τιμή εστεφάνωσας αυτόν» (Ψαλ. 8:6). Δυστυχώς ο ταλαίπωρος άνθρωπος, μετά την πτώση «παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς»Ψαλ.48:13.                                                          
Οι σύγχρονες βαρβαρικές πρακτικές, όπως τα εγκλήματα των ολοκληρωτικών και αποικιοκρατικών ή νεοαποικιοκρατικών καθεστώτων, με τους πολέμους, τις εθνικές εκκαθαρίσεις, τα ολοκαυτώματα, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τα απομονωτήρια φυλακών (λευκά κελιά), την απομόνωση με τις μεθόδους λειτουργίας της σκέψεως, τα φρικτά βασανιστήρια, την θανατική ποινή, την εντεταλμένη αυτοκτονία ή αυτοχειρία, τον ακρωτηριασμό, όλα αυτά φανερώνουν με φρικτό τρόπο τα φαινόμενα της παρακμής του σύγχρονου πολιτισμένου ανθρώπου.
Αλλά, δυστυχώς, δεν έχουν τέλος οι ηθικοί φραγμοί του ανθρώπινου νου μπρος στις πρακτικές εξουσίας του ανθρώπου, οι οποίες δημιουργούν χίλια - δυο ηθικά διλήμματα με την τεχνητή γονιμοποίηση, την αντισύλληψη, την προγεννητική διάγνωση, την επιλογή του φύλου, τις αμβλώσεις, την εξωσωματική γονιμοποίηση με τις φέρουσες μητέρες δηλαδή τις αντικαθιστώσες ή τις αναπληρωματικές, τον νεομαλθουσιανισμό με την αντισύλληψη, τον αυτοακρωτηριασμό με τη στείρωση και τον ευνουχισμό, τις μεταμοσχεύσεις από ζώντα ή νεκρό δότη, την ευθανασία και τέλος με την κλωνοποίηση.
Όλα αυτά δηλώνουν τα «δικαιώματα» του ανθρώπου επί της ζωής του ή της ζωής των άλλων, που οδηγούν στον θάνατο κατά τον Απ. Παύλο: «τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος» Ρωμ. 6:13.
Όμως τις ηθικές υποχρεώσεις και τα καθήκοντα του ανθρώπου προς τη ζωή του, που απορρέουν από την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, ποιος θα μας τα διδάξει, εάν δεν έχουμε γνώμονα την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, την διδασκαλία των σημερινών εορταζόμενων Αγίων μας;
Η αξία της ζωής του ανθρώπου κατά την Ορθόδοξη διδασκαλία βρίσκεται στο γεγονός ότι ο Θεός είναι ο Δημιουργός και ο Δοτήρ της ζωής του και μάλιστα δημιουργημένος «κατ’ εικόνα» Θεού με στόχο-προορισμό «το καθ’ ομοίωσιν» Γεν. 1:26.
Ο άνθρωπος, λοιπόν, δια της προικοδοτήσεως έλαβε από τον Θεό τη δύναμη να γίνει και πραγματικά όμοιος προς τον Θεό. Έτσι κατά την παρατήρηση του Μ. Βασιλείου το «κατ’ εικόνα» σημαίνει «δυνάμει», το δε «καθ’ ομοίωσιν» δηλώνει να γίνει ο άνθρωπος «ενεργεία» όμοιος προς Αυτόν, έχοντας αποκτήσει τα πνευματικά (θεϊκά) χαρίσματα δηλαδή το λογικό, την ελεύθερη θέληση, τη συνείδηση και τη δημιουργικότητα.
Αυτό δηλώνει, ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό και διαλογικό ον κατά το πρότυπο της Αγίας Τριάδος. Άλλωστε και ο Χριστός θέλοντας να δηλώσει την κοινωνικότητα των μελών της Εκκλησίας Του, είπε: «Ου γαρ εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών» Ματθ.18:20. Αλλά και μέσα στους κόλπους της αρχαίας Εκκλησίας-νέας κοινωνίας, το ίδιο κυριαρχεί: «Unus christianus, nullus christianus» δηλ.(ένας χριστιανός, κανένας χριστιανός).
Πράγματι η ζωή του ανθρώπου μακριά από την κοινωνία με το Θεό αποτελεί διαδικασία αυτομηδενισμού. Γι’ αυτό και η αναζήτηση του νοήματος της ζωής χωρίς το Θεό αποτελεί ματαιοπονία. Ας ακούσουμε τον ειδήμονα Μ. Βασίλειο, ο οποίος μεταξύ των άλλων επιστημών είχε σπουδάσει αστρονομία και ιατρική, να τονίζει: «τούτο έστιν το κακόν, η του Θεού αλλοτρίωσις».                 
Η αλλοτρίωση και η άρνηση λοιπόν του Θεού, οδήγησε στην άρνηση της αγάπης, με επακόλουθο τη μοναξιά και την αυτοκτονία και ως φυσιολογική διέξοδος παρουσιάστηκε το έγκλημα και η αναρχία. «Ιδού λοιπόν», γιατί λέει ο γέρο Καραμαζώφ στο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκυ, «εάν δεν υπάρχει Θεός, το παν επιτρέπεται…»                                                       
Ο άνθρωπος, λοιπόν, που δε βρίσκεται κοντά στο Θεό είναι ουσιαστικά νεκρός, έστω και αν εμφανίζεται ως ζωντανός, καθώς αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη του: «ότι όνομα έχεις ότι ζης και νεκρός ει» Αποκ. 3:1, και δε βρίσκει ο άνθρωπος την αιώνια ζωή, αν δεν επιστρέψει στο Θεό. Επιγραμματικά ο ιερός Αυγουστίνος θα τονίσει: «Η καρδιά μας είναι ανήσυχη ώσπου ν’ αναπαυθεί στο Θεό».
Ο ανήθικος βίος είναι γνωστό, επιφέρει μοιραία και την απώλεια του αξιώματος, οπότε ο άνθρωπος κατατάσσεται μεταξύ των ζώων. Διότι δεν είναι αρκετό να έχει κανείς μορφή ανθρώπου δια να είναι άνθρωπος, αλλ’ απαιτείται και η αρετή. Πιο συγκεκριμένα ο «τρισμάκαρ» Χρυσόστομος ορίζει τον άνθρωπο ως εξής: «Άνθρωπος γαρ έστιν, ουχ όστις απλώς χείρας και πόδας έχει ανθρώπου, ουδ’ όστις εστί λογικός μόνον, αλλ’ όστις ευσέβειαν και αρετήν μετά παρρησίας ασκεί», και συνεχίζει ο ιερός πατήρ συμβουλεύοντας: «Τον άνδρα ουκ από των ιματίων, μάλλον δε ουδέ από του σώματος, αλλά από της ψυχής επαινείν».
Ο άνθρωπος, λοιπόν,  αποτελεί το δημιούργημα που βρίσκεται πλησιέστερα προς το Δημιουργό και δεν είναι μόνο θεόπλαστος, δηλ. δημιούργημα διαμορφωμένο με τη θεία βούληση, αλλά και θεόπνευστος, αφού δημιουργήθηκε με την πνοή του θεού. Γι’ αυτό βλέπουμε το μεγάλο ενδιαφέρον των  Πατέρων της Εκκλησίας για τον άνθρωπο, αφού ασχολήθηκαν και μόχθησαν για να τον γνωρίσουν και να τον βοηθήσουν. Δεν δίστασαν μάλιστα οι Τρεις Ιεράρχες να τονίσουν παράλληλα προς την πνευματική και διανοητική υπεροχή, την ελευθερία βουλήσεως και το αυτεξούσιο του ανθρώπου, τη μυϊκή του κατωτερότητα έναντι των άλλων ζωντανών οργανισμών, για να τεκμηριώσουν με αυτό τον τρόπο όχι μόνο την ετερότητα, αλλά και την υπεροχή του ανθρώπου, τον οποίο ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ο Ναζιανζηνός χαρακτήρισε ως «πολυτροπώτατον των ζώων και ποικιλώτατον».
Ο «ουρανοφάντωρ του Χριστού» Μ. Βασίλειος, αυτός ο υπέροχος συγγραφέας και μεγάλος δάσκαλος της οικουμένης για να μας δώσει αυτή τη διαφορά, λέει ότι: «Όρθιον έπλασε μόνον των ζώων τον άνθρωπον, ίνα και εξ αυτού του σχήματος ειδής ότι εκ της άνωθεν συγγενείας εστίν η ζωή του. Τα μεν γαρ τετράποδα πάντα προς την γην βλέπει και προς την γαστέρα νένευκεν».
Αλλά και ο «χρυσόρρειθρος ποταμός» Χρυσόστομος (Μεγαλυνάριο, 13ης Νοεμβρίου), πλέκοντας το εγκώμιο του ανθρώπου, αναφέρει: «Και τον βραχύν τούτον και τρίπηχυν και τοσούτω των αλόγων ελάττωνα κατά την του σώματος ισχύν, υψηλότερον πάντων εποίησε, λογικήν ψυχήν αυτώ χαρισμένος, όπερ εστί μάλιστα τιμής τεκμήριον…». Γι’ αυτό ο Μ. Βασίλειος θα σημειώσει: «…όσον λείπει (τω ανθρώπω) τη δύναμη του σώματος, τοσούτον περίεστι τη του λογισμού κατασκευή».  Επανερχόμενοι και πάλι στον ιερό Χρυσόστομο θα γράψει ότι για τον άνθρωπο «…ο ήλιος φαίνει και σελήνη τρέχει, και αήρ εξεχύθη και πηγαί βρύουσι, και θάλασσα ηπλώθη…».                                                            
Είναι δηλαδή, όπως λέγουν πολλοί Πατέρες, ένα ενδιάμεσο ον μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων, το οποίο ο Θεός εγκατέστησε στον κόσμο ως βασιλέα και ιερέα. Ο δε ιερός Χρυσόστομος προσδιορίζοντάς το λέγει: «Εκ δύο συγκείμενος ουσιών, της μεν αισθητής, της δε νοητής και εν ουρανώ και εν γη συγγένειαν έχων…», και ο Μ. Βασίλειος συμπληρώνοντας χαρακτηρίζει τον άνθρωπο σύνθετο εκ ψυχής και σώματος, τα οποία δεν έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους, και καταλήγει ο ιερός Χρυσόστομος, αλλά το ένα φροντίζει το άλλο, από τη δημιουργία του.
Ο άνθρωπος, λοιπόν, αυτός ο «ναός» του Θεού, βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων γι’ αυτό τέθηκε από το Θεό σαν άρχοντας επί της γης, ως «βασιλεύς, βασιλευόμενος άνωθεν», και κατά τον ποιητή του «Ποιητού του ουρανού και της γης» άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, αυτός καλείται να εργάζεται, σαν καλός οικονόμος του Θεού, την κτίση που τον τοποθέτησε και του πρόσφερε ο Θεός. 
Η Αγία Γραφή τονίζει τη μεγάλη αξία του σώματος και ιδιαίτερα η Καινή Διαθήκη ξεχωρίζει το ανθρώπινο σώμα από κάθε άλλο, λόγω ακριβώς της σύνθεσης του ανθρώπου και από αόρατη φύση, και κατά τη θεολογική διατύπωση του Απ. Παύλου προς τους Κορινθίους «ναός Θεού έστε» 1 Κορ.3:16 και «ναός του Αγίου Πνεύματος» 1 Κορ.6:19.
Γι’ αυτό, ο χριστιανός παράλληλα προς τη φροντίδα της ψυχής φροντίζει και για το σώμα του, σύμφωνα με το θείο θέλημα, και αποφεύγει να το βεβηλώνει γιατί: «ουκ  οίδατε ότι ναός Θεού έστε  και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν; ει τις τον ναόν του Θεού φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός…» 1 Κορ.3:16 - 17, θα πει και πάλι ο απ. Παύλος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο έχουμε τον θάνατο του σώματος που είναι  ο χωρισμός του από την ψυχή και τον θάνατο της ψυχής που είναι ο χωρισμός αυτής από τη ζωοποιό ενέργεια του Αγ. Πνεύματος.
Ο ιερός Χρυσόστομος αισθάνεται υποχρεωμένος να εξηγήσει λεπτομερέστερα, με τη βοήθεια κειμένων του Απ. Παύλου (πρβλ. Ρωμ.7:23), το γεγονός, ότι το σώμα μετά την αδαμική πτώση δε χάθηκε, δεν άλλαξε οντολογικά, δεν απέκτησε φύση διαφορετική από αυτήν που του έδωσε ο Θεός.
Με άλλα λόγια θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι Τρεις Ιεράρχες αυτοί οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας οι οποίοι αγαπούν με πάθος τα γράμματα, τη μόρφωση και τις σπουδές, βρέθηκαν στην ανάγκη να καταδικάσουν τις υποτιμητικές για το ανθρώπινο σώμα αιρέσεις.
Έτσι ο ιερός Χρυσόστομος επιτυγχάνει να απαλλάξει το σώμα (σάρκα) από τη θεώρησή του ως αμαρτωλό και να προσθέσει ακόμα, ότι ως έργο Θεού είναι «καλόν λίαν» και «κατάλληλο» για την επίτευξη της αρετής, εάν ο άνθρωπος αγωνίζεται πνευματικά. Για το λόγο αυτό ο πατήρ Δημ. Στανιλοάε θα πει χαρακτηριστικά: «Μέσα από τους ανθρώπους που με πλησιάζουν με το σώμα τους και τις ανάγκες τους για να βοηθηθούν από μένα,…βλέπω την ανάγκη να υπηρετήσω το Θεό με το σώμα μου».
Παράλειψή μας θα ήταν να μην αναφέρουμε εδώ, το θεσπισμένο με την ευλογία του Θεού κατά τη δημιουργία, μυστήριο του γάμου (πρβλ. Γεν.2:18), το οποίο καθαγιάζει και ο Χριστός στο γάμο της Κανά της Γαλιλαίας (βλ. Ιωαν.2:1 - 11), αλλά και ο Απ. Παύλος τονίζει ότι είναι «μέγα μυστήριο εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν» Εφεσ.5:32, για να κατανοηθεί η αξία της ανθρώπινης σαρκός.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά το σώμα του ανθρώπου από την πρώτη ημέρα της γεννήσεως του. Αρχή και ρίζα της εν Χριστώ Οικονομίας, λοιπόν, είναι η Ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιωάν. 1:1 – 5:9 - 18, με επίκεντρο το στίχο: «Και ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν…» Ιωαν.1:14, όπου εκφράζονται οι θεμελιώδεις αλήθειες της χριστιανικής πίστεως. Γι’ αυτό τα Χριστούγεννα αποτελούν κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο την «μητρόπολιν πασών των εορτών.
Έτσι, λοιπόν, η περιφρόνηση του σώματος δεν έχει καμία θέση στο χριστιανισμό. Ο  χριστιανισμός αποστρέφεται και πολεμά το σαρκικό φρόνιμα, όχι όμως και τη σάρκα.
Παρερμηνείες από μέρους των μοναχών του νοήματος του γάμου και αρνητικές διατυπώσεις εναντίον του, καταδικάστηκαν από τους ασκητές Πατέρες της Εκκλησίας, με τόση ένταση, ώστε να φθάσει κάποτε ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος να ισχυρίζεται ότι οι παρθένες των αιρετικών που παρθενεύουν επειδή θεωρούν το γάμο ακάθαρτο, είναι χειρότερες και από πόρνες.
Δε πρέπει να λησμονούμε επίσης τις αντιλήψεις των Πλατωνικών και νεοπλατωνικών φιλόσοφων, όπως του Πυθαγόρα, του Πλάτωνα, του Πλωτίνου, του Μ. Αυρηλίου, οι οποίοι εξετάζοντας τον άνθρωπο από μια δυαρχική άποψη θεωρούν την ψυχή θεία, αλλά το σώμα φυλακή και πηγή μολυσμού, γι’ αυτό δε 
και άξιο περιφρονήσεως, «καταπιέσεως και εξουθενώσεως».                                  Αλλά και η στρεβλή αντίληψη και διδασκαλία  των αιρετικών Μανιχαίων,  καθώς και των Μαρκιωνιτών, αλλά και ο δοκητισμός, καταδικάστηκαν σύντομα από την Εκκλησία .    
Η χριστιανική παράδοση, στην αυστηρότερη και πλέον μοναστική μορφή της, είναι αντίθετη προς την αντίληψη ότι το σώμα είναι κάτι το ευτελές και ανάξιο φροντίδας και ότι από τη φύση του είναι κακό ή ότι είναι άσχετο προς την εξέλιξη της ζωής του ανθρώπου εν Χριστώ.
Κανένα πράγμα, που κτίστηκε από το Θεό και που χρησιμοποιείται κατά Θεόν, δεν είναι κακό. «Ουδέ ο κόσμος κακός, αλλά τα πάθη. Ουδέ η φύσις, αλλά το παρά φύσιν… ουδέ τα μέλη του σώματος, αλλ’ η τούτων παράχρησις». Ο δε ιερός Χρυσόστομος τονίζει ότι ενώ οι Πρωτόπλαστοι είχαν σώμα, δεν είχαν ανάγκη «μηδενός των σωματικών» καθάπερ οι άγγελοι. Αναφερόμενος δε στο θέμα της αξίας της Θείας Ενανθρωπήσεως για τον άνθρωπο, υπογραμμίζει: Ο Θείος Λόγος ούτε ανέλαβε φύση διαφορετική από τη δική μας, ούτε μετέτρεψε αυτήν σε άλλου είδους ουσία. Απλώς ανέλαβε την φύση μας αναμάρτητα και την έκανε  αθάνατη.
Άλλωστε η αξία του ανθρωπίνου σώματος φαίνεται και από τα αναρίθμητα θαύματα  του Κυρίου μας, ο οποίος μεριμνά για τις σωματικές ανάγκες του ανθρώπου. Επίσης, αυτή η δόξα του  φαίνεται και στην Ορθόδοξη Αγιογραφία όπου τα ανθρώπινα σώματα απεικονίζονται καθαγιασμένα και σε κατάσταση 
δόξας και όχι λειψά.    


Το ίδιο συμβαίνει και με τα ιερά λείψανα των αγίων μας, τα οποία τιμούμε και σεβόμαστε και όπως λέει και ο ψαλμωδός: «Κύριος φυλάσσει πάντα τα οστά αυτών, εν εξ αυτών ου συντριβήσεται» Ψαλμ.33:21, γιατί είναι σκεύη της Χάριτος του Θεού και φορείς της αγιαστικής Του δόξας.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πλέκει το εγκώμιο των μαρτύρων, λέγοντας: «Τοιούτος της Εκκλησίας ο θησαυρός, νέους και παλαιούς έχων μαργαρίτας» και συνεχίζει: «όσα γαρ ουκ ισχύει πλούτος και χρυσίον, τοσαύτα ισχύει μαρτύρων λείψανα»,τα οποία χαρακτηρίζονται ως «θησαυρός ατίμητος», και καταλήγει: «δια τούτο μάλιστα φιλώ των μαρτύρων τας μνήμας, και ασπάζομαι».
Ολόκληρη, λοιπόν, η Ορθόδοξη Θεολογία προβάλλει με σαφήνεια τη σπουδαιότητα που έχει το ανθρώπινο σώμα στο λυτρωτικό σχέδιο, γιατί τη Βασιλεία του Θεού την κερδίζει και με το σώμα, όπως παρατηρεί και ο Τερτυλλιανός, λέγοντας: «η σάρκα είναι άξονας της σωτηρίας» (caro salutis est cardo).
Όσον αφορά την Πατερική διδασκαλία για το ανθρώπινο σώμα, συνοψίζεται στη φράση του αββά Ποιμένα και δεν αφήνει περιθώρια παρεξηγήσεως. «Ημείς ουκ εδιδάχθημεν σωματοκτόνοι, αλλά παθοκτόνοι». Η άσκηση δηλαδή, δεν στρέφεται ενάντια στο σώμα, αλλά ενάντια στα πάθη και στο σαρκικό φρόνημα. Το πάθος, όμως, είναι έκφραση εγωκεντρισμού και γι’ αυτό άσκηση σημαίνει εγωκτονία και παθοκτονία. Και όλα αυτά γιατί η Πατερική διδασκαλία θεωρεί τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική ενότητα, που η θεοποίησή του συνίσταται όχι στην αποδέσμευση της ψυχής από τα δεσμά του σώματος και του αισθητού κόσμου, αλλά στην απελευθέρωση ολόκληρης της ψυχοσωματικής υπόστασης, από τη σφαίρα της φθοράς και του θανάτου, στην οποία έχει περιέλθει.
Ο αγιασμός, λοιπόν, είναι δωρεά του Θεού και έχει σαν  αποτέλεσμα την εσωτερική μεταμόρφωση του ανθρώπου και του κόσμου. Έτσι η Πρόνοια του Θεού προς τον κόσμο εκδηλώνεται και μέσω των αγίων και των ιερών λειψάνων αυτών που αποτελούν δείγματα του αφθαρτισμού και της ύψωσης της ύλης στο αρχαίο της κάλλος, από το Άγιο Πνεύμα και από αυτόν τον κόσμο.
Η Εκκλησία, λοιπόν, «επιδιώκοντας τον εξαγιασμό του ανθρώπου και την αποξένωση από τα πάθη του, δια της γυμνασίας του σώματος και της ψυχής καταφάσκει στην άσκηση  σύμφωνα πάντα με την αποστολική ρήση «η σωματική γυμνασία προς ολίγον εστί ωφέλιμος, η δε ευσέβεια προς πάντα ωφέλιμός έστιν»  1 Τιμ.4:8.
Κλείνοντας, αναφέρουμε ότι, στη μοναξιά και την αλλοτρίωση του σημερινού ανθρώπου, που είναι πνευματικό φαινόμενο, το Ορθόδοξο ασκητικό ήθος  δείχνει στον άνθρωπο τα όρια της ευθύνης και τα πλαίσια δράσεως και κυριαρχίας του, ώστε να αναγνωρίσει ότι το σώμα του σαν «ναός του Αγίου Πνεύματος» είναι δώρο της αγάπης του Θεού.
Αυτό βοηθά τον άνθρωπο περισσότερο στην κοινωνική του συμβίωση, τον κάνει πιο εύσπλαχνο και φιλάνθρωπο και κατά συνέπεια κοινωνικότερο, γεγονός που κατάφεραν με τη διδασκαλία, τη δράση και την αγιότητά τους οι σημερινά εορταζόμενοι Διδάσκαλοι της οικουμένης, ποιμένες και άγιοι Τρεις Ιεράρχες. Ας τους μιμηθούμε!                                                                                                                                                                                                                                     
 

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

ΚΙ ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΗΤΑΝ ΠΟΛΥ ¨IN¨


Οι άγιοι τρεις Ιεράρχες
που σήμερα τιμώνται,
ήταν πολύ μπροστά
απ’ την εποχή τους.

Ταπεινοί και τολμηροί,
παραδοσιακοί και καινοτόμοι.
Αφομοίωσαν το παλιό
και προχώρησαν στο νέο.

Άφησαν το άγιο Πνεύμα
να τους κάνει
όχι στεγνά αντίγραφα του παρελθόντος
μα ¨καινή κτίση¨.
Νέα δημιουργία.

Στην εποχή τους
πολεμήθηκαν σφοδρά.

Πέθαναν νέοι,
άρρωστοι,
εξόριστοι.
Σήμερα τιμώνται.
Μεγαλοπρεπώς.

Πάντα έτσι γίνεται.

Όσοι σήμερα είναι ¨μπροστά¨
¨προχω¨ και ¨in¨
θα τιμηθούν μετά
από κανα αιώνα.

Σήμερα λιθοβολούνται
με παραδοσιακούς
λίθους.


https://www.facebook.com/andreas.konanos/posts/1444742839074846


Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

ΟΜΙΛΙΑ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

ΟΜΙΛΙΑ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ
της θεολόγου Ελένης Χανόγλου
Στον Ι.Ν. Αγ. Γεωργίου, Καλοχωρίου 30/01/2014

Σεβαστοί Πατέρες,
Αξιότιμοι συνάδελφοι,
Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα μαζευτήκαμε μεγάλοι και μικροί, εδώ στην εκκλησία μας,με αφορμή μία γιορτή. Για να τιμήσουμε τρεις άντρες που ξεχώρισαν πολύ στην εποχή τους, αλλά που έχουν πολλά να μας πουν ακόμα και σήμερα. Γι’ αυτό ήθελα να σας πω δύο λόγια γι’ αυτούς κι ύστερα να αναρωτηθούμε αν αξίζει να τους αφιερώνουμε μία μέρα το χρόνο.
Έζησαν τον 4οαι. μ. Χ. και μέσα στην οικογένειά τους γνώρισαν το χριστιανισμό. Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος ήταν πολύ καλοί φίλοι από τη στιγμή που γνωρίστηκαν στην Αθήνα όπου σπούδασαν όλες τις τότε γνωστές επιστήμες, δηλ. γεωμετρία, αστρονομία,φιλοσοφία, ρητορική, γραμματική, ιατρική. Ο Ιωάννης αγαπούσε επίσης τη μόρφωση και σπούδασε στην Αντιόχεια ρητορική, φιλοσοφία, θεολογία και νομική.
Και οι τρεις είχαν ένα κοινό στοιχείο. Πολύ περισσότερο από τα γράμματα και τη δίψα για μόρφωση, αγαπούσαν το Θεό, στον οποίο αφιερώνουν τη ζωή τους. Ζουν ασκητικά, δηλ. απλά και λιτά, όχι επειδή ήταν φτωχοί. Το αντίθετο μάλιστα. Οι οικογένειές τους ήταν πλούσιες, αλλά η αγάπη τους στο Θεό τους οδηγεί να μοιράσουν όλη την περιουσία τους στους συνανθρώπους τους που στερούνταν ακόμη και τα απαραίτητα. Ζούσαν με ελάχιστη τροφή και ύπνο, με νηστεία και προσευχή, αλλά και μελέτη. Αφιερώνονται στο Θεό με το να χειροτονηθούν ιερείς. σύντομα όμως αναγνωρίζεται η προσφορά τους κι έτσι,συνεχίζουν το έργο τους ως επίσκοποι πια, ύστερα από επιθυμία και του λαού.
Ο Άγιος Βασίλειος χειροτονείται επίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας. Βοηθούσε πάντοτε τους αδικημένους, τους πεινασμένους και τους αρρώστους ανεξάρτητα από τη φυλή και το θρήσκευμα.Μάλιστα, για πρώτη φορά στην ιστορία, ίδρυσε ένα ίδρυμα – ολόκληρο χωριό- όπου λειτουργούσε νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνας. Πήρε το όνομά του και ονομάστηκε Βασιλειάδα. Οι υπηρεσίες προσφέρονταν δωρεάν και το προσωπικό δούλευε εθελοντικά. Ο ίδιος ο Αγ. Βασίλειος περιποιόταν τους λεπρούς ασθενείς, τους οποίους υποδέχονταν αγκαλιάζοντάς τους και φιλώντας τους τα χέρια αναγνωρίζοντάς τους την αξιοπρέπεια που έχαναν λόγω της αρρώστιας τους.Έτσι, όταν πεθαίνει την 1η Ιανουαρίου το 379 μ.Χ. σε ηλικία 49χρονών, στην κηδεία του συμμετέχει πλήθος χριστιανών και όχι μόνο, που τον αγαπούσαν τόσο πολύ ώστε σημειώθηκαν λιποθυμίες και θάνατοι. Είναι ο μόνος άνθρωπος στην ιστορία που ονομάστηκε Μέγας όσο ζούσε ακόμα.
Ο άγιος Γρηγόριος αποκαλείται και Θεολόγος, γιατί την αγάπη του για το Θεό και τους συνανθρώπους του την εκφράζει αξιοποιώντας το ταλέντο να χρησιμοποιεί σωστά το γραπτό λόγο. Πιο μετριοπαθής στο χαρακτήρα, η μεγαλύτερη προσφορά του είναι τα θεολογικά κείμενα με τα οποία καταπολεμά την αίρεση του αρειανισμού, βοηθώντας μας να καταλάβουμε την πίστη στον Τριαδικό Θεό. Αξιοσημείωτη όμως, είναι η στάση του όταν, αν και κατηγορείται άδικα,παραιτείται από επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, προκειμένου να επανέλθει η ηρεμία ανάμεσα στους πιστούς, οι οποίοι διχάζονταν.
Αξιομνημόνευτος για το γραπτό αλλά και για τον προφορικό του λόγο ήταν ο Ιωάννης, που γι’ αυτό αποκαλείται Χρυσόστομος, δηλ. αυτός με το χρυσό στόμα. Γιατί η πίστη του κάνει τα συγγράμματά αλλά και το κήρυγμά του - όταν χειροτονείται ιερέας- να είναι τόσο ζωντανό και αληθινό. Δε διστάζει να δείχνει τα λάθη τους στους αιρετικούς, στους πλούσιους, σε αυτούς που διοικούν όταν αδικούν το λαό. Δίνει το καλό παράδειγμα ως αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως όταν καταργεί κάθε πολυτέλεια στην εκκλησία και εκποιεί πολύτιμα σκεύη. Δημιουργεί μία σειρά ιδρυμάτων όπως πτωχοκομεία και γηροκομεία, ενώ με το συσσίτιο που οργανώνει στην Κωνσταντινούπολη ταΐζει καθημερινά επτά χιλιάδες απόρους. Παράδειγμα προς μίμηση, όμως, αποτελεί και η στάση που κράτησε όταν η αυτοκράτειρα Ευδοξία τον εξόρισε δύο φορές, ενοχλημένη από την κριτική στο πρόσωπό της. Υπακούει παρόλη την αδικία για να μην προκληθεί περισσότερη ταραχή.
Παιδιά μου, όπως αναφέραμε και στην αρχή, ο άνθρωπος που αγαπάει γνήσια το Θεό, αγαπάει γνήσια και το συνάνθρωπό του. Και δεν μπορεί παρά να είναι και ο ίδιος γνήσιος και διαχρονικός, δηλαδή αυτά που λέει και κάνει να είναι σημαντικά και σπουδαία για τους ανθρώπους όλων των εποχών. Για ακούστε μερικά από τα λόγια των Τριών Ιεραρχών – τους αποκαλούμε έτσι, γιατί ήταν ιερωμένοι – σχετικά με την κοινωνική αδικία και το πρόβλημα της ειρήνης στον κόσμο. Νομίζει κανείς ότι σχολιάζουν κάποια σύγχρονη εφημερίδα!
Γράφει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος: «συνήθως χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια… αλλά οι πραγματικοί κλέφτες είναι αυτοί που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, και άλλα αφαιρούν κρυφά,άλλα παίρνουν φανερά με τη βία…», όπως επίσης «…κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν από αυτούς χρήματα… Αντί να τους ελέγχουν και να τους νουθετούν… εύκολα απλώνουν το χέρι, και τους μακαρίζουν… και τους αδύνατους τους μισούν για τις πράξεις αυτές, ενώ τους άλλους που είναι μεγάλοι κλέφτες τους θαυμάζουν».
Επίσης ο Μέγας Βασίλειος αναρωτιέται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου; Οι εξοπλισμοί γίνονται για την απόκτηση του πλούτου». Ενώ ο Γρηγόριος ο Θεολόγος συμπεραίνει ότι «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότατη καταδίκη των πολιτών». Και επιγραμματικά διατυπώνει ο ιερός Χρυσόστομος ότι «Οι πόλεμοι γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα».
Για ποιο λόγο όμως αυτά τα τρία πρόσωπα έχουν συνδεθεί με την παιδεία και τα γράμματα; Γιατί σήμερα τα σχολεία γιορτάζουν; Να σας πω ένα μυστικό; Αν ακούσετε ποιες είναι οι απόψεις των τριών αυτών ανδρών, που πέρασαν πολλά χρόνια σπουδάζοντας, για το πώς πρέπει να είναι ο σωστός δάσκαλος και το σωστό σχολείο, είμαι σίγουρη ότι τους Τρεις Ιεράρχες θα θέλατε για δασκάλους.Και για να προλάβω την αντίδραση των εκπαιδευτικών σας, στα κείμενά τους συναντά κανείς προβληματισμούς και προτάσεις για θέματα αγωγής των νέων ίδιες με εκείνες που συναντά κανείς στη σύγχρονη Παιδαγωγική και Ψυχολογία.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Ιωάννη το Χρυσόστομο η σχέση δασκάλου –μαθητή πρέπει να είναι σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού, να μην είναι ο δάσκαλος εγωιστής και αλαζόνας, αλλά ταπεινός, με συναίσθηση των ατελειών και των αδυναμιών του. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. Ο λόγος του να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει, παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί…που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του μαθητή». Γιατί «ο καλός ο δάσκαλος εμπνέει και πείθει».
Επίσης συμπληρώνει ότι δεν υπάρχει νόημα να διδαχθεί κάτι νέο ο μαθητής, αν δεν έχει καταλάβει το προηγούμενο, γιατί όπως ακριβώς αν κάποιος τρέφεται αλλά δε χωνεύει την τροφή δε θα ζήσει ποτέ, έτσι κι αν κάποιος διαβάζει αλλά δεν καταλαβαίνει τίποτε, δε θα βρει την αλήθεια».
Ο Μέγας Βασίλειος υποστηρίζει ότι «η διδασκαλία πρέπει να γίνεται με ευχαρίστηση και πρέπει να είναι διασκεδαστική» και ενθαρρύνει τους μαθητές που κουράζονται στο σχολείο λέγοντάς τους ότι: «η παιδεία στην αρχή φαίνεται να προξενεί δυσφορία και όχι χαρά, αργότερα όμως αποφέρει καρπό ειρήνης και σωτηρίας».
Ο Γρηγόριος εισάγει την έννοια του επαγγελματικού προσανατολισμού θεωρώντας ότι «ο δάσκαλος οφείλει έγκαιρα να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και να υποδεικνύει στους εφήβους ποιο κλάδο και ποιο επάγγελμα πρέπει να ακολουθήσουν, αφού ό,τι γίνεται κατά τις υποδείξεις της φύσης πετυχαίνει, ενώ ό,τι είναι αντίθετο από αυτήν αποτυγχάνει».
Ο Ιωάννης ενθαρρύνει όσους δεν τα καταφέρνουν στα γράμματα,δίνοντας αξία στα χειρωνακτικά επαγγέλματα, λέγοντας ότι: «κανείς από όσους ασκούν χειρωνακτικό επάγγελμα να μην ντρέπεται, αλλά να ντρέπονται όσοι τρέφονται άδικα και μένουν αργοί», ενώ ο Βασίλειος προτρέπει τους δικούς του μαθητές: «κάθε άνθρωπος να πολλαπλασιάσει το χάρισμα που θα αποδειχθεί κατόπιν δοκιμής ότι έχει από το Θεό, χρησιμοποιώντας το για το καλό και το όφελος των πολλών. Γιατί, κανείς δεν είναι αμέτοχος της χρηστότητας του Θεού, κανείς δεν έμεινε χωρίς χαρίσματα».
Εύχομαι, λοιπόν, αγαπητά μου παιδιά όλοι εμείς, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές σας, τιμώντας με την παρουσία μας σήμερα στο ναό τους τρεις προστάτες των γραμμάτων τον Μέγα Βασίλειο,τον Ιωάννη το Χρυσόστομο και το Γρηγόριο το Θεολόγο, να εμπνεόμαστε και να μιμούμαστε τις αξίες τους. Να θυμόμαστε ότι η παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι οποιουδήποτε συστήματος και ότι η παιδεία συνδέεται με την αγωγή και όχι με την παραγωγή.
Χρόνια πολλά σε όλους.

ευχές....

Χρόνια πολλά στους μαθητές και στους δασκάλους τους.
Καλή φώτιση σε όλους.

Η Ιερά Σύνοδος προς τους μαθητές για την εορτή των τριών Ιεραρχών




Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Πρός τούς μαθητές καί τίς μαθήτριες ὅλων τῶν Ἑλληνικῶν Σχολείων
Ἀθήνα, Ίανουάριος 2014
Ἀγαπητά μας παιδιά,
Ἀπό τίς πρῶτες ἡμέρες τῆς Ἀνεξαρτησίας τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, οἱ πρόγονοί μας, ἐκεῖνοι δηλαδή πού ἀγωνίσθηκαν τό 1821 γιά νά ἐλευτερωθοῦμε, καθιέρωσαν νά τιμῶνται οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ὡς οἱ προστάτες τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων. Ἡ ἑορτή τους, στίς 30 Ἰανουαρίου, δέν εἶναι μία ἁπλή ἀργία. Εἶναι μία ἡμέρα ἐκκλησιασμοῦ καί πνευματικοῦ ἑορτασμοῦ γιά νά μπορέσετε καό σεῖς μαζί μέ τούς γονεῖς καί τούς δασκάλους σας νά ἐμπνευσθεῖτε ἀπό τή ζωή καί τά διδάγματα τῶν Τριῶν Μεγίστων Φωστήρων τῆς Τρισηλίου Θεότητος.
Ὁ Μέγας Βασίλειος, Ὁ Ἄγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ὁ Ἄγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔζησαν τόν Δ΄ ἀιῶνα μ.Χ., σέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία ὑπῆρχαν ἔντονες συζητήσεις κάι διαφωνίες μεταξύ τῶν Χριστιανῶν καί τῶν πιστῶν τῆς ἀρχίας θρησκείας. Οἱ τρεῖς αὐτοί αὐτοί ἄνδρες, μέ τή βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί στηριγμένοι στήν ἄριστη γνώση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς κλασικῆς παιδείας, ἔδωσαν τή λύση. Τόνισαν ὅτι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δέν ἀπορρίπτουμε τή μελέτη τῶν ἀρχαίων κειμένων, ἀλλά ἡ μελέτη αὐτή γίνεται ἐπιλεκτικά καί προσεκτικά. Ἀπορρίπτουμε κάθε δοξασία πού θά μποροοῦσε νά μᾶς άπομακρύνει ἀπό τήν ἀναζήτηση τοῦ Ἑνός καί Ἀληθινοῦ Θεοῦ καί διατηροῦμε κάθε στοιχεῖο πού διαπλάθει τό ῆθος μας, σταθεροποιεῖ τίς ἀξίες μας, βελτιώνει τή σχέση μας μέ τό Θεό, μέ τούς συνανθρώπους μας, μέ τήν κοινωνία.
Ἡ Παιδεία, ὅπως τήν καλλιέργησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες δέν ἀποβλέπει μόνον στή συσσώρευση γνώσεων καί πληροφοριῶν οὔτε στή δημιουργία ἀνθρώπων-ρομπότ. Ἑλληνορθοδοξη Παιδεία σημαίνει δια -μόρφωση χαρακτήρων (γι’αυτό τή λέμε μόρφωση), διάπλαση σφαιρικῶν καί ὁλοκληρωμένων προσωπικοτήτων, ἐνίσχυση τῆς φιλανθρωπίας, καί τῆς κοινωνικότητας, καταπολέμηση τοῦ ἀτομισμοῦ καί τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ.
Σέ μία ἐποχή πολύπλευρης κρίσης, ὅπως ἠ σημερινή, συνάνθρωποί μας ὑποφέρουν καί ἀξίες χλευάζονται. Δέν μποροῦμε νά μένουμε
ἀπαθεῖς μπροστά στό δτάμα τοῦ διπλανοῦ μας, τοῦ πλησίον μας. Οὔτε μποροπυμε νά ἐπιτρέψουμε νά γκρεμίζονται τά ὅσια καί τά Ἱερά τοῦ λαοῦ μας καί τοῦ Γ¨ενους μας. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες καί ὁ Ἄγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀπό τή γέννηση τοῦ ὁποίου συμπληρώνονται τριακόσια χρόνια, ἀγωνίσθηκαν γιά μία Παιδεία, ἡ ὁποία στρέφει τόν ἄνθρωπο πρός τόν Θεό, πρός τόν ὑγιῆ καί ἀφανάτιστο πατριωτισμό, πρός τόν σεβασμό τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, πρός τήν αὐτοθυσία καί τήν προσφορά.
Ἄς ἀξιοποιήσουμε αὐτήν τήν πανηγυρική ἡμέρα τιμῆς καί μνήμης τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν γιά νά ἐμπλουτίσουμε τή ζωή μας ἀπό τόν πλοῦτο τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσής μας, ἀπό τά κείμενα τῶν τριῶν ἀυτῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό τή γλῶσσα τους πού καταδεικνύει τή συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀπό τήν ἐντυπωσιακή παιδεία τους, ἀπό τήν κοινωνική εὐαισθησία τους. Ἄς δοκιμάσουμε εὐφροσύνη ἀπό τή σωφροσύνη τους, ἄς θαυμάσουμε τό οἰκουμενικό καί πανανθρώπινο μήνυμά τους, ἄς προσπαθήσουμε νά προσεγγίσουμε τό εὐρύ φάσμα τῆς Ἑλληνικῆς καί Ὀρθόδοξης Παιδείας τους. Ἄς μετατρέψουμε τήν ἡμέρα αὐτή σέ μία εὐκαιρία μελέτης, περισυλλογῆς καί γόνιμου προβληματισμοῦ καί ὄχι ἁπλῶς σέ μία ἡμέρα χωρίς μαθήματα στό σχολεῖο.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γνωρίζει τό ἄγχος σας καί τίς μέριμνές σας, ἀγαπητά μας παιδιά. Προσευχόμαστε γιᾶ σᾶς καί εὐχόμαστε καλή ἐπιτυχία καί παρά Θεοῦ εὐόδωση τῶν προσπαθειῶν σας. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες μακάρι νά γίνουν ὁδοδεῖκτες τῆς πνευματικῆς πορείας τοῦ καθενός καί τῆς καθεμιᾶς ἀπό σᾶς.
Μέ πατρική ἀγάπη καί θερμές εὐχές,


Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ, ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΔΙΣ

πηγή http://aktines.blogspot.gr/2014/01/blog-post_7684.html

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας



 
Ανδρέα Αργυρόπουλου
Σχολικού Συμβούλου θεολόγων 
 Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου
 Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Δημοτικό θέατρο Μυτιλήνης, στα πλαίσια της εκδήλωσης που οργάνωσε η Περιφερειακή Δ/νση Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου για την σχολική εορτή των Τριών Ιεραρχών

 ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΠΙΣΤΗ – ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΝΕΥΜΑ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

Χωρίς αμφιβολία η εποχή μας έχει πολλά κοινά, με αυτή των Τριών Ιεραρχών. Πόλεμοι, βίαιες συγκρούσεις, κοινωνικά αδιέξοδα, άλυτα οικονομικά προβλήματα, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνικές διακρίσεις, θρησκευτικές διαμάχες, εξεγέρσεις κλπ. Το μήνυμα των Τριών Πατέρων της Εκκλησίας μας πάντα επίκαιρο και επαναστατικό, έρχεται να μας θυμίσει τη χριστιανική αυθεντικότητα, να προτείνει λύσεις και να δώσει κατευθύνσεις, που γεμίζουν ελπίδα και απελευθερώνουν. Οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν ολοκληρωμένες προσωπικότητες που δεν διακρίθηκαν μόνο σ’ έναν τομέα αλλά παντού. Όλοι τους χαρακτηρίζονταν για τη θεολογική αλλά και την ευρύτερη επιστημονική τους συγκρότηση, τη ριζοσπαστική κοινωνική τους παρουσία, την ανοικτότητα του πνεύματος και την κριτική στάση τους απέναντι σε κάθε μορφής εξουσία.

Οι Τρεις Ιεράρχες τάραξαν τα νερά της εποχής τους και άφησαν παρακαταθήκες με αιώνια αξία. Θλίβεται κανείς όταν βλέπει την αναγνώριση του επιστημονικού τους έργου σε παγκόσμια κλίμακα από τη μια μεριά και από την άλλη, την άγνοια ή ακόμα και την απαξίωση που υπάρχει γι’ αυτούς στην πατρίδα μας. Λίγα μόλις χρόνια μετά το θάνατό τους τα κείμενά τους μεταφράζονται στα Λατινικά και με την πάροδο του χρόνου σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Στη Δύση αλλά και παγκοσμίως δεν είναι λίγοι οι ερευνητές από το χώρο της Ιατρικής, της Κοινωνιολογίας, των Πολιτικών Επιστημών, της Παιδαγωγικής, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και της Ψυχολογίας που μελέτησαν το έργο των Πατέρων της Εκκλησίας τονίζοντας την αξία του. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επίδραση του συγγραφικού του έργου στους Ευρωπαίους επιστήμονες κυρίως των ανθρωπιστικών σπουδών από την εποχή της Αναγεννήσεως μέχρι σήμερα.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι τα έργα του Μεγάλου Βασιλείου άρχισαν να διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων το 16ο αιώνα, το δε πόνημά του: «Προς του νέους…» απέκτησε τόσους θαυμαστές στη Δύση, που εντός 50 ετών (1449-1500) γνώρισε 20 εκδόσεις. Τα Άπαντά του, έχουν εκδοθεί στα Γερμανικά από το 1776. Είναι ευτύχημα ότι τα τελευταία χρόνια και στην πατρίδα μας έχει αρχίσει μια προσπάθεια ανακάλυψης του έργου των Τριών Ιεραρχών και στο θεολογικό χώρο, αλλά και πέρα απ’ αυτόν, πράγμα πολύ ελπιδοφόρο.

    Είναι αξιοπρόσεκτο ότι την επιστημονική τους κατάρτιση οι Τρεις Ιεράρχες δεν τη χρησιμοποίησαν για ατομική προβολή, αλλά για να προσφέρουν στον αδερφό τους.

Ο Βασίλειος, γιατρός ο ίδιος, ιδρύει τη γνωστή σε όλους μας Βασιλειάδα μια «πόλη φιλανθρωπίας». Εκεί οργανώνει το πρώτο δημόσιο νοσοκομείο, στο οποίο υπάρχουν κατοικίες γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού και ειδικές πτέρυγες για λεπρούς και πάσχοντες από επιδημικές ασθένειες. Μας γίνεται γνωστό από τα κείμενα ότι ο ίδιος παρότι καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια «έδινε το χέρι στους λεπρούς, τους φιλούσε αδελφικά και τους φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά». Συνιστούσε μάλιστα στους επισκόπους της δικαιοδοσίας του, την ίδρυση παρόμοιων με την Βασιλειάδα ιδρυμάτων. Σιγά-σιγά οργάνωσε ένα δίκτυο υπηρεσιών υγείας σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία.

Ο Χρυσόστομος που σπούδασε κι αυτός γιατρός χτίζει πολλά νοσοκομεία στην Κωνσταντινούπολη, στα οποία όπως και ο Βασίλειος περιποιείται ο ίδιος τους ασθενείς.

Η επιστημονική έρευνα έχει καταδείξει ότι ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος είναι ουσιαστικά οι εμπνευστές ενός δημόσιου συστήματος υγείας που με την πάροδο του χρόνου απλώνεται σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η αγάπη για τους Πατέρες, δεν είναι θεωρητικό κατασκεύασμα, έχει κόστος. Είναι πράξη που απαιτεί υπευθυνότητα και διάθεση για διαρκή προσφορά.

Οι Τρεις Ιεράρχες στηρίζουν με κάθε τρόπο τους φτωχούς, τους κυνηγημένους και τους απροστάτευτους της εποχής τους. Θεωρούν αυτονόητο να θυσιαστούν για τον κάθε έναν από αυτούς. Η περιθωριοποίηση των κοινωνικά αδύνατων δεν συνάδει με το ορθόδοξο ήθος. Κάθε άνθρωπος αποτελεί ανεπανάληπτη προσωπικότητα, είναι εικόνα του Θεού. «Με ποιο δικαίωμα» αναρωτιέται ο Χρυσόστομος «μπορεί κανείς να περιφρονεί εκείνους τους οποίους ο Θεός τόσο τιμά ώστε τους δίνει το Σώμα και το Αίμα του Υιού του». Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει το λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του, που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στο βασανιστικό θάνατο.

Στο μεγάλο λιμό που έπληξε την περιοχή του ο Βασίλειος στηλιτεύει τη δράση των μαυραγοριτών, που θέλουν να πλουτίσουν σε βάρος των λιμοκτονούντων συμπατριωτών τους, οργανώνει συσσίτια για όλο το λαό προσφέροντας βοήθεια χωρίς καμιά διάκριση σε χριστιανούς, ειδωλολάτρες, Ιουδαίους και αιρετικούς σώζοντας χιλιάδες από βέβαιο θάνατο. Άλλοτε παρακαλώντας, και άλλοτε με δυναμικό τρόπο ζητάει από τους άρχοντες την απαλλαγή των φτωχών από τη φορολογία, ενώ δεν παραλείπει να παρέμβει για τα συμφέροντα των εργαζομένων στα ορυχεία του Ταύρου.

Ο Χρυσόστομος μόλις ανέρχεται στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, πουλάει τα πολυτελή σκεύη και έπιπλα της Αρχιεπισκοπής χάρη των παλαιών και νέων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Διακόπτει άμεσα τη διοργάνωση επίσημων και πλούσιων δείπνων στο χώρο της Αρχιεπισκοπής και με τα χρήματα που εξοικονομεί οργανώνει συσσίτια για 7.000 φτωχούς καθημερινά, χωρίς υπολογίζονται σε αυτό το νούμερο οι ξένοι και αυτοί που για κάποιο διάστημα βρισκόντουσαν στην πόλη. Υποστηρίζει κάθε έναν που αδικείται από την πολιτική εξουσία φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί με την αυτοκράτειρα, όταν εκείνη καταπατά το κτήμα μιας φτωχής χήρας. Ο ίδιος ζει λιτά και ασκητικά, όπως αρμόζει σ’ έναν ιεράρχη, προκαλώντας το θαυμασμό του απλού λαού, αλλά και την περιφρόνηση των πλούσιων και κοινωνικά ισχυρών αντιπάλων του. Ανυποχώρητος στα πιστεύω, του δεν αρέσκεται στον να συγκαλύπτει νοσηρές καταστάσεις μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο. Δε διστάζει να καθαιρέσει μεγάλο αριθμό επισκόπων με την κατηγορία του χρηματισμού κατά την άσκηση της ιεροσύνης. Αντιμετωπίζει δραστικά το σκανδαλισμό που προκαλούσαν στου πιστούς με τον πολυτελή βίο τους, απερίσκεπτοι κληρικοί και α-μόναχοι μοναχοί. Η θέση των μοναχών κατά τον ιερό Πατέρα είναι στα μοναστήρια τους, όχι σε κοσμικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις επισήμων, που οδηγούν σε σχέσεις διαπλοκής με την έκαστε εξουσία, γι’ αυτό το λόγο και επέβαλε την παραμονή τους στις μονές.

Οι Τρεις Ιεράρχες ζητάνε από τους χριστιανούς της εποχής τους, να ανακαλύψουν την αυθεντική θρησκευτικότητα, αυτή που απελευθερώνει τον άνθρωπο, μακριά από δεισιδαιμονίες, προλήψεις και φοβίες. Ενδιαφέρονται για την ερμηνεία των Γραφών, βοηθώντας έτσι τους χριστιανούς όχι μόνο της εποχής τους αλλά και διαχρονικά στην κατανόηση και εμπέδωση των ιερών κειμένων. Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι ο Χρυσόστομος θέλοντας να είναι ακριβής στο έργο της ερμηνείας της Βίβλου κάνει 7.000 παραπομπές στην Παλαιά και 11.000 στην Καινή Διαθήκη. Οποιοσδήποτε από τους παρόντες έχει ασχοληθεί με στοιχειώδη επιστημονική έρευνα κατανοεί το μέγεθος του παραπάνω εγχειρήματος.

      Άνθρωποι με ανοιχτούς πνευματικούς ορίζοντες, οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν κατ’ επανάληψιν στα κείμενά τους την αξία της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Ο Γρηγόριος αντιδρώντας στις απόψεις κάποιων ακραίων και φοβικών χριστιανών, που αρνούνταν τη μελέτη της κλασικής παιδείας, υποστηρίζει πως είναι «αγροίκοι και αγράμματοι», όσοι δε δέχονται την αξία της. Αποκαλεί την πόλη των Αθηνών που ήταν κέντρο σπουδής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, «Χρυσή Αθήνα των Γραμμάτων».

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήθελαν τους χριστιανούς νέους ανθρώπους χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς ευρύτητα γνώσεων, χωρίς γενικότερο προβληματισμό. Τους ήθελαν μέσα στην κοινωνία και τη ζωή, μετόχους των κοινωνικών ανησυχιών και φιλοσοφικών ρευμάτων. Ο Χρυσόστομος τους προτείνει να σπουδάσουν πρώτα στα δημόσια ειδωλολατρικά σχολεία κι όχι στα μοναστήρια, ενώ ο Μ. Βασίλειος στέλνει στον εθνικό Λιβάνιο φτωχούς χριστιανούς νέους για να σπουδάσουν κοντά του, ενώ δεν χάνει ευκαιρία να υμνήσει την αξία της φιλοσοφίας και της προσφοράς της στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων.

Και οι τρείς αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε ένα ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: «ξέρω πολλούς», λέει ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβόμενους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».

 
 

ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

Οι κοινωνικές θέσεις τους είναι τόσο σύγχρονες και ριζοσπαστικές που νομίζει κανείς πως έχουν γραφεί μόλις τον τελευταίο αιώνα και μάλιστα κατά τα διαστήματα των μεγάλων κοινωνικών επαναστάσεων και συγκρούσεων. Ο Νικόλας Μπερντιάεφ ο μεγαλύτερος ίσως Ρώσος διανοητής του 20ου αιώνα μεταξύ των άλλων αναφέρει «στον Μεγάλο Βασίλειο όπως και στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο η κοινωνική αδικία, δημιούργημα της κακής διανομή του πλούτου κριτικάρεται με μια δριμύτητα που θα έκανε τον Προυντόν και τον Καρλ Μαρξ να χλωμιάσουν».

Ο γνωστός σε όλους ΄Εριχ Φρομ στο βιβλίο του «Να έχεις ή να είσαι» προβάλλει τις απόψεις των Πατέρων για την κοινοκτημοσύνη αξιολογώντας τες θετικά. Για τους Τρεις Ιεράρχες το πρόβλημα της ανισοκατανομής των αγαθών δεν αποδίδεται στο θέλημα του Θεού, ούτε σε φυσικές αιτίες και τυχαία γεγονότα αλλά σε συγκεκριμένες ενέργειες αυτών που κατέχουν την εξουσία και τον πλούτο. «Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα Θεού», λέει ο άγιος Γρηγόριος «ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο… Με την πτώση θρυμματίστηκε η αρχική ενότητα και ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, οι θρασύτεροι με τη βοήθεια του πολιτικού νόμου, τον οποίο κατέστησαν όργανο καταδυναστεύσεως, επιβλήθηκαν στους ασθενέστερους και έτσι οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους και σε πολλές άλλες κατηγορίες. Εμείς όμως, σαν χριστιανοί οφείλουμε να αποβλέπουμε και να τείνουμε στην αρχική ενότητα και όχι στην κατοπινή διαίρεση, στο νόμο του Θεού και όχι στο νόμο του ισχυρού», (Περί φιλοπτωχίας PG 35, 892 Α-Β). Είναι πασιφανές ότι ο νόμος του Θεού, δηλαδή ο νόμος της αγάπης, της ισότητας, της ελευθερίας της ειρήνης, δεν έχει τίποτα κοινό με το νόμο των ισχυρών κάθε εποχής.

Ο Μέγας Βασίλειος γίνεται πολύ παραστατικός όταν θέλει να αναφερθεί στην αδικία και την αρπαγή του πλούτου από τους κοινωνικά δυνατούς, ανατρέποντας μάλιστα με τα λεγόμενά του τις κοινωνικά αποδεκτές αντιλήψεις περί κλοπής: «συνήθως» λέει «χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια από τα λουτρά. Δεν είναι όμως αυτοί οι πραγματικοί κλέφτες… αλλά κάποιοι…που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, άλλα αφαιρούν κρυφά, άλλα παίρνουν φανερά με τη βία… Κοινωνοί της κλοπής όμως γίνονται κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν απ’ αυτούς χρήματα…», για οποιουσδήποτε λόγους. «Αντί να τους ελέγχουν και να τους νουθετούν…εύκολα τους απλώνουν το χέρι και του μακαρίζουν…και τους αδύνατους τους μισούν για τις πράξεις αυτές ενώ τους άλλους που είναι μεγάλοι κλέφτες τους θαυμάζουν».

Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούν ότι η κοινοκτημοσύνη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος και προτείνουν την πρωτοχριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων όπου όλα ήταν κοινά, σαν πρότυπο για μια δίκαιη κοινωνική οργάνωση των χριστιανικών κοινωνιών, (PG 31, 325 Α-Β). O Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος αναφέρει για τους Τρεις Ιεράρχες: «η γλώσσα τους αποκτά μια μοναδική οξύτητα όταν κηρύσσουν την ισότητα και την αδελφοσύνη όλων των ανθρώπων. Αφύσικα βλέπει» φωνάζει ο Μέγας Βασίλειος όποιος κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Είναι «άθεοι» ή «παράλογοι» και οπωσδήποτε «λωποδύτες» αυτοί που θησαυρίζουν σε βάρος των άλλων και κρατούν τα πλούτη τους για αποκλειστική τους χρήση». Ο Χρυσόστομος ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο χαρακτηρίζει την πλεονεξία των πλουσίων ως ειδωλολατρία, (PG 2,123).

Οι Τρείς Πατέρες πιστεύουν ξεκάθαρα πως η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα, την εγκατάλειψη, τους πολέμους. «Οι πόλεμοι» γράφει ο Χρυσόστομος «γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», ενώ ο Βασίλειος διερωτάται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου; Οι εξοπλισμοί» συμπληρώνει «γίνονται για την απόκτηση του πλούτου» (Ε.Π.Ε. 6,312). Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, συμπληρώνοντας τον προβληματισμό του Μ. Βασιλείου λέει: «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότητα καταδίκη των πολιτών», (ΒΕΠ 59, 141).

Λόγια ξεκάθαρα και αληθινά. Λόγια που η αιώνια αξία τους αποδεικνύεται διαρκώς μέσα στην ιστορία. Θα αναφέρω ενδεικτικά δύο παραδείγματα από την εποχή μας για του λόγου το αληθές. Το πρώτο: η περυσινή έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για το 2007 και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο μας πληροφορεί ότι 22 δις δολάρια κατά μέσο όρο δαπανώνται κάθε χρόνο για όπλα από χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Με αυτά τα χρήματα οι συγκεκριμένες χώρες θα είχαν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν σε κάθε παιδί μια θέση στο σχολείο και να μειώσουν την παιδική θνησιμότητα κατά δύο τρίτα μέχρι το 2015. Το δεύτερο: το κόστος 216 Τόμαχοκ που εξαπολύθηκαν στον πόλεμο κατά του Ιράκ σε μια μόνο ημέρα (19/1/1990) αρκούσαν να θρέψουν με τρόφιμα το λαό της Αιθιοπίας για έξι μήνες.

Σε μια εποχή που η γυναίκα βρισκόταν στο κοινωνικό περιθώριο οι Πατέρες αναλαμβάνουν την υπεράσπισή της και αγωνίζονται σθεναρά να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει στην κοινωνία Είναι γνωστή σε όλους μας η θέση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου 17 αιώνες πριν την εποχή μας όταν στιγμάτιζε, τη μεροληπτική υπέρ των ανδρών νομοθεσία του κράτους. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερχόμενος σε ρήξη με τις ανδροκρατικές αντιλήψεις της εποχής του, επιλέγει ως πρώτη μεταξύ των συνεργατών του μια γυναίκα, τη μετέπειτα Αγία Ολυμπιάδα η οποία αναδεικνύεται σε ηγέτιδα του χριστιανικού κοινωνικού έργου.

 

ΠΑΙΔΕΙΑ ΖΩΗΣ ΄Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΠΕΔΩΣΗ;

Μελετώντας κανείς τις θέσεις των Τριών Ιεραρχών για θέματα αγωγής των νέων, συναντά στα κείμενα τους προβληματισμούς και προτάσεις, όμοιες με τις πλέον προωθημένες της εποχής μας στις επιστήμες της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας. Δυστυχώς όμως, ακόμα παραμένουν άγνωστες, όχι απλά στο ευρύ κοινό αλλά και στον εκπαιδευτικό κόσμο.

Η παιδεία κατά τους Τρείς Ιεράρχες πρέπει να αποτελεί δρόμο απελευθέρωσης προσωπικής και κοινωνικής, όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δάσκαλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Το να αγαπά ο δάσκαλος το μαθητή και να αγαπιέται από αυτόν, «το φιλείν και φιλείσθαι» όπως ακριβώς λέει, είναι το στοιχείο εκείνο που βοηθάει ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία. Ο καλός δάσκαλος κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει, (MG. 57327 ) Δεν είναι εγωιστής ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία», (MG. 57,61 ).

Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, ( MG. 60,35-36 ). Απέναντι τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. (MG. 61,404-406 ). Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί αλλά φιλόστοργοι. (MG. 62,402-403 ). Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (του μαθητού)», (MG. 61 593-594).

Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, (M.G. 62,404), αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει δρόμους.

Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του συστήματος, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία είναι κατευθυνόμενη, γι’ αυτό και αποτυχημένη. Οι νέοι-ες κατευθύνονται σύμφωνα με τις ανάγκες του συστήματος κάθε χώρας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ότι μόνο ένας στους πέντε νέους κατάφερε να εισαχθεί στη σχολή των ονείρων του την προηγούμενη χρονιά. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. (Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας και ο γιος μου ανταλλακτικό). Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ότι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει ούτε στην παραγωγικότητα, ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους. Άραγε πόσοι από τους μαθητές, για παράδειγμα, της Λέσβου, ακόμη κι απ’ αυτούς που έχουν πετύχει στις καλύτερες πανεπιστημιακές και πολυτεχνικές σχολές έχουν μυηθεί στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη;

Όπως ωραία λέει ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει « η κατά κεφαλήν καλλιέργεια αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Ξεκόψαμε τη γνώση από τη ζωή, τον έρωτα, την ομορφιά. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Για όποιον αμφιβάλει γι’ αυτή την αποτυχία, παραπέμπω στην πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για τους νέους όπου τα συμπεράσματά της μας αποκαλύπτουν ότι το 20% των Ελλήνων μαθητών ηλικίας 15 ως 18 ετών υποφέρει από κατάθλιψη, στις κοπέλες μάλιστα το ποσοστό φτάνει στο 30%. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί) μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς. Μια άλλη έρευνα έδειξε ότι το 97% των γονέων που έχουν παιδιά στο δημοτικό σχολείο απαιτούν πρώτιστα από αυτά την άριστη βαθμολογία. Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη». Όλα θυσιάζονται εκεί. Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης ενώ τα παιδιά μας στην ηλικία που διψάνε για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αρχαίων, κλπ.

Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε ακόμη και η έκθεση ιδεών, το μάθημα που ο μαθητής υποτίθεται ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο. Ο μαθητής αφού πληρώσει αδρά ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τι πιστεύει» και πως «πρέπει να το εκθέσει» ούτως ώστε να «πετύχει». Ζητάμε δηλαδή από τον νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του αλλά για την ευλυγισία της μέσης του, τις γνωριμίες του, τα «κονέ» του που λένε οι νέοι, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα τι μπορούμε να περιμένουμε; Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει». Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι», του «πρεστίζ». Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προ τα έξω. Ξεχάσαμε ότι η αξία δεν βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά. Στο βάθος ακούγεται η κραυγή αυτών που παλεύουν και διψάνε για ζωή. «Φανέρωσέ μας τη μάσκα που κρύβεις κάτω από τη μάσκα που φοράς», λέει το τραγούδι. Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. Θέλει ψυχή.

Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής; Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας». Αν θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες δε χρειάζεται να το κάνουμε μέσα από ακίνδυνες τυπικές γιορτές. Απαιτείται μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...