Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λατρεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λατρεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Ο διάλογος του Ιησού με την Σαμαρείτιδα.



5 Έρχεται τότε σε μια πόλη της Σαμάρειας που λέγεται Συχάρ, κοντά στο χωράφι που έδωσε ο Ιακώβ στον Ιωσήφ το γιο του.

6 Και εκεί ήταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, λοιπόν, επειδή είχε κουραστεί από την οδοιπορία, καθόταν έτσι απλά δίπλα στο πηγάδι. Ήταν περίπου δώδεκα η ώρα το μεσημέρι.

7 Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να αντλήσει νερό. Λέει σ’ αυτήν ο Ιησούς: «Δώσε μου να πιω»

8 – γιατί οι μαθητές του είχαν φύγει στην πόλη, για να αγοράσουν τροφές.

9 Του λέει λοιπόν η γυναίκα η Σαμαρείτισσα: «Πώς εσύ που είσαι Ιουδαίος ζητάς να πιεις από εμένα, μια γυναίκα που είμαι Σαμαρείτισσα;» – γιατί δε συναναστρέφονται Ιουδαίοι με Σαμαρείτες.

10 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είναι αυτός που σου λέει, “δώσε μου να πιω”, εσύ θα του ζητούσες και θα σου έδινε νερό ζωντανό».

11 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, ούτε κουβά έχεις και το πηγάδι είναι βαθύ. Από πού λοιπόν έχεις το νερό το ζωντανό;

12 Μήπως εσύ είσαι μεγαλύτερος από τον πατέρα μας τον Ιακώβ, που μας έδωσε το πηγάδι και ήπιε από αυτό αυτός και οι γιοι του και τα θρεφτάρια του;»

13 Αποκρίθηκε ο Ιησούς και της είπε: «Καθένας που πίνει από το νερό τούτο θα διψάσει πάλι.

14 Όποιος όμως πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω δε θα διψάσει στον αιώνα, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του πηγή νερού που θα αναβλύζει για ζωή αιώνια».

15 Λέει προς αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό, για να μη διψώ μήτε να περνώ εδώ να αντλώ».

16 Ο Ιησούς της λέει: «Πήγαινε, φώναξε τον άντρα σου και έλα εδώ».

17 Αποκρίθηκε η γυναίκα και του είπε: «Δεν έχω άντρα». Της λέει ο Ιησούς: «Καλά είπες: “Άντρα δεν έχω” –

18 γιατί πέντε άντρες είχες και τώρα αυτός που έχεις δεν είναι άντρας σου. Αυτό είναι αληθινό που έχεις πει».

19 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης.

20 Οι πατέρες μας σε τούτο το όρος προσκύνησαν το Θεό. αλλά εσείς λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα είναι ο τόπος όπου πρέπει να προσκυνεί κανείς».

21 Της λέει ο Ιησούς: «Πίστευέ με, γυναίκα, ότι έρχεται ώρα που ούτε στο όρος ετούτο ούτε στα Ιεροσόλυμα θα προσκυνείτε τον Πατέρα.

22 Εσείς προσκυνείτε αυτό που δεν ξέρετε. εμείς προσκυνούμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία είναι από τους Ιουδαίους.

23 Αλλά έρχεται ώρα, και μάλιστα είναι τώρα, που οι αληθινοί προσκυνητές θα προσκυνήσουν τον Πατέρα με Πνεύμα και με αλήθεια. Και πράγματι, ο Πατέρας τέτοιοι ζητά να είναι εκείνοι που τον προσκυνούν.

24 Πνεύμα είναι ο Θεός, και εκείνοι που τον προσκυνούν με Πνεύμα και με αλήθεια πρέπει να τον προσκυνούν».

25 Λέει σ’ αυτόν η γυναίκα: «Ξέρω ότι έρχεται ο Μεσσίας, ο λεγόμενος Χριστός. Όταν έρθει εκείνος, θα μας τα αναγγείλει όλα».

26 Της λέει ο Ιησούς: «Εγώ είμαι, που σου μιλώ».

27 Και πάνω σ’ αυτό ήρθαν οι μαθητές του και θαύμαζαν επειδή μιλούσε με γυναίκα. Κανείς όμως δεν είπε: «Τι ζητάς;» ή «Τι μιλάς μαζί της;»

28 Άφησε, λοιπόν, την υδρία της η γυναίκα και πήγε στην πόλη και λέει στους ανθρώπους:

29 «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα. Μήπως αυτός είναι ο Χριστός;»

30 Εκείνοι εξήλθαν από την πόλη και έρχονταν προς αυτόν.

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

Το κερί στη ζωή της εκκλησίας μας


Το κερί στη ζωή της εκκλησίας μας



15Δεν υπάρχει ορθόδοξος Ναός που να μην έχει στην είσοδό του, στον πρόναο ή το πρόπυλο, μανουάλι με κεριά για τους πιστούς και τους προσκυνητές. Και δεν υπάρχει Ορθόδοξος πιστός, από τα νήπια έως τους υπερήλικες, ο οποίος να μην ανάβει το κερί του κάθε φορά που εισέρχεται στον ιερό χώρο του Ναού.
Πώς όμως και γιατί επικράτησε το άναμμα των κεριών στους Ναούς μας;
Η χρήση βεβαίως των κεριών όπως και άλλων φωτιστικών μέσων γινόταν τον πρώτο καιρό για λόγους καθαρά πρακτικούς. Υποκαθιστούσαν τα κεριά το φυσικό φως, για να μπορούν οι πιστοί να βλέπουν στις λατρευτικές τους συνάξεις. Η χρήση τους βέβαια έγινε ακόμη πιο αναγκαία την περίοδο των διωγμών· τότε που η Εκκλησία του Χριστού βρισκόταν στις ανήλιαγες κατακόμβες και χρειαζόταν φως.
Από τον 4ο αιώνα και μετά όμως, που η Εκκλησία εξήλθε διά διατάγματος του αγίου Κωνσταντίνου από τις κατακόμβες, η χρήση διάφορων φωτιστικών μέσων διατηρείται στην Εκκλησία μας με χαρακτήρα έντονα συμβολικό πέραν του καθαρώς πρακτικού.
Έτσι το κερί αποτελεί μια υπόμνηση εσωτερικής αλλοιώσεως, αλλαγής. Όπως αυτό αλλοιώνεται καθώς καίγεται, έτσι καλούμαστε να αλλοιωνόμαστε κι εμείς με το φως του Χριστού, το οποίο θα κατακαίει κάθε πάθος και κακία μας.
Το κερί αρχικά είναι σβησμένο και δεν έχει ούτε τη φωτιστική ιδιότητα ούτε τη θερμότητα. Αυτά τα αποκτά αφού ανάψει από τη φλόγα κάποιου άλλου. Με τον ίδιο τρόπο καλούμαστε κι εμείς να «ανάψουμε» από τη φλόγα του Παναγίου Πνεύματος, να αποκτήσουμε τη θερμότητα της πίστεως και να ακτινοβολήσουμε το φως των καλών έργων στη ζωή μας και στην κοινωνία μας.
Το κερί όταν καίγεται φωτίζει, και όταν φωτίζει καίγεται και εκδαπανάται. Έτσι και κάθε πιστός. Μόνο όταν εκδαπανάται και προσφέρεται και θυσιάζεται με έργα αγάπης και φιλανθρωπίας, φωτίζει το φως του Χριστού γύρω του. Γι’ αυτό κάθε φορά που ανάβουμε το κερί μας, καλούμαστε να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας, ότι πρέπει να συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στο φως της χάρης του Θεού που πήραμε με τη Βάπτισή μας, τότε που πρωτοφωτιστήκαμε με το ανέσπερο φως του Θεού.
Πριν ο πολιτισμός με το ηλεκτρικό του ρεύμα μπει και στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας, ο φωτισμός των ιερών Ναών γινόταν με πολυελαίους που είχαν κεριά ή κανδήλια. Ο πολυέλαιος και τότε αλλά και σήμερα, συμβολίζει τη θριαμβεύουσα Εκκλησία του Χριστού. Τα κεριά ή σήμερα οι ηλεκτρικές λάμπες, συμβολίζουν τους αγίους ή το φως των εν ουρανοίς ευρισκομένων αγίων. Γι’ αυτό και σε ιερές πανηγύρεις και θείες Λειτουργίες, ιδιαίτερα στα μοναστήρια, σείουν τους πολυελαίους, για να φανερώσουν, ότι και οι άγιοι στα επουράνια συνεορτάζουν και συμμετέχουν και συγχορεύουν με την επίγεια Εκκλησία του Χριστού.
Όχι λοιπόν! Δεν είναι απλώς ένας τύπος το άναμμα του κεριού. Ούτε είναι κάτι που, όπως λέγεται από πολλούς συχνά τελευταία, επινόησε και διατηρεί η Εκκλησία μας για καθαρά εισπρακτικούς και κερδοσκοπικούς λόγους.
Είναι μια βαθιά υπόμνηση. Υπόμνηση για αγιασμό. Για θυσία. Για φωτισμό. Κρύβει έναν μυστικό συμβολισμό που βοηθά τους πιστούς.
Γι’ αυτό και αιώνες τώρα ο πιστός λαός μας διατηρεί αυτή την πρακτική. Και θα πρέπει και ο καθένας μας με τέτοια συναίσθηση και αγίους πόθους να την επιτελεί και να τη διδάσκει σε μικρούς και μεγάλους.
Αναδημοσίευση από:http://www.agioritikovima.gr/perizois/23527-to-keri-ti-z%CE%BFi
http://albanaki.blogspot.gr/2014/02/blog-post_4769.html?spref=bl
 
 

Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Σχολιασμός της Θείας Λειτουργίας

Η Θεία Λειτουργία αρχίζει!!!

Η λειτουργία των Κατηχουμένων

Η Λειτουργία των Κατηχουμένων, αντιστοιχεί στην παρουσία Του ανάμεσα στους ανθρώπους, στους οποίους δίδαξε τον Λόγο της Αλήθειας.

Στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού μπορούσαν να συμμετέχουν σ’ αυτήν και οι Κατηχούμενοι, δηλαδή όσοι προετοιμάζονταν να γίνουν Χριστιανοί, χωρίς να έχουν βαπτισθεί ακόμη.

Ο Ιερέας αρχίζει μέσα από το Άγιο Βήμα με την εκφώνηση*:

«Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».

Έτσι δοξολογεί τον Τριαδικό Θεό και τον προσκαλεί να είναι παρών στο μυστήριο. Την ίδια ώρα ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ευαγγέλιο και στυαυρώνει με αυτό την Αγία Τράπεζα.

Ο λαός απαντάει: «Αμήν». Είναι μια εβραϊκή λέξη που σημαίνει «ας γίνει» ή «πραγματικά, αληθινά».



Τα ειρηνικά

Στη συνέχεια, ο διάκονος όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη μοιάζει με άγγελο που καλεί τον λαό να προσευχηθεί.

Αρχίζει με την αίτηση για την ειρήνη, γιατί χωρίς αυτήν είναι αδύνατη η προσευχή.

Και οι πιστοί αναφωνούν νοερά, μαζί με τον χορό* που ψάλλει: «Κύριε ελέησον» (=Κύριε, ελέησέ μας).

Όρθιος μπροστά στην Ωραία Πύλη, κρατώντας πάντα ανασηκωμένο το οράριο σαν απλωμένη αγγελική φτερούγα, ο διάκονος παρακινεί τον λαό σε προσευχή

  • για την «άνωθεν ειρήνη» και την σωτηρία των ψυχών τους,
  • για την ειρήνη όλου του κόσμου, για να είναι ακλόνητες οι άγιες Εκκλησίες του Θεού και για την ένωση όλων των ανθρώπων,
  • για τον ιερό ναό και όσους μπαίνουν μέσα σ’ αυτόν με πίστη, ευλάβεια και φόβο Θεού,
  • για τον Αρχιεπίσκοπο,
  • για το έθνος μας, τους άρχοντες και τον στρατό,
  • για την πόλη ή το χωριό, όπου τελείται η Λειτουργία,
  • για να είναι ευνοϊκές οι καιρικές συνθήκες, για να δώσει η γη πλούσιους καρπούς και για χρόνια ειρηνικά,
  • για τους ταξιδιώτες, τους αρρώστους, τους κουρασμένους, τους αιχμαλώτους
  • για να απαλλαγούμε όλοι μας από κάθε οργή, κίνδυνο και δύσκολη περίσταση.

Για να δείξει την αδυναμία των προσευχών μας, ο διάκονος στρέφεται στις μορφές της Θεοτόκου και των Αγίων, στο Τέμπλο, και καλεί τους πιστούς να θυμηθούν εκείνους που ήξεραν να προσεύχονται καλύτερα από εμάς, και που τώρα παρακαλούν για μας στους ουρανούς. Μας καλεί επίσης να προσφέρουμε ο καθένας τον εαυτό του κι ο ένας τον άλλον, καθώς και όλη τη ζωή μας στον Χριστό και Θεό μας.

(Νικολάι Βασιλίεβιτς Γόγκολ,

«Στοχασμοί στη Θεία Λειτουργία» - διασκευή)


Η ειρήνη

«Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν!

Ειρήνη πάσι!

Πολύ συχνά ακούμε στον ναό εκφωνήσεις και ευχές που μιλούν για την ειρήνη. Μας υπενθυμίζουν ότι βρισκόμαστε στον οίκο του Θεού της ειρήνης και ότι η Εκκλησία του Χριστού είναι το βασίλειο της ειρήνης. Γι’ αυτό κάθε πιστός πρέπει να βιώνει την ειρήνη στις σχέσεις του προς τον Θεό, προς τους ανθρώπους και προς τον ίδιο τον εαυτό του.

Προς τον Θεό, με τη διαρκή μετάνοια και την τήρηση των εντολών Του.

Προς τους ανθρώπους, με την αγάπη, την υπομονή, την πραότητα, την ανοχή, την σπλαγχνικότητα.

Και προς τον εαυτό του, με την υπακοή στην φωνή της συνειδήσεώς του.

Ας θυμόμαστε πάντα την συμβουλή του Αποστόλου: «Να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους. Επιδιώκετε και την αγιότητα, χωρίς την οποία κανείς δεν θ’ αντικρύσει τον Κύριο» (Εβρ. 12,14).

(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)



Τα «αντίφωνα»

Είναι στίχοι από ψαλμούς, που συνοδεύονται από έναν ύμνο («εφύμνιο»).

Ψάλλονται «κατ’ αντιφωνίαν», δηλαδή κάποιος απαγγέλει τον στίχο και στη συνέχεια, όλος ο χορός ψέλνει το «εφύμνιο».

Τα αντίφωνα είναι τρία.

Το πρώτο έχει σαν εφύμνιο το: «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου, Σώτερ, σώσον ημάς».

Το εφύμνιο του δευτέρου είναι: «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».

Το εφύμνιο του τρίτου είναι το απολυτίκιο της ημέρας.


Τρεις φορές επαναλαμβάνεται η μικρή συναπτή : «’Ετι και έτι εν ειρήνη….», «Αντιλαβού, σώσον…», «Της Παναγίας αχράντου…». Δεν είναι επανάληψη παλαιών ή των ίδιων αιτήσεων, αλλά είναι αναζήτηση καινούργιων εμπειριών. Ξανά και ξανά λοιπόν ζητάμε το έλεος Του, γιατί είναι απερίγραπτοι και απερινόητοι οι οικτιρμοί Του. Εκτός αυτών η επανάληψη μέσα στη Λατρεία και τη ζωή γενικότερα είναι σύνηθες φαινόμενο, εφ’ όσον είναι ευχάριστη η επανάληψη και ουσιώδης. Ποια μάνα δεν φιλάει ξανά και ξανά το παιδί της.


Η ΜΙΚΡΗ ΕΙΣΟΔΟΣ


Είναι μια μικρή λιτανεία, που γίνεται στην αρχή σχεδόν της Θ. Λειτουργίας.

Η μικρή είσοδος συμβολίζει την έναρξη της δημόσιας ζωής και δράσης του Χριστού. Όταν, δηλαδή, αφού βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, άρχισε να εμφανίζεται μπροστά στα πλήθη των ανθρώπων και να τους διδάσκει τον Λόγο του Θεού.

Ενώ ψάλλεται το «γ’ αντίφωνο», που είναι το απολυτίκιο της ημέρας, ο ιερέας πλησιάζει στην αγία Τράπεζα, παίρνει το Ευαγγέλιο και το βγάζει έξω, στον λαό.


Δεν βγαίνει από την κεντρική πύλη του Ιερού Βήματος, την «Ωραία Πύλη», αλλά από την πλαϊνή.

Ο Ιερέας κρατάει στα χέρια του το Ιερό Ευαγγέλιο. Είναι το πιο ιερό βιβλίο για την Εκκλησία μας. Βρίσκεται πάντοτε πάνω στην Αγία Τράπεζα. Περιέχει αποσπάσματα από τα τέσσερα ευαγγέλια, δηλ. τα κείμενα στα οποία οι τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης) κατέγραψαν τη ζωή και τη διδασκαλία του Χριστού.

Κρατάει μάλιστα το Ευαγγέλιο μπροστά από το πρόσωπό του. Δείχνει ότι δεν περνάει ανάμεσά μας αυτός, αλλά ο Κύριος που σε λίγο θα μας διδάξει.

Μπροστά από τον Ιερέα πηγαίνουν παιδιά με λαμπάδες και εξαπτέρυγα. Η λαμπάδα στην Μικρή Είσοδο συμβολίζει τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτός προχώρησε μπροστά από τον Χριστό, για να ετοιμάσει το δρόμο Του. Κήρυττε στους ανθρώπους ότι «να, έφτασε η Βασιλεία των Ουρανών».


Μόλις φτάσει στο κέντρο του ναού ο ιερέας αναφωνεί: «Σοφία. Ορθοί». Διακηρύσσει έτσι ότι η Σοφία του Θεού φανερώθηκε στον κόσμο με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Με το «Ορθοί» καλεί όλους να σταθούν ευλαβικά όρθιοι.


Ύστερα όλοι μαζί ψέλνουμε: «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ. Σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς Σοι: Αλληλούια».

Δηλαδή: «Ελάτε, ας προσκυνήσουμε κι ας λατρεύσουμε τον Χριστό. Σώσε μας, Υιέ του Θεού, εσύ που αναστήθηκες από τους νεκρούς, εμάς που σου ψέλνουμε: Αλληλούια».

Στη συνέχεια μπαίνει πάλι στο Ιερό Βήμα. Οι ψάλτες ψέλνουν τα απολυτίκια της εορτής ή του αγίου, που τιμά η Εκκλήσία την ημέρα εκείνη. Κι ακόμη, το απολυτίκιο του Αγίου, στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός και το κοντάκιο της εορτής.


Σε λίγο ψέλνουμε τον Τρισάγιο Ύμνο, δηλαδή το «Άγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς».


Αυτό σημαίνει: «Άγιος είσαι ο Θεός, άγιος και ισχυρός, άγιος και αθάνατος. Ελέησέ μας».


ΤΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ


Στη συνέχεια, ο αναγνώστης θα διαβάσει τον Απόστολο, δηλαδή ένα κομμάτι από τις επιστολές που έγραψαν οι Απόστολοι σε διάφορες Εκκλησίες ή από τις «Πράξεις των Αποστόλων».

Όταν τελειώσει και ο Απόστολος, ο Ιερέας θα εμφανισθεί στην Ωραία Πύλη. Θα κρατάει και πάλι το Ευαγγέλιο, ανοιχτό αυτή τη φορά.

Μπορούμε να δούμε ότι στο κάλυμμα του βιβλίου από την μία πλευρά είναι σκαλισμένη η εικόνα της Σταύρωσης και από την άλλη, της Ανάστασης.

Τώρα οι πιστοί ακούν ένα απόσπασμα από το ιερό αυτό βιβλίο, που θα το διαβάσει ο Ιερέας.



«Με τα κεφάλια σκυμμένα ευλαβικά, προσέχοντας το Ευαγγέλιο, όλοι αγωνίζονται να δεχθούν μέσα τους τον σπόρο του θείου Λόγου. Τον σπόρο που σπέρνει ο ουράνιος σποριάς με το στόμα του Ιερέα Του στις καρδιές τους. Όχι όμως στις καρδιές εκείνες, που ο Σωτήρας παρομοίασε με τη γη δίπλα στο δρόμο, όπου, αν και έπεσε ο σπόρος, καταπατήθηκε και τα πετεινά του ουρανού, δηλ. οι κακές σκέψεις μας, τον κατέφαγαν.

Ούτε στις καρδιές που μοιάζουν με πέτρινο έδαφος, όπου μολονότι δέχονται μετά χαράς τον σπόρο του λόγου, αυτός δεν βγάζει βαθειές ρίζες –γιατί είναι καρδιές χωρίς βάθος κι ο σπόρος μόλις βλαστήσει ξεραίνεται. Ούτε και στις καρδιές που μοιάζουν με γη γεμάτη αγκάθια (τις φροντίδες και τις μέριμνές μας), που πνίγουν τον σπόρο μόλις φυτρώσει. Καρποφορεί μόνο στις καρδιές που μοιάζουν με την καλή γη και δίνουν καρπό, άλλη εκατό φορές περισσότερο, άλλη εξήντα και άλλη τριάντα».

(Νικολάι Γκόγκολ, Στοχασμοί στη Θεία Λειτουργία)




Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ

Στα παλιά χρόνια, που οι Χριστιανοί βαπτίζονταν σε μεγάλη ηλικία, όσοι δεν είχαν βαπτισθεί ακόμη, αλλά πήγαιναν στη Θεία Λειτουργία για να ακούσουν τον Λόγο του Θεού –οι Κατηχούμενοι- έφευγαν από το ναό μετά το Ευαγγέλιο, μόλις τελείωνε ο Ιερέας το κήρυγμα. Έμεναν τότε μόνο οι βαπτισμένοι Χριστιανοί, οι Πιστοί. Αυτοί μόνο μπορούσαν να συμμετέχουν στη Θεία Λειτουργία και όταν θα ερχόταν η ώρα, να κοινωνούν.

Έτσι, μετά το Ευαγγέλιο αρχίζει το μέρος της Θείας Λειτουργίας, που ονομάζεται Λειτουργία των Πιστών.

Από το σημείο αυτό δεν επιτρέπεται να φεύγει κανείς από το ναό. Όλοι θα μείνουν μέχρι το τέλος της Θ. Λειτουργίας!


Ο ψάλτης αρχίζει τον Χερουβικό Ύμνο, που καλεί τους πιστούς να ξεχάσουν κάθε φροντίδα την ώρα εκείνη, γιατί θα υποδεχθούν τον Βασιλιά των Όλων, μαζί με στρατιές Αγγέλων.

Την ώρα εκείνη ο Ιερέας απλώνει πάνω στην Αγία Τράπεζα το Ειλητό, ένα μεταξωτό πανί, που εικονίζει την ταφή του Κυρίου. Πάνω σ’ αυτό το πανί θα τοποθετηθούν, μετά τη Μεγάλη Είσοδο, ο άγιος Δίσκος (που περιέχει τον Αμνό και τις μερίδες της Παναγίας, των Αγίων και όλων των πιστών) και το Άγιο Ποτήριο (που περιέχει κρασί και λίγο νερό). Ύστερα, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και θυμιάζει όλους τους πιστούς για να θυμίσει σε όλους πως πρέπει να κατευθύνουν την προσευχή τους σαν θυμίαμα μπροστά στον Κύριο, λέγοντας τον 50ο ψαλμό του Δαυίδ, δηλαδή τον ψαλμό της μετανοίας. Το θυμίαμα αυτό συμβολίζει τη σμυρναλόη του Νικοδήμου. Πριν πάρει στα χέρια του ο Λειτουργός τα τίμια Δώρα, ζητά συγγνώμη από τους τυχόν συλλειτουργούς του Ιερείς, και κατόπιν βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ζητά συγγνώμη από το λαό.


Ακολουθεί η Μεγάλη Είσοδος. Ο Ιερέας ξεκινάει από την Προσκομιδή και, κρατώντας τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο, περνάει ανάμεσα από τους πιστούς και από την Ωραία Πύλη μπαίνει στο Ιερό Βήμα για να τα τοποθετήσει πάνω στην Αγία Τράπεζα και να τα σκεπάσει με ένα τετράγωνο ύφασμα, τον «Αέρα», που συμβολίζει το λίθο που σφράγισε τον Πανάγιο Τάφο.

Η λιτανεία αυτή συμβολίζει την είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα για το πάθος και την πορεία του Κυρίου προς τον Γολγοθά και τον Πανάγιο Τάφο (δηλαδή την εναπόθεση Του στην Αγία Τράπεζα). Λέγεται «Μεγάλη Είσοδος» διότι πλησιάζει η τέλεση του μεγάλου Μυστηρίου. Το θυμίαμα κατά την Μεγάλη Είσοδο συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα με τη φωτιά του θυμιατού και τον ευωδιαστό καπνό του θυμιάματος. Το θυμίαμα μετά την απόθεση των τιμίων Δώρων επάνω στο Αντιμήνσιο και την κάλυψη τους με τον Αέρα, υποδηλώνει τα αρώματα των Μυροφόρων. Σε ορισμένους ναούς και στα μοναστήρια, μετά την Μεγάλη Είσοδο, κλείνονται πρώτα τα Βημόθυρα (οι ξύλινες μικρές πόρτες της Ωραίας Πύλης), που σημαίνουν την κάθοδο στον Άδη, και κατόπιν το καταπέτασμα (η κουρτίνα της Ωραίας Πύλης), που υποδηλώνει την εγκατάσταση της κουστωδίας.





ΣΥΝΑΠΤΗ ΤΙΜΙΩΝ ΔΩΡΩΝ - ΣΥΜΒΟΛΟ ΠΙΣΤΕΩΣ - ΑΓΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ

Ύστερα από τη Μεγάλη Είσοδο ακολουθούν οι «Αιτήσεις». Με αυτές ο Ιερέας μας καλεί να ζητήσουμε από τον Κύριο ειρηνική και χωρίς αμαρτίες την ημέρα μας, Άγγελο φύλακα από κάθε κακό, συγχώρηση των αμαρτιών μας, τα καλά και ωφέλιμα για τις ψυχές μας και ειρήνη στον κόσμο και άλλα πνευματικά αγαθά. Κι εμείς, σε κάθε αίτηση, απαντάμε: «Παράσχου, Κύριε» (δηλαδή, «Χάρισέ μας, Κύριε»).

Κατόπιν μας προτρέπει να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο. Στηρίζεται στα λόγια του Χριστού, σύμφωνα με τα οποία δεν είναι δυνατόν να προσφέρει κανείς το δώρο του στον Θεό, αν προηγουμένως δεν έχει συγχωρεθεί με τον αδελφό του.


Πλησιάζει μετά η ομολογία της πίστεως, όταν δηλαδή όλοι μαζί θα πούμε το «Πιστεύω». Γι’ αυτό ακολουθεί το παράγγελμα του διακόνου: «Τας θύρας, τας θύρας! Εν σοφία πρόσχωμεν». Στα παλιά χρόνια οι θυρωροί έπρεπε να προσέχουν τις πόρτες, μήπως μπει στο ναό κάποιος κατηχούμενος ή άπιστος.

Ενώ απαγγέλουμε το Σύμβολο της Πίστεως, ο Ιερέας ξεσκεπάζει τα τίμια Δώρα και ανακινεί πάνω τους τον «Αέρα». Αυτό συμβολίζει την πνοή του Αγίου Πνεύματος, που σε λίγο θα τα καθαγιάσει.

Μετά καλούμαστε να σταθούμε με ευλάβεια και σεβασμό: «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου…». Τώρα θα προσφέρουμε στο Θεό το μεγάλο Μυστήριο, δείγμα λατρείας και αφοσίωσης.

Ο Ιερέας αρχίζει να απαγγέλλει τη μεγάλη ευχή του Καθαγιασμού των τιμίων Δώρων. Με αυτήν ευχαριστεί τον Θεό για όσα μας έχει δώσει και ιδίως, γιατί έστειλε τον Μονογενή Υιό Του που μας παρέδωσε το μεγάλο Μυστήριο.



Στο σημείο αυτό εκφωνεί τα λόγια, με τα οποία ο Κύριος συνέστησε το Μυστήριο στη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου:

«Λάβετε, φάγετε, τούτο μου εστί το Σώμα, το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Λάβετε και φάγετε, αυτό είναι το Σώμα μου, που για χάρη σας κομματιάζεται, για τη συγχώρεση των αμαρτιών σας». Την ώρα αυτή ο Ιερέας δείχνει το ψωμί, που σε λίγο θα γίνει Σώμα Χριστού.

Και μετά από λίγο, δείχνει το Άγιο Ποτήριο με το κρασί και λέει:

«Πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το Αίμα μου, το της Καινής Διαθήκης, το υπέρ ημών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών» -δηλαδή, «Πιείτε απ’ αυτό όλοι, αυτό είναι το Αίμα μου, το αίμα της Καινής Διαθήκης, που χύνεται για σας και για όλους, για την άφεση των αμαρτιών σας».

Και καταλήγει ο Ιερέας, υψώνοντας μαζί τον Άγιο Δίσκο και το Άγιο Ποτήριο: «Τα σα εκ των σων σοί προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα» -δηλαδή, «αυτά τα δικά Σου Δώρα προσφέρουμε σ’ Εσένα σε κάθε καιρό και για όλες τις ευεργεσίες Σου».


Και ακολουθεί η μεγάλη στιγμή. Ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να στείλει το Άγιο Πνεύμα στα τίμια Δώρα και να τα μεταβάλει σε Σώμα και Αίμα Χριστού.

Ο Ιερέας ευλογεί με το σημείο του Σταυρού πάνω από τον Άγιο Άρτο, λέγοντας: «Και ποίησον τον μεν άρτον τούτον τίμιον σώμα του Χριστού σου. Αμήν» -δηλαδή, «Και κάνε αυτόν τον Άρτο, το ίδιο το τίμιο Σώμα του Χριστού Σου. Αμήν».

Και μετά ευλογεί πάνω από το Άγιο Ποτήριο, λέγοντας: «Το δε εν τω Ποτηρίω τούτω τίμιον αίμα του Χριστού σου. Αμήν» -που σημαίνει: «Κι αυτό που είναι μέσα σε τούτο το Ποτήριο, (κάνε το) το ίδιο το τίμιο Αίμα του Χριστού Σου. Αμήν».

Και στη συνέχεια, ευλογώντας σταυρωτά τον Άγιο Άρτο και το Άγιο Ποτήριο, ο Ιερέας λέει: «Μεταβαλών τω Πνεύματί Σου τω Αγίω. Αμήν, αμήν, αμήν» -δηλαδή, «Αφού τα μεταβάλεις με το Πνεύμα Σου το Άγιο. Αμήν, αμήν, αμήν».

Έτσι γίνεται το θαύμα της μεταβολής του ψωμιού και του κρασιού, που προσέφεραν οι Χριστιανοί, στο ίδιο το Σώμα και το ίδιο το Αίμα του Χριστού. Πόσο μεγάλη είναι η τιμή που μας γίνεται, να παρευρισκόμαστε στο μεγάλο αυτό θαύμα!

Την ίδια ώρα οι πιστοί ψάλλουν: «Σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοί ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου ο Θεός ημών» -που σημαίνει: «Εσένα υμνούμε, Εσένα ευλογούμε, Εσένα ευχαριστούμε, Κύριε, και Σε παρακαλούμε, Θεέ μας».

Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».


Σε λίγο, αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.



ΔΙΠΤΥΧΑ – ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ

Μετά τον Καθαγιασμό των τίμιων Δώρων, ο Ιερέας μνημονεύει όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Πρώτα τους Αγίους –και εξαιρετικά την Θεοτόκο. Ύστερα τους κεκοιμημένους Χριστιανούς. Τέλος, τους ζωντανούς, με πρώτον τον Αρχιεπίσκοπο. Και για να μη μείνει κανείς έξω από το μεγάλο Δείπνο, στο τέλος ζητάει από τον Κύριο να θυμηθεί: «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων και πασών» -δηλαδή, «και όλους όσους έχει στο νου του ο καθένας, άντρες και γυναίκες».

Σε λίγο, αρχίζει η προετοιμασία για την Θεία Κοινωνία.

Όταν ο Ιερέας παύσει να μνημονεύει τα ονόματα των πιστών, βγαίνει στην Ωραία Πύλη και ευλογεί όλο το εκκλησίασμα με τον Τίμιο Σταυρό, λέγοντας: «Και έσται τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού μετά πάντων υμών», δηλαδή: «Και ας είναι οι δωρεές του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού μαζί με όλους σας». Και οι πιστοί απαντούν: «Και μετά του πνεύματός σου» -«Και με το δικό σου πνεύμα».

Και τότε, αμέσως αρχίζει η

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ


Με μια σειρά δεήσεις μπροστά από τα καθαγιασμένα ήδη Τίμια Δώρα, ο Ιερέας παρακαλεί τον Θεό να αξιώσει αυτόν και τους πιστούς να μεταλάβουν τα άχραντα μυστήρια. Και ο λαός απαντά: «Κύριε ελέησον» ή «Παράσχου Κύριε».

Τότε απαγγέλουν όλοι μαζί την «Κυριακή προσευχή», δηλ. την προσευχή που δίδαξε ο Κύριος στους μαθητές του, πάνω σε ένα ύψωμα της Γαλιλαίας:


Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

Με την Κυριακή προσευχή, το Πάτερ ημών δηλαδή, οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό, που τον ονομάζουν Πατέρα τους:


  • Να δοξάζεται το όνομα του Θεού σε όλους τους ανθρώπους, με τα λόγια και τα έργα των πιστών Του
  • Να έρθει η Βασιλεία του Θεού στις ψυχές όλων των ανθρώπων
  • Να εφαρμόζεται από όλους τους ανθρώπους το άγιο θέλημα του Θεού
  • Να δώσει ο Θεός «τον επιούσιο άρτο», δηλ. όλα όσα είναι αναγκαία για την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου, και πρώτα απ’ όλα το ίδιο το Σώμα και το Αίμα Του
  • Να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους, με την προϋπόθεση ότι κι αυτοί θα συγχωρούν τις αμαρτίες των άλλων
  • Να μην επιτρέψει να βρεθούν σε περιστάσεις που θα τους εκθέσουν στον κίνδυνο της αμαρτίας.


Και στο τέλος, ομολογούν –με το στόμα του Ιερέα- ότι ο Θεός μπορεί να τους δώσει όλα αυτά γιατί είναι ο αιώνιος βασιλιάς και ο Παντοδύναμος Θεός, που προστατεύει και βοηθά τους ανθρώπους.

Στη συνέχεια ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς, λέγοντας: «Ειρήνη πάσι» -«Ειρήνη σε όλους»- και σε λίγο τους λέει: «Πρόσχωμεν» -«Ας προσέξουμε».

Αμέσως ύστερα, υψώνει τον Άγιο Άρτο και αναφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις»-δηλαδή, «Τα άγια Δώρα είναι για τους αγίους». Εννοεί με αυτό ότι πρέπει να είναι άγιοι όσοι θα δεχτούν μέσα τους το Άγιο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Ότι δηλαδή πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους για να κοινωνήσουν. Και βέβαια, ο Χριστιανός καθαρίζεται από τις αμαρτίες όταν τις ακουμπά στο επιτραχήλιο του Πνευματικού, στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολόγησης, αφού πρώτα μετανοήσει (μετανοιώσει) ειλικρινά γι’ αυτές. Τότε κλείνει η Ωραία Πύλη.

Ο Ιερέας χωρίζει σε 4 μέρη τον Άγιο Άρτο. Το πρώτο από αυτά τα μέρη το ρίχνει μέσα στο Άγιο Ποτήριο, που περιέχει το πανάχραντο Θείο Αίμα. Το δεύτερο το βάζει στην άκρη για να κοινωνήσουν ο ίδιος και ο διάκονος, χωριστά από το Αίμα. Και τα άλλα μέρη τα κόβει σε μικρότερα τεμάχια, ανάλογα με τον αριθμό εκείνων που θα κοινωνήσουν.

Μ’ αυτόν τον τεμαχισμό δεν διαιρείται το Σώμα του Χριστού. Και στο μικρότερο κομματάκι απ’ αυτά διατηρείται ολόκληρος ο Χριστός – όπως κάθε μέλος του ζωντανού σώματος μας είναι παρούσα ψυχή, όχι μερισμένη, αλλά ενιαία και αδιαίρετη. Όπως σε ένα καθρέφτη, που αν σπάσει σε χίλια κομμάτια, τα ίδια αντικείμενα εξακολουθούν να καθρεφτίζονται ακόμα και στο μικρότερο κομμάτι. Όπως τέλος ένας ήχος διατηρείται ακέραιος και ολόκληρος έστω και αν τον ακούνε χιλιάδες αυτιά.

Ακόμη, θα ρίξει στο Άγ. Ποτήριο το «άγιο ζέον», δηλ. ζεστό νερό, που συμβολίζει την ζεστή Πίστη όσων συμμετέχουν στη Θ. Λειτουργία και τη θερμότητα του Αγίου Πνεύματος.

Ύστερα γονατίζει και διαβάζει κάποιες ευχές με τις οποίες παρακαλεί τον Κύριο να μεταλάβει αξίως. Ο ίδιος και ο διάκονος, αν υπάρχει, κοινωνούν πρώτα το Σώμα και μετά το Αίμα του Κυρίου, χωριστά. Και αφού κοινωνήσουν, βάζουν προσεκτικά ό,τι υπάρχει πάνω στον Άγιο Δίσκο, μέσα στο Άγιο Ποτήριο.


Στον καιρό της πρώτης Εκκλησίας, οι πιστοί κοινωνούσαν τα θεία Μυστήρια χωριστά, όπως σήμερα οι κληρικοί, παίρνοντας ο καθένας στα χέρια του το πανάχραντο Σώμα του Κυρίου, και πίνοντας ύστερα από το Ποτήριο το πανάχραντο Αίμα Του. Όταν όμως κάποιοι χριστιανοί αμαθείς και απαίδευτοι – χριστιανοί στο όνομα μόνο – άρχισαν να παίρνουν τα Τίμια Δώρα στα σπίτια τους και να τα χρησιμοποιούν σε δεισιδαιμονικές και βλάσφημες τελετές, ή και μέσα στην Εκκλησία να τα αντιμετωπίζουν με ασέβεια, δημιουργώντας θόρυβο και ταραχή, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θέσπισε να δίνονται στο λαό ενωμένα το Σώμα και το Αίμα. Και όχι μέσα στα χέρια τους, αλλά απευθείας στο στόμα, με την αγία Λαβίδα, που εικονίζει την λαβίδα εκείνη με το αναμμένο κάρβουνο, με την οποία το πύρινο Σεραφείμ άγγιξε τα χείλη του προφήτη Ησαΐα, θυμίζοντας έτσι σε όλους τι είναι αυτό που άγγιξε τα χείλη τους. Αφού κοινωνήσει πρώτα ο ίδιος και έπειτα μεταδώσει τα Θεία Δώρα και στο διάκονο, ο λειτουργός του Χριστού, εμφανίζεται σαν ένας καινούργιος άνθρωπος, καθαρισμένος με τη θεία Κοινωνία από όλα του τα αμαρτήματα, σαν αληθινά άγιος αυτή τη στιγμή και άξιος να μεταδώσει τα Θεία Δώρα στους πιστούς.


ΘΕΙΑ ΜΕΤΑΛΗΨΗ

Βγαίνει στην Ωραία Πύλη, κρατώντας το Άγιο Ποτήριο και καλεί τους πιστούς λέγοντας: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε» -δηλαδή, «Πλησιάστε με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη».

Και όσοι είναι προετοιμασμένοι –καθαρισμένοι από τις αμαρτίες τους, νηστικοί εκείνο το πρωΐ, χωρίς μίσος για κάποιον αδελφό τους, με προσευχή- πλησιάζουν για να δεχθούν μέσα τους το Σωμα και το Αίμα του Χριστού. Για να γίνουν «σύσσωμοι και σύναιμοι Χριστού» -δηλ. για να έχουν το ίδιο με τον Χριστό Σώμα και το ίδιο Αίμα.



ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ – ΑΠΟΛΥΣΗ

Μετά την Θ. Κοινωνία ψέλνουν όλοι το «Είδομεν το φως το αληθινόν…», έναν ύμνο για το Άγιο Πνεύμα, με τον οποίο ομολογούν την πίστη τους στην Αγία Τριάδα και την δοξολογούν, με αφορμή το μεγάλο μυστήριο που τελέσθηκε με τη δύναμη του Τριαδικού Θεού και στο οποίο όλη η Εκκλησία συμμετείχε.

Όλοι οι πιστοί ευχαριστούν τον Θεό, για το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, το οποίο κοινώνησαν. Και βέβαια, εννοείται ότι κανείς δεν φεύγει πριν ευχαριστήσει τον Θεό για τα μεγάλα αυτά Δώρα. Αλλιώς μοιάζει με τον Ιούδα, που έφυγε από τον Μυστικό Δείπνο, αμέσως μόλις έλαβε από τον Άρτο.

Οι πιστοί, γεμάτοι ευγνωμοσύνη στον Κύριο για την Θεία Κοινωνία και για τις πλούσιες ευλογίες ψέλνουν τον ύμνο του Ιώβ: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και εως του αιώνος» -«Ας είναι το όνομα του Κυρίου ευλογημένο, τώρα και πάντοτε».

Ύστερα, ο Ιερέας ευλογεί τους πιστούς και κάνει την απόλυση. Τώρα οι πιστοί μπορούν να απολυθούν εν ειρήνη, δηλαδή να αποχωρήσουν από το ναό με την ειρήνη του Θεού, για να πάνε στο σπίτι τους να … συνεχίσουν την Θεία Λειτουργία. Όχι απαραίτητα να ψάλλουν, αλλά με την συμπεριφορά τους από εκεί και στο εξής να φέρονται όπως αρμόζει σε όποιον κατοικεί μέσα του ο Χριστός. Να μεταφέρουν τον αγιασμό που δέχθηκαν σε όλους τους γύρω τους, στους οποίους βέβαια θα φέρονται με την αγάπη του Χριστού, που πρώτα στην Θ. Λειτουργία έζησαν.

Όσοι δεν κοινώνησαν, στο τέλος παίρνουν αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα. Αντίδωρο είναι αυτό που δίνεται αντί για το δώρο, την Θ. Ευχαριστία. Ο καθένας, παίρνοντας ένα κομμάτι αντίδωρο, πρέπει να το δέχεται σαν ψωμί από το συμπόσιο εκείνο, όπου ο ίδιος ο Δημιουργός μίλησε στον λαό Του, και να το τρώει με ευλάβεια, θεωρώντας όλους τους ανθρώπους γύρω του σαν αληθινά και πολυαγάπητα αδέρφια του. Και, σύμφωνα με την αρχαία συνήθεια, πρέπει να το φάει πριν από κάθε άλλη τροφή. Μπορεί ακόμη να το πάρει στο σπίτι, στην οικογένειά του, ή να το προσφέρει σε αρρώστους, σε φτωχούς και σε κάθε άλλον, που για οποιονδήποτε λόγο δεν μπόρεσε να έρθει στην εκκλησία για την Λειτουργία.

Αλλά και όποιος κοινώνησε προσέχει, σύμφωνα με την παλαιά ευλαβική συνήθεια, να μην φτύσει την ημέρα εκείνη. Το αίμα του, είπαμε, έχει γίνει ένα με του Χριστού το Αίμα και στο στόμα του ενδέχεται να βρίσκεται ακόμη κάποιο μικρό κομμάτι Αγίου Άρτου, που ωστόσο είναι ολόκληρο του Χριστού το Σώμα.

Και βέβαια, δεν συμμετέχουμε στα άχραντα μυστήρια μόνο κάθε… Χριστούγεννα και Πάσχα. Σίγουρα, αν δεν κοινωνήσουμε σ’ αυτές τις μεγάλες γιορτές της Εκκλησίοας μας, τα κοσμικά τραπέζια και τα πανηγύρια μόνο δεν έχουν κανένα νόημα. Δεν γεννιέται μέσα μας ο Χριστός ούτε ζούμε την Ανάστασή Του. Μόνο με την Θεία Κοινωνία γίνεται αυτό.
Η συμμετοχή μας, ωστόσο, να είναι όσο γίνεται πιο τακτική. Εννοείται, με την ευλογία του πνευματικού μας και μετά από κατάλληλη προετοιμασία. Όσο συχνότερα μπορεί κανείς να παίρνει μέρος σ’ αυτό το ιερό πανηγύρι της Αγάπης.

Σημειώσεις

* Εκφώνηση: μία φράση, η τελευταία πρόταση μιας ευχής, την οποία ο Ιερέας λέει «εκφώνως», δηλαδή με δυνατή φωνή.
* Χορός: η χορωδία των ψαλτών, που συμμετέχει στην Θεία Λειτουργία και στις άλλες ακολουθίες.
 

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2013

Κι άλλος… κι άλλος Άγιος


Ήταν Κυριακή και παρακολουθούσα τη θεία Λειτουργία κάπου προς το τέλος του ναού. Μπήκε μια νέα κυρία, με ένα τρισχαριτωμένο κοριτσάκι στην αγκαλιά. Πίσω ο πατέρας, κρατώντας από το χέρι το μικρό αγοράκι τους. Πήρε από το παγκάρι κεριά και τα μοίρασε στον καθένα. Πάλευε το νήπιο να ανάψει με το χεράκι του το κερί. Διακριτικά το βοηθούσε η μητέρα του. Δική του η προσφορά, και το κατόρθωμα. Έπειτα ασπάστηκαν όλοι τους τις εικόνες στα προσκυνητάρια. Ήταν αρκετές. Ακουμπούσαν τα χειλάκια του νηπίου, σταυροκοπιόταν και ασπάζονταν η μητέρα.

—Μαμά, φώναξε η μικρούλα: «Τσι άλλος, τσι άλλος Άγιος!» και την τραβούσε να πάνε κοντά… Από πίσω τους ο γιός με τον πατέρα. Στριφογύριζε στην αγκαλιά η μικρή, για να το πει και στο αδερφάκι της. Σήκωσε το χεράκι κι έδειχνε: «Τσι άλλος, τσι άλλος Άγιος!». Κάθισαν, μα τα μικρά αθώα πλάσματα μετρούσαν στα εικονοστάσια, στους τοίχους, στα τόξα, στο τέμπλο, τις εικόνες. Το νήπιο επαναλάμβανε: «τσι άλλος, τσι άλλος Άγιος»! Ἔμοιαζαν ευτυχισμένα, γιατί βρίσκονταν στο σπίτι του Θεού με τούς πολλούς Αγίους! Άθελά μας, όσοι βρεθήκαμε κοντά, γυρίζαμε τα μάτια να δούμε: Οι Άγιοι στις εικονογραφίες ήταν γυρισμένοι προς το μέρος μας. Κρατούσαν το σταυρό ή δέονταν. Άπλωναν τα αγιασμένα χέρια τους, για να πάρουν τη δέησή μας κι ενισχυμένη από τη μεσιτεία τους, να τη μεταφέρουν στον κοινό Πατέρα. Τα παιδάκια ψιθύριζαν τα ίδια λόγια κι εμείς ενδόμυχα δεόμαστε: «Άγιοι του Θεού, πρεσβεύσατε υπέρ ημών». Πλήθος παλαιών και νεότερων Αγίων κοντά μας.

Τα ψελλίσματα των μικρών, αθέλητα κι αταίριαστα για την ώρα, παρέσυραν τη σκέψη σε ευσεβείς στοχασμούς: Λοιπόν, η πνευματική δύναμη των Αγίων δαμάζει το χρόνο. Η λάμψη τους μένει αμείωτη. Η υπερχρονική και οικουμενική παρουσία τους είναι ζωντανή στη λατρευτική ατμόσφαιρα της Εκκλησίας μας. Μάρτυρες, ησυχαστές, Ασκητές, «ξίφει ή πυρί ή θαλάσση τελειωθέντες». Στρατηγοί, παρθένες, σφριγηλοί νέοι, μητέρες, αθώα νήπια, ιατροί και οι «συν αυτοίς» ανώνυμοι Άγιοι.

Τα παιδάκια ψιθύριζαν κατά διαστήματα «τσι άλλος, τσι άλλος Άγιος…». «Νέφος Αγίων». Ο ναός βέβαια, σκεφτόμουν, δεν είναι ένα μουσείο τέχνης, αλλά εργαστήριο Αγιότητος. Προβάλλει με τις εικόνες και τα συναξάρια τούς Αγίους για να τούς μιμηθούμε. Συνειδητά ίσως προσπαθούμε «το ἐκείνων αγαθόν οικειον ποιείσθαι, διά μιμήσεως» (Μ. Βασίλειος). Στο χώρο της Εκκλησίας, αντικρίζοντας τούς Αγίους, «αγωνιζόμαστε να ουρανώσουμε τον εαυτό μας». Οι Άγιοι, πού ασκούν μια μυστική έλξη στα αθώα παιδιά και στους προβληματισμένους ή αμαρτωλούς μεγαλύτερους ανθρώπους, δεν είναι υπερφυσικά όντα. Είναι όπως όλοι οι σύγχρονοί τους, όπως εμείς. Δεν ήταν απόκοσμοι. Φίλοι του Θεού ήταν. Ήταν από χώμα τα μάτια τους, αλλά κοίταζαν τον Ουρανό. Δεν ήταν ριζωμένοι στη γη. Εμείς καταφεύγουμε σε αυτούς, δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς Αγίους, χωρίς μεσίτες στο Θεό!

Και μετά την απόλυση της θείας Λειτουργίας, ξαναθυμόμουν τις φωνούλες των νηπίων και παρακαλούσα με ξένα λόγια: «Δός μας κι άλλους, κι άλλους Αγίους, Κύριε όχι μόνο στους τοίχους και στους τρούλους των ναών, όχι μόνο στα τέμπλα και στα προσκυνητάρια, όχι μόνο στα εικονίσματα και στα συναξάρια… στη ζωή μας σήμερα…» δός μας Αγίους!

Φαίνεται πώς δεν λείπουν και στην εποχή μας, κι ας μένουν αφανείς. Αποσύρονται διακριτικά οι ίδιοι, για να δείχνουν το δρόμο του Θεού. Υπάρχουν κι άλλοι, κι άλλοι Άγιοι, κι είναι, είπαν, πιθανόν περισσότεροι οι άγνωστοι. Κάποιοι ἴσως περπατούν και στην «Ομόνοια» ακόμα της Αθήνας. Αυτοί ας περιφρουρούν τις ψυχές και τον τόπο μας!

Από το περιοδικό: «Η δράση μας», τεύχος Αυγούστου – Σεπτεμβρίου 2010.

Πηγή: http://www.orp.gr
 

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Γιατί η λατρεία είναι συλλογική υπόθεση;



 

Πολλές φορές ρωτάτε... "δεν αρκεί, κυρία, να λατρεύουμε το Θεό μόνοι μας στο σπίτι κάνοντας την προσευχή μας; Γιατί θα πρέπει να πηγαίνουμε στην Εκκλησία;
Το γιατί, λοιπόν, η λατρεία είναι συλλογική υπόθεση μας το λέει έξοχα το κείμενο που ακολουθεί:









 
"...Η λατρεία διαφέρει από την προσευχή – μεταξύ των άλλων – και κατά το ότι τελείται στο Ναό· σε συγκεκριμένες ώρες, όχι όποτε θέλουμε· με προσδιορισμένες εκφράσεις, όχι όπως επιλέγουμε.[...]
Η λατρεία νοείται μόνο συλλογικά, εκκλησιαστικά. Δε λατρεύει το Θεό κανείς μόνος του, ούτε από σπίτι του· Τον λατρεύει μαζί με άλλους και μέσα στο Ναό, με τους αδελφούς του και τους αδελφούς του Χριστού, σε ένα χώρο που δεν είναι δικός του για κοινή χρήση, αλλά πιο κοντινός του γιατί είναι του Θεού. Δε μαζευόμαστε στην εκκλησία για κανέναν άλλο λόγο παρά για να λατρεύσουμε όλοι και μαζί. Δεν γίνεται η λατρεία αν είμαστε αρκετοί αλλά όχι όλοι· ούτε πάλι αν είμαστε μεν όλοι αλλά χωριστά. Ο Θεός δε λατρεύεται από τον καθένα μόνο του, αλλά λατρεύεται μόνον από την Εκκλησία ως καθολική οντότητα. Γι’ αυτό και η Θεία Λειτουργία κάνει το χώρο σημείο, μεταποιεί την ιστορία σε διαρκές «σήμερον» και παρόν, ενώνει τους πάντες...
Μέσα στη Θεία Λειτουργία οι λέξεις «πάντων», «πάσα» και «όλοι» διαπερνούν όλες σχεδόν τις ευχές· «πάντων των αγίων μνημονεύσαντες», αναφέρουμε όλους τους Αγίους μην μας ξεφύγει κανένας. Και όταν μνημονεύουμε τις ψυχές και τα ονόματα, καταλήγουμε με την ευχή κανείς να μην εξαιρεθεί: «Και πάντων και πασών». Η Θεία Λατρεία λοιπόν προσφέρεται από όλους και επίσης από όλους μαζί. Γι’ αυτό και δε μπορεί να είναι τοπική ούτε μερική, αλλά καθολική και οικουμενική. Η Εκκλησία ζει όλες τις λειτουργίες σαν μία· συγκεντρώνει όλους τούς Ναούς, όλες τις αναίμακτες θυσίες που προσφέρονται από όλον τον κόσμο, συλλέγει τους πάντες και τα πάντα και τα προσφέρει θυσία ευάρεστη τω Θεώ. Αυτή η καθολικότητα εκφράzει τό μυστήριο της ενότητας.
Ποιός όμως είναι ο βαθύτερος λόγος να είμαστε όλοι και μαζί; Ας ανατρέξουμε στη δημιουργία μας. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και έπλασε και τον Αδάμ, είπε ότι «ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον», γι’ αυτό και προχώρησε στη δημιουργία της Εύας. Και από τους πρωτοπλάστους γεννάται το ανθρώπινο είδος με όλες του τις ευλογίες . «Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον». Δεν είναι εγωισμός μόνο το να θέλει κανείς να είναι πρώτος, αλλά υπάρχει ένας άλλος ύπουλος εγωισμός, το να θέλει να είναι κανείς μόνος. Και αυτό είναι τραγικό. Θα αναφέρω ένα παράδειγμα που ίσως ξαφνιάσει. Συχνά πηγαίνουμε στην εκκλησία, κρατούμε ένα βιβλιαράκι, κρυβόμαστε σε μια σκοτεινή γωνιά, δεν θέλουμε, να ασχολούμαστε με τίποτε άλλο και αν κανείς δίπλα μας κουνηθεί διαμαρτυρόμαστε ότι μας εμποδίζει να συγκεντρωθούμε. Μα στο Ναό δεν πηγαίνουμε για να συγκεντρωθούμε. Αν σκοπός μας ήταν η αυτοσυγκέντρωση, τότε ο χώρος του κελλιού μας θα ήταν καταλληλότερος.

Στο Ναό πηγαίνουμε για να κοινωνήσουμε. Ο ένας να περιχωρήσει στη ζωή του άλλου και να ανοίξει τις πόρτες του και προς τα έξω, για να βγει ο ίδιος, και προς τα μέσα, για να μπουν οι άλλοι που θα φέρουν το Θεό.
*Πηγαίνουμε για να συγ-χωρηθούμε δηλαδή να μπούμε στον ίδιο χώρο.
*Πηγαίνουμε για να συγ-χρονισθούμε· δηλαδή να είμαστε ταυτόχρονοι στη δόξα μας προς το Θεό και στην παράστασή μας ενώπιόν Του.
*Πηγαίνουμε για να συν-αδελφωθούμε.

Δεν πηγαίνουμε για να βάλουμε το μυαλό μας να πονοκεφαλιάσει με φίλαυτες απομονωτικές σκέψεις. Γι’ αυτό και η Εκκλησία, χωρίς να δέχεται την ασεβή φασαρία, είναι ανεκτική στη σχετική αταξία, στη φυσική ανησυχία των μικρών παιδιών, στη δυσκολία απόλυτης προσαρμογής των ασθενών, των γερόντων ή των ψυχικά ασταθών, που όμως όλοι τα μέγιστα συμβάλλουν στην κοινωνία της θείας λατρείας.
Οι Ναοί μας δεν αποτελούν χώρους απόλυτης συμμετρίας ή επιβεβλημένης τάξης και οργάνωσης, αλλά χώρους όπου το τυπικό, η ευταξία, οι διατάξεις διευκολύνουν την μεταξύ μας και μετά του Θεού κοινωνία. Αυτός είναι και ο λόγος που οι λατρευτικές ευκαιρίες μας αποκαλούνται συνάξεις, το κατ’ εξοχήν μυστήριο κοινωνία, το δε σώμα του Χριστού Εκκλησία.
Δεν γίνεται να κοινωνήσουμε το Θεό χωρίς να μπορέσουμε να κοινωνούμε μεταξύ μας• και δε γίνεται να κοινωνούμε μεταξύ μας, αν δε μπορέσουμε κάποτε να βγούμε από τον εαυτό μας. Και για να βγούμε από τον εαυτό μας, μας βάζει η Εκκλησία εδώ που όλοι μαζί μαζευόμαστε, ξεχνώντας ο καθένας τη δική του αυτοσυγκέντρωση, το δικό του εαυτό.
...Συγχωρεμένοι, αγαπημένοι, ενωμένοι στην Εκκλησία μπορούμε να μυσταγωγηθούμε στο μυστήριο του Θεού και να προετοιμάσουμε έτσι το έδαφος της ψυχής μας για να δέχεται τη χάρη του Θεού. Τότε κανείς παύει να παρακολουθεί, αλλά συμμετέχει στη θεία Λατρεία.

πηγή:www.peptousia.gr
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...