Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατρίδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πατρίδα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013
Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013
ΤΟ ΞΥΠΟΛΗΤΟ ΤΑΓΜΑ 1954
Το Ξυπόλητο τάγμα είναι η αληθινή ιστορία 160 παιδιών, που η δράση τους πήρε διαστάσεις μύθου όταν διώχτηκαν από τα ορφανοτροφεία της Θεσσαλονίκης από τους Ναζί κατακτητές στα χρόνια της κατοχής του Bʼ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα παιδιά μεταβάλλονται σʼ ένα είδος καλόκαρδης ηρωικής συμμορίας, που κλέβει από τους Γερμανούς και του μαυραγορίτες για να συντηρεί τα μέλη της κι όσους μπορεί από τον κόσμο γύρω της.Ο Βιτόριο Ντε Σίκα όταν είδε το 1955 το Ξυπόλητο Τάγμα στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου είπε στον Γκρεγκ Τάλλας: «Αν είχες γυρίσει αυτή την ταινία προτού γυρίσω εγώ τον Κλέφτη των Ποδηλάτων τότε σήμερα θα ήσουν εσύ ο Ντε Σίκα!».
Eπίσης, πέρα από την αρωγή που παρείχαν στο κόσμο, κατάφερναν με την εξυπνάδα και το κουράγιο τους να βοηθούν την Αντίσταση, βρίσκοντας τρόπους να φυγαδεύουν στη Μέση Ανατολή Έλληνες, Αμερικάνους και Εγγλέζους αξιωματικούς, με σκοπό να ενωθούν με τους εκεί συμμαχικούς στρατούς.
Περισσότερα για την ταινία
Το αρνητικό της ταινίας είχε χαθεί και χάρη στις προσπάθειες του διευθυντή της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, Θόδωρου Αδαμόπουλου που εντόπισε δύο κόπιες προβολής σε καλή κατάσταση, δημιουργήθηκε, μετά από χρονοβόρες και πολυδάπανες διαδικασίες, ένα καινούργιο αρνητικό της ταινίας.
Tο ελληνικό όνομα του Γκρεγκ Τάλλας ήταν Γρηγόρης Θαλασσινός. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1909 πέθανε στην Αθήνα το 1993.
Tην καταπληκτική μουσική της ταινίας έχει γράψει ο Μίκης Θεοδωράκης και αυτή ήταν η πρώτη μουσική που συνέθεσε για κινηματογραφική ταινία.
Tο Ξυπόλητο Τάγμα ήταν η πρώτη ελληνική ταινία που βραβεύθηκε σε διεθνές φεστιβάλ.
Τα 63 από τα 66 παιδιά που πήραν μέρος στα γυρίσματα, ο Γκρεγκ Τάλλας τα πήρε από αναμορφωτήρια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Η μηχανή λήψης που χρησιμοποιήθηκε για την ταινία ήταν του 1924 και ο οπερατέρ Μιχάλης Γαζιάδης είχε στη διάθεσή του μόνο 6 προβολείς για το φωτισμό. Oι Aμερικανοί δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι η ταινία γυρίστηκε με τόσο λίγα τεχνικά μέσα. O φωνολήπτης της Κολούμπια ήταν αδύνατο να δεχθεί πως αυτή η ταινία γυρίστηκε βουβή και πως είχαν επιτευχθεί τόσο άψογοι συγχρονισμοί στο ντουμπλάρισμα της ηχητικής μπάντας στην Ελλάδα!
Πρωταγωνιστούν:
Μαρία Κωστή (Αλεξάνδρα)
Νίκος Φέρμας (Μάρκος)
Βασίλης Φραγκιαδάκης (Ανδρέας)
Αντώνης Βούλγαρης (Νίκος)
Στράτης Κρότος (Δημήτρης)
Σκηνοθεσία: Γκρέγκ Τάλλας (Γρηγόρης Θαλασσινός )
Σενάριο: Νίκος Κατσιώτης
Χρονολογία παραγωγής: 1954
Πηγή: Αντίπερα Όχθη
το βρήκαμε εδώ http://tvxs.gr/webtv/tainies/ksypolyto-tagma
Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013
Ταξίδι φυγής
Κάνε κλικ στην εικόνα για να παίξεις |
Ένα παιχνίδι-ριάλιτι, ένα παιχνίδι επιβίωσης βασισμένο στην πραγματικότητα. Ένα παιχνίδι για το τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας.
Εκφράζουμε την αμέριστη ευγνωμοσύνη μας προς την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, οι οποίοι έχουν χρηματοδοτήσει το κόστος για τη μεταφορά του παιγνιδιού στην Ελληνική γλώσσα.
Ευχαριστούμε τη CYTANET για τη φιλοξενία του διαφημιστικού banner στην ιστοσελίδα τους, καθώς επίσης και όλα τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας που στήριξαν την προσπάθειά μας για την προώθηση του παιγνιδιού.
Ευχαριστούμε επίσης το Περιφερειακό Γραφείο για τις Βαλτικές και Βόρειες χώρες της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, το οποίο δημιούργησε το παιγνίδι (αρχική μορφή Mot alla Odds, (c) 2005) καθώς επίσης και την εταιρεία Statoil για τη γενναιόδωρη προσφορά τους. Ευχαριστίες και προς την εταιρία Paregos AB, TicTac Interactive AB, Microsoft and Datareal AB για τη συνεργασία τους.
Υπεύθυνη για τη μεταφορά του παιγνιδιού στην Ελληνική γλώσσα είναι η Αντιπροσωπεία στην Κύπρο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον Eduardo Landin, ασκούμενο στο Γραφείο της ΄Υπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο, ο οποίος επιμελήθηκε τη μεταφορά του κειμένου και των ταινιών στο διαδίκτυο, καθώς επίσης και στον Stefan Ege για τη συνεργασία του.
Αντιπροσωπεία στην Κύπρο
Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες
Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013
Προσκυνητής: Σμύρνη.Σεπτέμβριος 1922: για μια πράξη ευαισθησίας...
Προσκυνητής: Σμύρνη.Σεπτέμβριος 1922: για μια πράξη ευαισθησίας...: Πρόκειται για μια πράξη εξαίρετης ευαισθησίας μέσα στην κόλαση της φωτιάς και της θηριωδίας. Τη σπουδαία πληροφορία οφείλουμε στον ιστ...
Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013
Εννοιολογικός χάρτης "Η πατρίδα του Ιησού"
Ο εννοιολογικός χάρτης, που παρατίθεται στη συνέχεια, αφορά την ενότητα 1 του εγχειριδίου των Θρησκευτικών της Β΄ Γυμνασίου. Είναι ένα χρησιμότατο εργαλείο διδασκαλίας, που δίνει μία συνθετική εικόνα του μαθήματος, απαραίτητη για την κατανόησή του. Έχει δημιουργηθεί με το λογισμικό C Map.
( C) Νίκος Παύλου
http://theologoi-school.blogspot.gr/
( C) Νίκος Παύλου
http://theologoi-school.blogspot.gr/
Σάββατο 29 Ιουνίου 2013
καλοκαιρινές ευχές !
Εύχομαι σε όλους τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς ,
ύστερα από μία κουραστική και ''περίεργη'' σχολική χρονιά,
να χαρείτε με τις οικογένειές σας και τους φίλους σας το καλοκαίρι
και το φθινόπωρο να μας βρει όλους υγιείς και χαρούμενους στις θέσεις μας.
Τρίτη 28 Μαΐου 2013
Άλωση της Πόλης, θρύλοι και παραδόσεις
29η Μαΐου, 2:30 τό μεσημέρι: Ἡ χιλιόχρονη βυζαντινή αὐτοκρατορία εἶχε καταλυθεῖ. Καμιᾶς πολιτείας ἡ πτώση δέν θρηνήθηκε τόσο πολύ ὅσο τῆς Πόλης τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἐπειδή ὡς τό 1453 εἶχε παραμείνει τό ἀδούλωτο προπύργιο τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους. Ἡ ἀντίσταση τῶν πολιορκουμένων μπροστά στούς πολυάριθμους ἄπιστους γιά τήν πατρίδα καί τή θρησκεία, ἔμεινε χαραγμένη στόν ὑπόδουλο Ἑλληνισμό καί δημιούργησε τήν ἐθνική συνείδηση στούς 4 αἰῶνες σκλαβιᾶς. .... Οἱ Ἕλληνες μόλις διέτρεξε ἡ φήμη πώς ἔπεσε ἡ Πόλη, ἄλλοι ἄρχισαν νά τρέχουν πρός τό λιμάνι στά πλοῖα τῶν Βενετσιάνων καί τῶν Γενοβέζων καί καθώς ὁρμοῦσαν πολλοί πάνω στά πλοῖα βιαστικά καί μέ ἀκαταστασία χάνονταν, γιατί βουλίαζαν τά πλοῖα. Καί ἔγινε ἐκεῖνο πού συνήθως γίνεται σέ τέτοιες καταστάσεις. Μέ θόρυβο, φωνές καί χωρίς καμιά τάξη ἔτρεχαν νά σωθεῖ ὁ καθένας μέσα σέ σύγχυση...
Ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄνδρες καί γυναῖκες, πού ὅλο καί μεγάλωνε ἀπό τούς κυνηγημένους, στράφηκε πρός τόν πιό μεγάλο ναό τῆς Πόλης, πού ὀνομάζεται Ἅγια Σοφιά. Μαζεύτηκαν ἐδῶ ἄνδρες, γυναῖκες καί παιδιά. Σέ λίγο ὅμως πιάστηκαν ἀπό τούς Τούρκους χωρίς ἀντίσταση. Πολλοί ἄνδρες σκοτώθηκαν μέσα στό ναό ἀπό τούς Τούρκους. Ἄλλοι πάλι σ' ἄλλα μέρη τῆς Πόλης πῆραν τούς δρόμους χωρίς νά ξέρουν γιά πού. Σέ λίγο ἄλλοι σκοτώθηκαν, ἄλλοι πιάστηκαν καί πολλοί ὅμως ἀπό τούς Ἕλληνες φάνηκαν γενναῖοι ἀντιστάθηκαν καί σκοτώθηκαν, γιά νά μή δοῦν τίς γυναῖκες καί τά παιδιά τούς σκλάβους.
"Σέ ὅλη τήν Πόλη τίποτε ἄλλο δέν ἔβλεπες παρά αὐτούς πού σκότωναν καί αὐτούς πού σκοτώνονταν αὐτούς πού κυνηγοῦσαν καί κείνους πού ἔφευγαν". Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, "Ἀπόδειξις ἱστοριῶν" (μετάφραση). Ὁ λαός διέδιδε μέ τό τραγοῦδι τοῦ τό σκληρό μήνυμα ὡς θέλημα Θεοῦ. Πῆραν τήν πόλιν, πῆραν τήν, πῆραν τή Σαλονίκη, πῆραν καί τήν Ἁγία Σοφιά, τό μέγα Μοναστῆρι, πού εἶχε τριακόσια σήμαντρα κι ἑξήντα δυό καμπάνες κάθε καμπάνα καί παπάς, κάθε παπάς καί διάκος. Σιμά νά βγοῦν τά ἄξια κι ὁ βασιλιάς τοῦ κόσμου φωνή τούς ἠρθ' ἐξ οὐρανοῦ κι ἀπ' Ἀρχαγγέλου στόμα. Στίς 2:30 τό μεσημέρι ἡ χιλιόχρονη Βυζαντινή Αὐτοκρατορία τό σύμβολο τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί Χριστιανισμοῦ, εἶχε καταλυθεῖ.

Ἡ Λαϊκή μοῦσα θρηνεῖ γιά τήν ἅλωση τῆς Πόλης: "Πάψετε τό Χερουβικό, κι ἄς χαμηλώσουν τ' Ἅγια γιατί εἶναι θέλημα Θεοῦ, ἡ Πόλη νά τουρκέψη". "Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καί δάκρυσαν οἱ εἰκόνες". Ἀλλά τό γενναῖο φρόνημα τοῦ ἔθνους μέ αἰσιοδοξία δηλώνει: "Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μήν κλαίς καί μή δακρύζης, πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί". Θρῆνος κλαυθμός καί ὀδυρμός καί στεναγμός καί λύπη, Θλῖψις ἀπαραμύθητος ἐπεσεν τοῖς Ρωμαίοις. Ἐχάσασιν τό σπίτιν τους, τήν Πόλιν τήν ἁγία, τό θάρρος καί τό καύχημα καί τήν ἀπαντοχήν τους. Τίς τό 'πεν; Τίς τό μήνυσε; Πότε 'λθεν τό μαντάτο; Καράβιν ἐκατέβαινε στά μέρη τῆς Τενέδου καί κατέργον τό ὑπάντησε, στέκει καί ἀναρωτᾶ τό: -"Καράβιν, πόθεν ἔρκεσαι καί πόθεν κατεβαίνεις;" -"Ἐρκομαι ἄκ τά' ἀνάθεμα κι ἐκ τό βαρύν τό σκότος, ἄκ τήν ἀστραποχάλαζην, ἄκ τήν ἀνεμοζάλην ἀπέ τήν Πόλην ἔρχομαι τήν ἀστραποκαμένην. Ἐγώ γομάριν Δέ βαστῶ, ἀμέ μαντάτα φέρνω κακά διά τούς χριστιανούς, πικρά καί δολωμένα." (δημοτικό, ἀπόσπασμα).

Παραδοσιακοί καί θαυμαστοί θρῦλοι, ἀναπτύχθηκαν γύρω ἀπό τήν ἅλωση τῆς Πόλης, γιά νά θρέψουν τίς ἐλπίδες καί τό θάρρος τοῦ ἔθνους ἐπί αἰῶνες. "ΠΑλι μέ ΧρΟνουΣ καί καιροΥΣ" Ὅταν ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη στούς Τούρκους, ἕνα πουλί ἀνέλαβε νά πάει ἕνα γραπτό μήνυμα στήν Τραπεζούντα στήν Χριστιανική Αὐτοκρατορία τοῦ Πόντου γιά τήν Ἅλωση τῆς Πόλης. Μόλις ἔφτασε ἐκεῖ πῆγε κατευθείαν στή Μητρόπολη πού λειτουργοῦσε ὁ Πατριάρχης καί ἄφησε τό χαρτί μέ τό μήνυμα πάνω στήν Ἅγια Τράπεζα. Κανείς δέν τολμοῦσε νά πάει νά διαβάσει τό μήνυμα. Τότε πῆγε ἕνα παλλικάρι, γιός μίας χήρας, καί διάβασε τό ἄσχημο μαντάτο "Πᾶρθεν ἡ Πόλη, Πᾶρθεν ἡ Ρωμανία". Τό ἐκκλησίασμα καί ὁ Πατριάρχης ἄρχισαν τόν θρῆνο, ἀλλά ὁ νέος τους ἀπάντησε "Κι ἄν ἡ Πόλη ἔπεσε, κι ἄν πᾶρθεν ἡ Ρωμανία, πάλι μέ χρόνους καί καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί". Πᾶρθεν ἡ Ρωμανία Ἕναν πουλίν, καλόν πουλίν ἐβγαῖν' ἀπό τήν Πόλην οὐδέ στ' ἀμπέλια κόνεψεν οὐδέ στά περιβόλια, ἐπῆγεν καί-ν ἐκόνεψεν ἅ σου Ἠλί' τόν κάστρον. Ἐσεῖξεν τ' ἕναν τό φτερόν σό αἷμα βουτεμένον, ἐσεῖξεν τ' ἄλλο τό φτερόν, χαρτίν ἔχει γραμμένον, Ἀτό κανείς κι ἀνέγνωσεν, οὐδ' ὁ μητροπολίτης ἕναν παιδίν, καλόν παιδίν, ἔρχεται κι ἀναγνώθει. Σίτ' ἀναγνώθ' σῖτε κλαίγει, σῖτε κρούει τήν καρδίαν. "Ἀλί ἐμᾶς καί βάι ἐμᾶς, πᾶρθεν ἡ Ρωμανία!" Μοιρολογοῦν τά ἐκκλησιᾶς, κλαῖγνε τά μοναστήρια κι ὁ Γιάννες ὁ Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται, -Μή κλαίς, μή κλαίς Ἀϊ-Γιάννε μου, καί δερνοκοπισκᾶσαι -Ἡ Ρωμανία πέρασε, ἡ Ρωμανία 'πάρθεν. -Ἡ Ρωμανία κι ἄν περασεν, ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο. (Δημοτικό τραγοῦδι τοῦ Πόντου).

"ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ": Οἱ περισσότεροι τοπικοί θρῦλοι γιά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σέ ἕνα σημεῖο: ὅλοι δείχνουν ὅτι ὁ χρόνος σταμάτησε μέ τήν κατάληψη τῆς ἱερῆς πόλης τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τούς ἄπιστους Τούρκους καί ὅτι ἡ τάξη στόν κόσμο θά ἐπανέλθει μέ τήν ἀνακατάληψη τῆς Βασιλεύουσας ἀπό τούς Ἕλληνες. Ἔτσι, καί στήν Ἤπειρο ὑπάρχει μιααντίστοιχη λαϊκή δοξασία. Συγκεκριμένα, ἕνα πουλί φέρνει τήν ἀναγγελία τῆς πτώσης τῆς Πόλης σέ μία ὁμάδα βοσκῶν πού ἐκείνη τή στιγμή ποτίζουν τά κοπάδια τους σέ ἕνα ποτάμι, Ὁ θρῦλος λέει ὅτι στό ἄκουσμα τῆς φοβερῆς εἴδησης τά νερά τοῦ ποταμίου σταμάτησαν νά κυλᾶνε, ἀφοῦ καί τό φυσικό στοιχεῖο θεώρησε ὅτι ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης ἦταν κάτι τό ἀνήκουστο. Τό ποτάμι θά συνεχίσει καί πάλι νά κυλάει, μόλις ἀπελευθερωθεῖ ἡ Πόλη, συνεχίζει ὁ λαϊκός θρῦλος...
"ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ": Κάποιος καλόγερος εἶχε ψαρέψει σέ ἕνα ποτάμι ψάρια καί τά τηγάνιζε κοντά στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ. Τή στιγμή ἐκείνη ἀκούστηκε ἀπό ἕνα πουλί τό μήνυμα τῆς πτώσης τῆς Κωνσταντινούπολης στούς Τούρκους. Ὁ καλόγερος σάστισε καί ἀμέσως τά μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν ἀπό τό τηγάνι καί ξαναβρέθηκαν στό ποτάμι. Ἐκεῖ ζοῦν αἰώνια μέχρι τή στιγμή τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Τούρκους, ὅποτε καί θά ξαναβγοῦν γιά νά συνεχιστεῖ τό τηγάνισμά τους.
"Ὁ Πύργος τῆς Βασιλοπούλας": Στά κάστρα τοῦ Διδυμότειχου ἕνας κυκλικός πύργος, ὁ ψηλότερος ὀνομάζεται "πύργος τῆς βασιλοπούλας". Ἡ παράδοση λέει πώς κάποτε ὁ βασιλιάς διασκέδαζε κυνηγώντας καί στή θέση τοῦ ἄφησε τήν κόρη του. Ὅταν τόν εἰδοποίησαν ὅτι ἔρχονται οἱ Τοῦρκοι εἶχε τόση ἐμπιστοσύνη στήν ὀχυρότητα τοῦ κάστρου ὥστε εἶπε: "ἄν σηκωθεῖ ἀπό τή χύτρα ὁ κόκορας καί λαλήσει, θά πιστέψω ὅτι κυριεύτηκε ἡ πόλη.". Οἱ Τοῦρκοι ὅμως χρησιμοποίησαν δόλο καί ἔδειξαν τό χρυσοκέντητο μαντήλι τοῦ βασιλιᾶ στήν κόρη του. Αὐτή μόλις τό εἶδε, τούς παρέδωσε τό κλειδί τοῦ κάστρου κι ἔγινε αἰτία τῆς ἅλωσης. Ὅταν κατάλαβε πώς τήν ξεγέλασαν, δέν ἄντεξε τήν ντροπή καί αὐτοκτόνησε πέφτοντας ἀπό τόν πύργο. Ἀπό τότε ὁ πύργος λέγεται τῆς βασιλοπούλας.
"ΟI ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ": Ἔ νᾶν ἀπό τούς πύργους τῶν τειχῶν τῆς Πόλης τόν ὑπεράσπιζαν τρία ἀδέρφια, ἄρχοντες Κρητικοί πού πολεμοῦσαν μέ τό μέρος τῶν Βενετῶν (ἡ Κρήτη τότε ἦταν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Βενετῶν). Μετά τήν πτώση τῆς πόλης τά τρία ἀδέρφια καί οἱ ἄντρες τούς ἐξακολουθοῦσαν νά πολεμοῦν καί παρά τίς λυσσώδεις προσπάθειες τούς οἱ Τοῦρκοι δέν εἶχαν κατορθώσει νά καταλάβουν τόν πύργο. Γιά τό περιστατικό αὐτό ἐνημερώθηκε ὁ Σουλτάνος καί ἐντυπωσιάστηκε ἀπό τήν παλικαριά τους. Ἀποφάσισε, λοιπόν, νά τούς ἐπιτρέψει νά φύγουν μέ ἀσφάλεια ἀπό τόν πύργο καί νά πάρουν ἕνα καράβι μέ τούς ἄντρες τους καί νά γυρίσουν στήν Κρήτη. Πραγματικά ἡ πρόταση τοῦ ἔγινε δεκτή μέ τή σκέψη ὅτι ἔπρεπε νά μείνουν ζωντανοί γιά νά πολεμήσουν νά ξαναπάρουν τή Βασιλεύουσα πίσω ἀπό τούς ἀπίστους. Ἔτσι οἱ Κρητικοί ἐπιβιβάστηκαν στό πλοῖο τους καί ξεκίνησαν γιά τό νησί τους. Τό πλοῖο δέν ἔφτασε ποτέ στήν Κρήτη καί ὁ θρῦλος λέει ὅτι περιπλανιοῦνται αἰώνια στό πέλαγος μέχρι τή στιγμή πού θά ξεκινήσει ἡ μάχη γιά τήν ἀνακατάληψη τῆς Πόλης ἀπό τούς Ἕλληνες. Τότε τό πλοῖο τῶν Κρητικῶν θά τούς ξαναφέρει στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά πάρουν καί αὐτοί μέρος στή μάχη καί νά ὁλοκληρώσουν τήν ἀποστολή τους καί τό ἑλληνικό ἔθνος νά ξανακερδίσει τήν Πόλη.
Ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄνδρες καί γυναῖκες, πού ὅλο καί μεγάλωνε ἀπό τούς κυνηγημένους, στράφηκε πρός τόν πιό μεγάλο ναό τῆς Πόλης, πού ὀνομάζεται Ἅγια Σοφιά. Μαζεύτηκαν ἐδῶ ἄνδρες, γυναῖκες καί παιδιά. Σέ λίγο ὅμως πιάστηκαν ἀπό τούς Τούρκους χωρίς ἀντίσταση. Πολλοί ἄνδρες σκοτώθηκαν μέσα στό ναό ἀπό τούς Τούρκους. Ἄλλοι πάλι σ' ἄλλα μέρη τῆς Πόλης πῆραν τούς δρόμους χωρίς νά ξέρουν γιά πού. Σέ λίγο ἄλλοι σκοτώθηκαν, ἄλλοι πιάστηκαν καί πολλοί ὅμως ἀπό τούς Ἕλληνες φάνηκαν γενναῖοι ἀντιστάθηκαν καί σκοτώθηκαν, γιά νά μή δοῦν τίς γυναῖκες καί τά παιδιά τούς σκλάβους.
"Σέ ὅλη τήν Πόλη τίποτε ἄλλο δέν ἔβλεπες παρά αὐτούς πού σκότωναν καί αὐτούς πού σκοτώνονταν αὐτούς πού κυνηγοῦσαν καί κείνους πού ἔφευγαν". Λαόνικος Χαλκοκονδύλης, "Ἀπόδειξις ἱστοριῶν" (μετάφραση). Ὁ λαός διέδιδε μέ τό τραγοῦδι τοῦ τό σκληρό μήνυμα ὡς θέλημα Θεοῦ. Πῆραν τήν πόλιν, πῆραν τήν, πῆραν τή Σαλονίκη, πῆραν καί τήν Ἁγία Σοφιά, τό μέγα Μοναστῆρι, πού εἶχε τριακόσια σήμαντρα κι ἑξήντα δυό καμπάνες κάθε καμπάνα καί παπάς, κάθε παπάς καί διάκος. Σιμά νά βγοῦν τά ἄξια κι ὁ βασιλιάς τοῦ κόσμου φωνή τούς ἠρθ' ἐξ οὐρανοῦ κι ἀπ' Ἀρχαγγέλου στόμα. Στίς 2:30 τό μεσημέρι ἡ χιλιόχρονη Βυζαντινή Αὐτοκρατορία τό σύμβολο τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί Χριστιανισμοῦ, εἶχε καταλυθεῖ.
Ἡ Λαϊκή μοῦσα θρηνεῖ γιά τήν ἅλωση τῆς Πόλης: "Πάψετε τό Χερουβικό, κι ἄς χαμηλώσουν τ' Ἅγια γιατί εἶναι θέλημα Θεοῦ, ἡ Πόλη νά τουρκέψη". "Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καί δάκρυσαν οἱ εἰκόνες". Ἀλλά τό γενναῖο φρόνημα τοῦ ἔθνους μέ αἰσιοδοξία δηλώνει: "Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μήν κλαίς καί μή δακρύζης, πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί". Θρῆνος κλαυθμός καί ὀδυρμός καί στεναγμός καί λύπη, Θλῖψις ἀπαραμύθητος ἐπεσεν τοῖς Ρωμαίοις. Ἐχάσασιν τό σπίτιν τους, τήν Πόλιν τήν ἁγία, τό θάρρος καί τό καύχημα καί τήν ἀπαντοχήν τους. Τίς τό 'πεν; Τίς τό μήνυσε; Πότε 'λθεν τό μαντάτο; Καράβιν ἐκατέβαινε στά μέρη τῆς Τενέδου καί κατέργον τό ὑπάντησε, στέκει καί ἀναρωτᾶ τό: -"Καράβιν, πόθεν ἔρκεσαι καί πόθεν κατεβαίνεις;" -"Ἐρκομαι ἄκ τά' ἀνάθεμα κι ἐκ τό βαρύν τό σκότος, ἄκ τήν ἀστραποχάλαζην, ἄκ τήν ἀνεμοζάλην ἀπέ τήν Πόλην ἔρχομαι τήν ἀστραποκαμένην. Ἐγώ γομάριν Δέ βαστῶ, ἀμέ μαντάτα φέρνω κακά διά τούς χριστιανούς, πικρά καί δολωμένα." (δημοτικό, ἀπόσπασμα).

Παραδοσιακοί καί θαυμαστοί θρῦλοι, ἀναπτύχθηκαν γύρω ἀπό τήν ἅλωση τῆς Πόλης, γιά νά θρέψουν τίς ἐλπίδες καί τό θάρρος τοῦ ἔθνους ἐπί αἰῶνες. "ΠΑλι μέ ΧρΟνουΣ καί καιροΥΣ" Ὅταν ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη στούς Τούρκους, ἕνα πουλί ἀνέλαβε νά πάει ἕνα γραπτό μήνυμα στήν Τραπεζούντα στήν Χριστιανική Αὐτοκρατορία τοῦ Πόντου γιά τήν Ἅλωση τῆς Πόλης. Μόλις ἔφτασε ἐκεῖ πῆγε κατευθείαν στή Μητρόπολη πού λειτουργοῦσε ὁ Πατριάρχης καί ἄφησε τό χαρτί μέ τό μήνυμα πάνω στήν Ἅγια Τράπεζα. Κανείς δέν τολμοῦσε νά πάει νά διαβάσει τό μήνυμα. Τότε πῆγε ἕνα παλλικάρι, γιός μίας χήρας, καί διάβασε τό ἄσχημο μαντάτο "Πᾶρθεν ἡ Πόλη, Πᾶρθεν ἡ Ρωμανία". Τό ἐκκλησίασμα καί ὁ Πατριάρχης ἄρχισαν τόν θρῆνο, ἀλλά ὁ νέος τους ἀπάντησε "Κι ἄν ἡ Πόλη ἔπεσε, κι ἄν πᾶρθεν ἡ Ρωμανία, πάλι μέ χρόνους καί καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί". Πᾶρθεν ἡ Ρωμανία Ἕναν πουλίν, καλόν πουλίν ἐβγαῖν' ἀπό τήν Πόλην οὐδέ στ' ἀμπέλια κόνεψεν οὐδέ στά περιβόλια, ἐπῆγεν καί-ν ἐκόνεψεν ἅ σου Ἠλί' τόν κάστρον. Ἐσεῖξεν τ' ἕναν τό φτερόν σό αἷμα βουτεμένον, ἐσεῖξεν τ' ἄλλο τό φτερόν, χαρτίν ἔχει γραμμένον, Ἀτό κανείς κι ἀνέγνωσεν, οὐδ' ὁ μητροπολίτης ἕναν παιδίν, καλόν παιδίν, ἔρχεται κι ἀναγνώθει. Σίτ' ἀναγνώθ' σῖτε κλαίγει, σῖτε κρούει τήν καρδίαν. "Ἀλί ἐμᾶς καί βάι ἐμᾶς, πᾶρθεν ἡ Ρωμανία!" Μοιρολογοῦν τά ἐκκλησιᾶς, κλαῖγνε τά μοναστήρια κι ὁ Γιάννες ὁ Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται, -Μή κλαίς, μή κλαίς Ἀϊ-Γιάννε μου, καί δερνοκοπισκᾶσαι -Ἡ Ρωμανία πέρασε, ἡ Ρωμανία 'πάρθεν. -Ἡ Ρωμανία κι ἄν περασεν, ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο. (Δημοτικό τραγοῦδι τοῦ Πόντου).

"ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ": Οἱ περισσότεροι τοπικοί θρῦλοι γιά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σέ ἕνα σημεῖο: ὅλοι δείχνουν ὅτι ὁ χρόνος σταμάτησε μέ τήν κατάληψη τῆς ἱερῆς πόλης τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό τούς ἄπιστους Τούρκους καί ὅτι ἡ τάξη στόν κόσμο θά ἐπανέλθει μέ τήν ἀνακατάληψη τῆς Βασιλεύουσας ἀπό τούς Ἕλληνες. Ἔτσι, καί στήν Ἤπειρο ὑπάρχει μιααντίστοιχη λαϊκή δοξασία. Συγκεκριμένα, ἕνα πουλί φέρνει τήν ἀναγγελία τῆς πτώσης τῆς Πόλης σέ μία ὁμάδα βοσκῶν πού ἐκείνη τή στιγμή ποτίζουν τά κοπάδια τους σέ ἕνα ποτάμι, Ὁ θρῦλος λέει ὅτι στό ἄκουσμα τῆς φοβερῆς εἴδησης τά νερά τοῦ ποταμίου σταμάτησαν νά κυλᾶνε, ἀφοῦ καί τό φυσικό στοιχεῖο θεώρησε ὅτι ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης ἦταν κάτι τό ἀνήκουστο. Τό ποτάμι θά συνεχίσει καί πάλι νά κυλάει, μόλις ἀπελευθερωθεῖ ἡ Πόλη, συνεχίζει ὁ λαϊκός θρῦλος...
"ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ": Κάποιος καλόγερος εἶχε ψαρέψει σέ ἕνα ποτάμι ψάρια καί τά τηγάνιζε κοντά στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ. Τή στιγμή ἐκείνη ἀκούστηκε ἀπό ἕνα πουλί τό μήνυμα τῆς πτώσης τῆς Κωνσταντινούπολης στούς Τούρκους. Ὁ καλόγερος σάστισε καί ἀμέσως τά μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν ἀπό τό τηγάνι καί ξαναβρέθηκαν στό ποτάμι. Ἐκεῖ ζοῦν αἰώνια μέχρι τή στιγμή τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Τούρκους, ὅποτε καί θά ξαναβγοῦν γιά νά συνεχιστεῖ τό τηγάνισμά τους.
"Ὁ Πύργος τῆς Βασιλοπούλας": Στά κάστρα τοῦ Διδυμότειχου ἕνας κυκλικός πύργος, ὁ ψηλότερος ὀνομάζεται "πύργος τῆς βασιλοπούλας". Ἡ παράδοση λέει πώς κάποτε ὁ βασιλιάς διασκέδαζε κυνηγώντας καί στή θέση τοῦ ἄφησε τήν κόρη του. Ὅταν τόν εἰδοποίησαν ὅτι ἔρχονται οἱ Τοῦρκοι εἶχε τόση ἐμπιστοσύνη στήν ὀχυρότητα τοῦ κάστρου ὥστε εἶπε: "ἄν σηκωθεῖ ἀπό τή χύτρα ὁ κόκορας καί λαλήσει, θά πιστέψω ὅτι κυριεύτηκε ἡ πόλη.". Οἱ Τοῦρκοι ὅμως χρησιμοποίησαν δόλο καί ἔδειξαν τό χρυσοκέντητο μαντήλι τοῦ βασιλιᾶ στήν κόρη του. Αὐτή μόλις τό εἶδε, τούς παρέδωσε τό κλειδί τοῦ κάστρου κι ἔγινε αἰτία τῆς ἅλωσης. Ὅταν κατάλαβε πώς τήν ξεγέλασαν, δέν ἄντεξε τήν ντροπή καί αὐτοκτόνησε πέφτοντας ἀπό τόν πύργο. Ἀπό τότε ὁ πύργος λέγεται τῆς βασιλοπούλας.
"ΟI ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ": Ἔ νᾶν ἀπό τούς πύργους τῶν τειχῶν τῆς Πόλης τόν ὑπεράσπιζαν τρία ἀδέρφια, ἄρχοντες Κρητικοί πού πολεμοῦσαν μέ τό μέρος τῶν Βενετῶν (ἡ Κρήτη τότε ἦταν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῶν Βενετῶν). Μετά τήν πτώση τῆς πόλης τά τρία ἀδέρφια καί οἱ ἄντρες τούς ἐξακολουθοῦσαν νά πολεμοῦν καί παρά τίς λυσσώδεις προσπάθειες τούς οἱ Τοῦρκοι δέν εἶχαν κατορθώσει νά καταλάβουν τόν πύργο. Γιά τό περιστατικό αὐτό ἐνημερώθηκε ὁ Σουλτάνος καί ἐντυπωσιάστηκε ἀπό τήν παλικαριά τους. Ἀποφάσισε, λοιπόν, νά τούς ἐπιτρέψει νά φύγουν μέ ἀσφάλεια ἀπό τόν πύργο καί νά πάρουν ἕνα καράβι μέ τούς ἄντρες τους καί νά γυρίσουν στήν Κρήτη. Πραγματικά ἡ πρόταση τοῦ ἔγινε δεκτή μέ τή σκέψη ὅτι ἔπρεπε νά μείνουν ζωντανοί γιά νά πολεμήσουν νά ξαναπάρουν τή Βασιλεύουσα πίσω ἀπό τούς ἀπίστους. Ἔτσι οἱ Κρητικοί ἐπιβιβάστηκαν στό πλοῖο τους καί ξεκίνησαν γιά τό νησί τους. Τό πλοῖο δέν ἔφτασε ποτέ στήν Κρήτη καί ὁ θρῦλος λέει ὅτι περιπλανιοῦνται αἰώνια στό πέλαγος μέχρι τή στιγμή πού θά ξεκινήσει ἡ μάχη γιά τήν ἀνακατάληψη τῆς Πόλης ἀπό τούς Ἕλληνες. Τότε τό πλοῖο τῶν Κρητικῶν θά τούς ξαναφέρει στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά πάρουν καί αὐτοί μέρος στή μάχη καί νά ὁλοκληρώσουν τήν ἀποστολή τους καί τό ἑλληνικό ἔθνος νά ξανακερδίσει τήν Πόλη.
ΘΑΝΟΣ ΕΥΗ koukfamily
Δευτέρα 27 Μαΐου 2013
Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι…
Ἀπαρτίσας οὖν τὰ πάντα, ὡς αὐτῷ ἐδόκει καλῶς, ἔπεμψεν ἔνδον λέγων τῷ βασιλεῖ «Γίνωσκε τὰ τοῦ πολέμου ἤδη ἀπήρτησθαι· καὶ καιρός ἐστιν ἀπό τοῦ νῦν πρᾶξαι τὸ ἐνθυμηθὲν πρὸ πολλοῦ παρ’ ἡμῖν νῦν· τὴν δὲ ἔκβασιν τοῦ σκοποῦ τῷ Θεῷ ἐφίεμεν. Τί λέγεις; Βούλει καταλιπεῖν τὴν πόλιν καὶ ἀπελθεῖν, ἔνθα καὶ βούλει, μετὰ τῶν σῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῖς, καταλιπὼν τὸν δῆμον ἀζήμιον εἶναι καὶ παρ’ ἡμῶν καὶ παρά σοῦ; ἤ ἀντιστῆναι καὶ σὺν τῇ ζωῇ καὶ τὰ ὑπάρχοντα ἀπολέσεις σύ τε καὶ οἱ μετὰ σέ, ὁ δὲ δῆμος αἰχμαλωτιστθεὶς παρὰ τῶν Τούρκων διασπαρῶσιν ἐν πάσῃ τῇ γῇ;» Ὁ βασιλεὺς δ’ ἀπεκρίνατο σὺν τῇ συγκλήτῳ· «Εἰ μἐν βούλει, καθὼς καὶ οἱ πατέρες σου ἔζησαν, εἰρηνικῶς σὺν ἡμῖν συζῆσαι καὶ σύ, τῷ Θεῷ χάρις. Ἐκεῖνοι γὰρ τοὺς ἐμοὺς γονεῖς ὡς πατέρας ἐλόγιζον καὶ οὕτως ἐτίμων, τὴν δὲ πόλιν ταύτην ὡς πατρίδα· καὶ γὰρ ἐν καιρῷ περιστάσεως ἅπαντες ἐντὸς ταύτης εἰσιόντες ἐσώθησαν καὶ οὐδεὶς ὁ ἀντισταίνων ἐμακροβίω. Ἔχε δὲ καὶ τὰ παρ’ ἡμῖν ἁρπαχθέντα ἀδίκως κάστρα καὶ γῆν ὡς δίκαια καὶ ἀπόκοψον καὶ τοὺς φόρους τόσους, ὅσους κατὰ τὴν ἡμετέραν δύναμιν, κατ’ ἔτος τοῦ δοῦναι σοι καὶ ἄπελθε ἐν εἰρήνῃ. Τί γὰρ οἶδας, εἰ θαῤῥῶν κερδᾶναι εὐρεθῇς κερδανθείς; Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ’ ἐμόν ἐστιν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Απόδοση(Ο Μεχεμέτ), αφού ετοίμασε τα πάντα όπως καλύτερα νόμιζε, έστειλε μήνυμα λέγοντας στο βασιλιά: «Μάθε ότι έχουν τελειώσει οι πολεμικές προετοιμασίες. Ήρθε πια η ώρα να κάνουμε πράξη αυτό που θέλουμε εδώ και πολύ καιρό. Την έκβασή του την αφήνουμε στο Θεό. Τι λες; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να φύγεις, όπου θέλεις, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο το λαό και από μένα και από σένα; Ή θέλεις να αντισταθείς και να χάσεις τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου και συ και οι μετά σου, κι ο λαός αφού αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους, να διασκορπιστεί σ’ όλη τη γη;» Κι ο βασιλιάς με τη σύγκλητο αποκρίθηκε: «Αν θέλεις να ζήσεις μαζί μας ειρηνικά, όπως και οι πρόγονοί σου, ας έχεις την ευλογία του Θεού. Γιατί εκείνοι θεωρούσαν τους γονείς μου ως πατέρες τους και τους τιμούσαν ανάλογα, κι αυτή την πόλη τη θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Σε καιρό ανάγκης όλοι τους έτρεχαν μέσα να σωθούν και κανένας αντίπαλός της δεν έζησε πολλά χρόνια. Κράτα τα κάστρα και τη γη που μας άρπαξες άδικα, όρισε και ετήσιους φόρους ανάλογα με τη δύναμή μας κα φύγε ειρηνικά. Σκέφτηκες ότι ενώ νομίζεις πως θα κερδίσεις μπορεί να βρεθείς χαμένος; Το να σου παραδώσω την Πόλη ούτε δικό μου δικαίωμα είναι ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της· γιατί όλοι με μια ψυχή προτιμούμε να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δε λυπόμαστε για τη ζωή μας».
By Τρεχαντήρι
Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Την πατρίδα μ' έχασα
Στίχοι: Χρήστος Αντωνιάδης - Μουσική: Κώστας Σιαμίδης
Πρώτη εκτέλεση: Αχιλλέας Βασιλειάδης & Γιάννης Κουρτίδης
Αφήγηση : Γ. Συμεωνίδης
Την πατρίδαμ' έχασα,
άκλαψα και πόνεσα.
Λύουμαι κι'αρόθυμο, όι-όι
ν' ανασπάλω κι' επορώ.
Ρεφραίν:
Μίαν κι' άλλο ΄σην ζωή μ'
σο πεγάδι μ' σην αυλή μ'.
Νέροπον ας έπινα, όι-όι
και τ' ομμάτα μ' έπλυνα.
Τά ταφία μ' έχασα
ντ' έθαψα κι' ενέσπαλα.
Τ' εμετέρτς αναστορώ, όι-όι
και ΄ς σο ψυόπο μ' κουβαλώ.
Ρεφραίν...
Εκκλησίας έρημα,
μοναστήρα ακάντηλα,
πόρτας και παράθυρα, όι-όι
επέμναν ακρόνυχτα.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)