Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Οι Τρεις Ιεράρχες τότε και τώρα.


ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ
Τελετή προς τιμήν των Αγίων Τριών Ιεραρχών, 

Σάββατο, 15 Φεβρουαρίου 2014

 

Κλεάνθης Βενετόπουλος, Δρ Φυσικός-Ηλεκτρονικός,

Συνταξιούχος Καθηγητής Πληροφορικής ΤΕΙ  Θεσσαλονίκης

      

Οι Τρεις Ιεράρχες τότε και τώρα.

Λίγες σκέψεις για τη σημερινή γιορτή.

 

Αντί Προλόγου                     

     Όταν το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου μας μου πρότεινε να  «εκφωνή-σω τον πανηγυρικό της ημέρας» στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, που τώρα πια είναι κι αυτή μία από τις καθιερωμένες εκδηλώσεις του Συλλόγου,  αισθάνθηκα λίγο αμήχανα.  Δεν ήθελα να αρνηθώ μια τιμητική πρόταση, ήθελα και να διευ-κολύνω το Συμβούλιο να προχωρήσει στην οργάνωση και των υπολοίπων μερών της εκδήλωσης, αλλά θεώρησα τον εαυτό μου αναρμόδιο, ακατάλληλο για αυτή την ομιλία. Το θέμα έπρεπε απαραιτήτως να έχει σχέση με τους τιμώμενους Αγίους. Κι εγώ δεν είμαι Θεολόγος, δεν είμαι ούτε καν Ιστορικός. Τι μπορεί να πει ένας Φυσικός, ένας Ηλεκτρονικός, για τον βίο και το έργο των Τριών Ιεραρχών;

     Ύστερα όμως το καλοσκέφτηκα και δέχτηκα. Δέχτηκα μετά χαράς, επειδή ούτε οι Άγιοι γενικώς είναι μακριά από τον Φυσικό Κόσμο, ούτε εμείς οι Φυσικοί Επι-στήμονες είμαστε μακριά από τον Θεό και τη θρησκεία μας, από την Εκκλησία μας, από τον Χριστό και τους Αγίους. Και επομένως, μάλλον έχουμε το δικαίωμα και την υποχρέωση να συμμετέχουμε ενεργά στις εορταστικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με τη  θρησκεία μας. Πολύ δε περισσότερο, όταν πρόκειται για τους Τρεις Ιεράρχες, αφού και οι ίδιοι ασχολήθηκαν με τις θετικές επιστήμες, με τα γράμματα και την Παιδεία.   

     Προτού προχωρήσουμε στην ανάπτυξη του θέματος, για τη σημερινή επέτειο και για τη σχέση των Αγίων Τριών Ιεραρχών με τα προβλήματα ή τα επιτεύγματα της τεχνολογικής εποχής μας, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε λίγα σημαντικά στοι-χεία από τον βίο τους.

Η καταγωγή, οι Σπουδές και η Πνευματική Δράση των τριών Αγίων

     Ο Άγιος Βασίλειος γεννήθηκε το έτος 330 στη Νεοκαισάρεια, στην περιοχή του Πόντου.  Ήταν ένα από τα εννέα παιδιά που είχαν οι γονείς του, ο Βασίλειος και η Εμμελεία.  Ο Βασίλειος σπούδασε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην Κων-σταντινούπολη, και στην Αθήνα. Στην Αθήνα έμεινε τεσσεράμισι χρόνια (από το 351 μέχρι το 356) και σπούδασε γεωμετρία, αστρονομία, ιατρική, φιλοσοφία, ρη-τορική και γραμματική.  Εκεί συνάντησε και τον Γρηγόριο, που τον είχε ήδη γνω-ρίσει στην Καισάρεια, και συνδέθηκαν με ισχυρό δεσμό φιλίας. Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του ασχολήθηκε με τη μελέτη και τη συγγραφή βιβλίων, και με το ιεραποστολικό έργο.

     Ο Άγιος Βασίλειος  το 370  έγινε Μητροπολίτης Καισαρείας σε ηλικία 41 ετών.   Ως Επίσκοπος, υπήρξε υποδειγματικός ποιμένας.  Βοηθούσε κάθε πεινασμένο, άρρωστο ή αδικημένο. Αλλά το μεγαλύτερο έργο του ήταν η ίδρυση και λειτουρ-γία  της Βασιλειάδας. Η Βασιλειάδα ήταν ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα,  με νοσοκο-μείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο και ξενώνα. Το όλο συγκρότημα ήταν τέλεια οργανωμένο και λειτουργούσε με προσωπικό από εθελοντές, οι δε υπηρεσίες του προσφέρονταν δωρεάν.

     Ο Άγιος Βασίλειος πέθανε την 1η Ιανουαρίου του 379, σε ηλικία 49 ετών.

     Η Εκκλησία, αναγνώρισε την αξία του Αγίου Βασιλείου και το έργο που προσέ-φερε στην Εκκλησία και στην κοινωνία.  Τον ανακήρυξε άγιον και τον ονόμασε Μέγαν.  Αυτός είναι ο «Μέγας Βασίλειος».

     Ο Άγιος Γρηγόριος  γεννήθηκε το 328 στην  πόλη Ναζιανζό της Καππαδοκίας, γι αυτό αναφέρεται και ως «Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός» .  Ο Αγιος Γρηγόριος,  α-φού διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τη μητέρα του, τη Νόννα, και από τον θείο του, τον Αμφιλόχιο, στη συνέχεια σπούδασε στη Θεολογική Σχολή της Και-σάρειας, ύστερα στην Αλεξάνδρεια και τέλος πήγε στην Αθήνα, όπου σπούδασε φιλοσοφία, ρητορική και ιατρική.  Εκεί συνάντησε και τον Βασίλειο.  Το 356, με τη λήξη των σπουδών τους, ο Βασίλειος έφυγε στη γενέτειρά του, ενώ ο Γρηγό-ριος έμεινε στην Αθήνα, όπου δίδασκε ρητορική. Μετά από ένα χρόνο επέστρε-ψε κι αυτός στην πατρίδα του. 

     Ο Αγιος Γρηγόριος  το 381, σε ηλικία 53 ετών, συμμετέσχε στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία τον ανακήρυξε Αρχιεπίσκοπο της Κωνσταντινούπολης. Στη θέση αυτή, στο θρόνο, δηλαδή, του Οικουμενικού Πατριάρχη θα μείνει μόνο για 1 χρό-νο  και το 382, θα παραιτηθεί και θα επιστρέψει στη Ναζιανζό.  

Ο Αγιος Γρηγόριος  πέθανε το 391,  σε ηλικία 63 ετών.

     Η Εκκλησία αναγνώρισε την αξία του Γρηγορίου, τον ανακήρυξε άγιον και τον ονόμασε Θεολόγο. Έτσι, ο άγιος είναι γνωστός ως  «Γρηγόριος ο Θεολόγος».

     Ο Αγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Αντιόχειοα της Συρίας το έτος 347.  Ο Πατέ-ρας του, ο Σεκούνδος, πέθανε λίγο μετά τη γέννηση του Ιωάννη και η μητέρα του, η Ανθούσα ανέλαβε μόνη την ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση του παι-διού της.  Του Αγίου Ιωάννου η οικογένεια ήταν πλούσια και αυτό έδωσε στον φιλομαθή νέο τη δυνατότητα να σπουδάσει και να έχει τους καλύτερους δασκά-λους της Αντιόχειας. Από μικρός έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για τα γράμματα και για τη χριστιανική πίστη.  Σε ηλικία 20 ετών άρχισε να εργάζεται ως δικηγόρος, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε αυτό το επάγγελμα για να αφιερωθεί   στον Χριστό.

     Ο Αγιος Ιωάννης, μετά τον θάνατο της μητέρας του, μοίρασε όλη την περιου-σία του στους φτωχούς, εγκατέλειψε την Αντιόχεια και έγινε μοναχός.  Όσον και-ρό ήταν στο μοναστήρι, ασκούσε το πνεύμα του μελετώντας και συγγράφοντας. Το 380, σε ηλικία 33 ετών, εγκαταλείπει το μοναστήρι,  επιστρέφει στη γενέτειρά του, την Αντιόχεια, και χειροτονείται διάκονος. Και το 386, σε ηλικία 39 ετών, χει-ροτονείται πρεσβύτερος.  Από τότε ουσιαστικά αρχίζει να ιερουργεί και συγχρό-νως αναπτύσσει μεγάλη κοινωνική και θρησκευτική δράση.    

     Ο Αγιος Ιωάννης  έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τον Δεκέμβριο του 398.  Τη δράση που ανέπτυξε 13 χρόνια στην Αντιόχεια ως ιερέας, θα την συνε-χίσει με μεγαλύτερη ένταση στην Κωνσταντινούπολη ως Πατριάρχης. Ο Άγιος Ιωάννης υπήρξε καλός ποιμένας, βοηθούσε τους φτωχούς και τους αδυνάτους, αλλά ήταν και μεγάλος συγγραφέας και δεινός ρήτορας.

     Αυτό το χάρισμα του Αγίου το περιγράφει και μας το μεταφέρει και ο υμνω-δός πολύ ποιητικά, με την πρώτη φράση που αρχίζει το απολυτίκιο της εορτής του : 

Η του στόματός σου, καθάπερ πυρσός, εκλάμψασα χάρις

την οικουμένην εφώτισεν.

     Ο Αγιος Ιωάννης μας άφησε ένα μεγάλο πλήθος από επιστολές, ομιλίες και διάφορα άλλα διδακτικά κείμενα,  που είναι πραγματικός θησαυρός  με διαχρο-νική αξία.  Για τον λόγο αυτόν οι χριστιανοί, αναγνώρισαν τα χαρίσματά του και την αξία των λόγων του, και τον ονόμασαν «Χρυσόστομο».  Έτσι, από τότε έμεινε γνωστός ως «ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος».

     Ο Αγιος Ιωάννης  πέθανε το έτος 407 σε ηλικία 60 ετών.

     Ειδικά για τον Άγιο Ιωάννη, τον Χρυσόστομο, πρέπει να σημειώσουμε και τα εξής. Στη διάρκεια των 9 ετών που ήταν Πατριάρχης, δυο φορές εξορίστηκε. Στην τελευταία δεν μπόρεσε να φτάσει στον τόπο της εξορίας του. Δεν άντεξε την τα-λαιπωρία του ταξιδιού και τη βάναυση συμπεριφορά των στρατιωτών που τον συνόδευαν και άφησε την τελευταία του πνοή σε ένα μοναστήρι, στον δρόμο προς τον Καύκασο.  

Εορτή των Γραμμάτων και της Παιδείας

     Η εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιερώθηκε το 1100,  για να σταματήσουν οι διαμάχες μεταξύ των χριστιανών οπαδών των τριών αγίων, που αυτοαποκα-λούνταν Βασιλείται, Γρηγορίται και Ιωαννίται,  για το ποιος είναι ο σπουδαιό-τερος και καλύτερος.

     Επτά αιώνες αργότερα, το 1826,  η εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιερώθηκε ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική και Επτανησιακή Παιδεία και το 1842 το Πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για όλη την Ελλάδα τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα. Από τότε οι Τρεις Ιεράρχες θεωρούνται προστάτες των μαθητών και των φοιτητών, και γε-νικότερα της σπουδάζουσας νεολαίας.

Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες, Ποιμένες και Διδάσκαλοι

     Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες, σπούδασαν στην Αθήνα και γνώρισαν από πρώτο χέρι την ελληνική γραμματεία και την ελληνική φιλοσοφία. Εχοντας γνωρίσει τον ελ-ληνικό πολιτισμό,  κατόρθωσαν να συνδυάσουν και να ενώσουν την ελληνική φιλοσοφική σκέψη με τις αρχές της νέας θρησκείας, και να δώσουν στην ανθρω-πότητα τον λεγόμενο ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Απευθυνόμενοι προς τους νέους τους ενεθάρρυναν να μελετούν κλασσικούς συγγραφείς,  ιδιαίτερα τους φιλοσόφους.  Ο Αγιος Βασίλειος,  στην ομιλία του προς τους ανεψιούς του, υπο-δεικνύει πώς να μελετούν τα αρχαία κείμενα και να επιλέγουν τα ωφέλιμα, χωρίς να χάνουν τον καιρό τους ασχολούμενοι με άχρηστα και επικίνδυνα βιβλία. Η ομιλία αυτή είναι γνωστή με τον τίτλο «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων».  Αλλά και ο Αγιος Γρηγόριος κατηγορούσε τους χριστιανούς που απέρριπταν στο σύνολό τους τα έργα των Εθνικών και τους συνιστούσε να διαβάζουν όσα θεωρούσε χρήσιμα.  

     Αξίζει όμως να ρίξουμε μια ματιά στο πασίγνωστο τροπάριο, στο απολυτίκιο της εορτής.

«Τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος,

τους την οικουμένην ακτίσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας.

Τους μελιρρύτους ποταμούς της σοφίας …» κλπ.

 

     Πρώτη και βασική αναφορά, ήδη από τον πρώτο στίχο, γίνεται για να δηλώσει ο ποιητής ότι οι «τρεις» άγιοι που θα υμνήσει δεν είναι αυτόφωτα σώματα, αλλά είναι φωστήρες της «τρισηλίου» Θεότητας. Αρχίζει δηλαδή με τη δήλωση της Πί-στεως στον Τριαδικό Θεό. Στη συνέχεια επαναλαμβάνει τη σχέση, μάλλον την εξάρτηση από τον Θεό διευκρινίζοντας ότι και ο λόγος των Αγίων είναι «δόγματα Θεία»  Και, τέλος, όταν αποφασίζει να υμνήσει και τους εορταζομένους Αγίους, ο υμνωδός τους χαρακτηρίζει «μελιρρύτους ποταμούς της σοφίας». Αλλού αναφέ-ρονται ως «τα της χάριτος όργανα» ή «του Πνεύματος όργανα». Αλλού πάλι ο μεν Βασίλειος ονομάζεται «σοφός», ο δε Γρηγόριος «νους ουράνιος» και ο Ιωάννης «χρυσολόγος πάγχρυσος».  

      Ένα άλλο τροπάριο, το πρώτο ιδιόμελο της Λιτής, του Εσπερινού της εορτής, είναι πλούσιο σε τίτλους επαινετικούς και χαρακτηρισμούς των αρετών των Αγίων. Ο υμνωδός Νείλος ο Ξανθόπουλος τους ονομάζει «επίγειον Τριάδα» και συνεχίζει με τον «Γρηγόριον, της θεολογίας τον επώνυμον», τον «Βασίλειον, της Βασιλείας τον φερώνυμον», και «Ιωάννην, τον όντως χαριτώνυμον». Και τους τρεις μαζί τους αποκαλεί  «βυθούς σοφίας», «ωκεάνεια ρείθρα του Πνεύματος», «πηγάς αεί βλυζούσας το ύδωρ το ζων το αλλόμενον», «διαυγείς μαργαρίτας», «επιγείους φωστήρας», «δέντρα αγλαόκαρπα», «οικονόμους της χάριτος», «οίακας της Εκκλησίας» (οίαξ=τιμόνι λέμβου).  

      Αλλά και η Εκκλησία μας τώρα, σε κάθε περίσταση και πολύ συχνά, μνημο-νεύει τους Αγίους και επικαλείται τις ικεσίες «των εν αγίοις πατέρων ημών μεγάλων ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου». 

 

      Θα μπορούσα να συλλέξω και άλλους χαρακτηρισμούς και κοσμητικά επίθετα, τόσο από την υμνογραφία της εορτής, όσο και από άλλα κείμενα, αλλά νομίζω ότι είναι προτιμότερο να αναζητήσουμε και να επισημάνουμε τις ιδιότητες που τονίζουν με τρόπο ποιητικό αυτοί οι χαρακτηρισμοί. Τα προσόντα, τα προτερήματα, τις αρετές. Τη δύναμη του πνεύματος και της ψυχής.  Και για να μη μακρυγορούμε, αρκεί να θυμόμαστε ότι οι Τρεις Ιεράρχες αγάπησαν τον Χριστό, ακολούθησαν τον λόγο του Ευαγγελίου, αγάπησαν και τον Άνθρωπο. Φρόντισαν για την ηθική διαπαιδαγώγηση του ποιμνίου τους και παράλληλα έκαναν ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να απαλύνουν τον πόνο και τη δυστυχία των αδυνάτων. Πολέμησαν τη διαφθορά και την αδικία, και δεν δίστασαν ακόμα και να συγκρουστούν με την κοσμική εξουσία για να υποστηρίξουν το δίκιο και την ηθική που υπαγόρευε η συνείδησή τους. 

 

     Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες  δεν ασχολήθηκαν μόνο με τη θεολογία και τα εκκλη-σιαστικά προβλήματα . φρόντιζαν και για την ικανοποίηση των αναγκών του λα-ού.  Οι πατέρες της Εκκλησίας, σαν καλοί ποιμένες, στην προσπάθεια τους να βοηθήσουν το ποίμνιό τους, ασχολήθηκαν με όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Η εργασία, η οικονομία, η τοκογλυφία, η βία, η εκμετάλλευση ανθρώπου από αν-θρωπο, ήταν η καθημερινή τους φροντίδα. Παράλληλα δε φρόντιζαν και για τη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας, έχοντας ως σκοπό της ζωής τους να καλλιεργή-σουν τις αρετές της αγάπης, της αδελφοσύνης, της ειρήνης. Και γι αυτό χαρακτη-ρίζονται «ιατροί της ψυχής και του σώματος».  

     Ακόμα ασχολήθηκαν με τα θέματα της αλήθειας, της ειλικρίνειας και της υπο-κρισίας. Πολλοί άνθρωποι, λέγει ο Μέγας Βασίλειος, νηστεύουν, προσεύχονται, αναστενάζουν, δείχνουν όλην την «αδάπανον» ευλάβειαν, αλλά ούτε ένα οβολόν δεν δίνουν σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη.  Αλλά η αλήθεια και η ειλικρίνεια, προς τον άνθρωπο και προς τον Θεό χρειάζεται θάρρος και τόλμη. Οι Τρεις Ιεράρχες το απέδειξαν με τις πράξεις τους.  Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν δίστασαν να υψώσουν το ανάστημά τους μπροστά στους κοσμικούς άρχον-τες και να συγκρουστούν,  παρά να καταφύγουν σε συμβιβασμούς που θίγουν τη χριστιανική τους υπόσταση.  Ο δε λεπτός και ευαίσθητος Γρηγόριος ο Θεολόγος φεύγει από τα αξιώματα που του προσφέρονται.  Παραιτείται από τον πατριαρ-χικό θρόνο, επειδή αρνείται να δεχτεί μια υπεύθυνη θέση που επηρεάζεται από την κοσμική εξουσία και δεν συμφωνεί με τις εσωτερικές του διαθέσεις.  Γι αυτό θεωρούνται ότι είναι «οι μετά τους δώδεκα, τρεις Απόστολοι».  

     Και τώρα, μετά από όσα είπαμε για τους Τρεις Ιεράρχες,  νομίζω φαίνεται από μόνη της η σημασία που έχει η γνώση και το παράδειγμα της ζωής και της διδα-σκαλίας των  για τον σύγχρονο άνθρωπο.  Η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως ο αιώ-νας της τεχνολογίας, ο αιώνας των ηλεκτρονικών υπολογιστών , αλλά μήπως και οι Άγιοι δεν ασχολήθηκαν με τις θετικές επιστήμες;  

     Μελέτησαν, αφομοίωσαν τις γνώσεις των ελλήνων σοφών και προώθησαν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους και, στα πλαίσια της εποχής που έζησαν, ακόμα και τις τεχνολογικές επιστήμες γιατί τις έκριναν χρήσιμες για τη βελτίωση της καθη-μερινής ζωής των ανθρώπων, αλλά και επειδή είδαν ότι η μελέτη του φυσικού κόσμου, που είναι το θαυμαστό δημιούργημα του Θεού, μπορεί να φέρει τον αν-θρωπο πιο κοντά στον Θεό.  Εχομε ως παράδειγμα την «Εξαήμερον» του Μεγά-λου Βασιλείου, αλλά και τις συχνές αναφορές του Χρυσοστόμου σε θέματα Φυ-σικής και Περιβάλλοντος, στις «από του άμβωνος» ομιλίες του.   

     Οι Τρεις Ιεράρχες είναι για μας πρόκληση και πρόσκληση. Πρόκληση για να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να επισημάνουμε τις επιτυχίες και τις αποτυ-χίες μας,  Πρόσκληση δε για να μη μείνουμε αδρανείς και μοιρολάτρες, αλλά, ακολουθώντας το παράδειγμα των Αγίων, να αγωνιζόμαστε, όπως αγωνίστηκαν κι εκείνοι,  «για του Χριστού την πίστη την αγία».

Σαν Επίλογος

     Καλά είναι, λοιπόν,  να έχουμε κι εμείς σαν οδηγό στη ζωή μας και στη δράση μας το παράδειγμα των Τριών Ιεραρχών. Να σεβόμαστε τις εθνικές και τις εκκλη-σιαστικές μας παραδόσεις, να διδασκόμαστε από την Ιστορία της πατρίδας μας,  και να προσπαθούμε, ο καθένας στον τομέα του, να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να παραδώσουμε στα παιδιά μας έναν κόσμο καλύτερο από αυτόν που ζούμε ε-μείς τώρα.

     Και να μη ξεχνούμε ότι έχουμε χρέος να προετοιμάσουμε αυτούς που κάποτε θα μας διαδεχτούν, την επόμενη γενιά (τα παιδιά μας) και την μεθεπόμενη (τα εγγόνια μας), να τους δώσουμε τα απαραίτητα εφόδια για να αντιμετωπίσουν τη ζωή τους με επιτυχία, σαν καλοί χριστιανοί και καλοί πολίτες, για να ζήσει η πατρίδα μας η Ελλάδα, να ζήσει και η πίστη μας, η Ορθοδοξία.

     Θα κλείσω την ομιλία μου με λίγα λόγια του αείμνηστου καθηγητή της Φιλο-σοφίας στο Πανεπιστήμιό της Θεσσαλονίκης, του Βασιλείου Τατάκη.  

     Το κείμενο αυτό γράφτηκε πριν από μισό περίπου αιώνα, αλλά είναι και τώρα επίκαιρο. Αξίζει να το ακούσουμε.

       «Οι καιροί μας τώρα μας καλούν να αντιμετωπίσουμε και να επιλύσουμε ένα πρόσθετο, πολύ δύσκολο έργο.  Άφθονες είναι σήμερα οι κάθε λογής επικοινωνί-ες των λαών, σε όλους τους τομείς, πλούσια η συναναστροφή του ενός με τους άλλους. Επιπλέον, παγκόσμιοι οργανισμοί, όπως ο ΟΗΕ, η Ουνέσκο, καλούν ό-λους τους λαούς να συνειδητοποιήσουν ότι ο καθένας τους αποτελεί μια κοινό-τητα της παγκόσμιας κοινωνίας.

      » Είναι ανάγκη, ο βαθύτατα ιστορικός ελληνικός λαός να συνειδητοποιήσει με άγρυπνη προσοχή και με σοφία, ότι δεν του ζητούν να ξεχάσει τον εαυτό του. Αν-τίθετα, για να μπορέσει να αποτελέσει σωστό μέλος της παγκόσμιας κοινωνίας, πρέπει όχι απλώς να διατηρήσει και να περιφρουρήσει την ιδιαιτερότητα και την ατομικότητά του, αλλά και να την αναπτύξει και να τη δείξει με όλο το βάρος και την ουσία της».  

     Ο καθηγητής Τατάκης ήταν πιστός χριστιανός και η φιλοσοφία του ξεκάθαρα χριστιανική. Ο ίδιος έλεγε: «Δεν έχουμε χριστιανούς φιλοσόφους, αλλά χριστια-νική φιλοσοφία».  Και κάπου αλλού τονίζει ότι «η χριστιανική πίστη αποτελεί το ύστατο θεμέλιο κάθε λόγου» και ότι «ο λόγος χωρίς πίστη είναι άλογος». Ο Τατά-κης ασχολήθηκε πολύ με τη μελέτη των Πατέρων της Εκκλησίας, και ιδιαίτερα με τους Τρεις Ιεράρχες.

      Να γιατί τον επέλεξα για να κλείσω μ’ αυτόν τη σημερινή ομιλία μου.

 

      Τελειώνοντας, θα επαναλάβω  έναν λόγο του Ποιητή Αγίου Γρηγορίου, του Θεολόγου :  «Μη φοβηθείτε την πρόοδο, φοβηθείτε την αλλοτρίωση».   

      Ας έχομε, λοιπόν,  πάντα στο νου μας και αυτό που είπε ο Άγιος Ιωάννης,        ο Χρυσόστομος, ότι  «η μεγαλύτερη πλάνη στον άνθρωπο είναι η απαισιοδοξία». 

      Και ας αναφωνήσουμε κι εμείς αυτό που ο ίδιος έλεγε συχνά :    

     Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...