Δέν θ᾽ ἀναφερθοῦμε στήν οὐσία τῆς ῾Μητροπόλεως τῶν ἑορτῶν᾽ κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο, τῆς ἐν σαρκί φανερώσεως τοῦ Θεοῦ μας, ἀλλά στούς τρόπους πού τήν προσεγγίζουν πολλοί Χριστιανοί. Γιατί ὁ κάθε τρόπος πού προσεγγίζουμε τά Χριστούγεννα φανερώνει τήν ὑπάρχουσα ἤ ὄχι πίστη μας. Τέσσερις τέτοιοι τρόποι θά μᾶς ἀπασχολήσουν:
Γιά πολλούς ῾χριστιανούς᾽ τά Χριστούγεννα, ὅπως βεβαίως καί οἱ ἄλλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας μας, δέν ἔχουν καμμία σημασία. Εἴτε ἔρχονται εἴτε ὄχι εἶναι τό ἴδιο γι᾽ αὐτούς πράγμα.Προσκολλημένοι αὐτοί στήν πορεία τῆς ζωῆς τους, ῾στρείδια᾽ πάνω στή γῆ, ἔχουν χάσει κάθε πνευματικό ἐνδιαφέρον, κάθε ἀνησυχία πού ξεπερνᾶ τήν ὁριζόντια διάσταση τῆς ζωῆς τους. ῎Ετσι ζοῦν ὡς ῾ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ᾽, μοιάζοντας μέ τό πρῶτο ἐκεῖνο ἔδαφος τῆς παραβολῆς τοῦ σπορέως, πού ἐνῶ σπείρεται ἀπό τόν γεωργό, ἐκεῖνο, πατημένο καί σκληρυμένο, δέν μπορεῖ νά φυτρώσει καί νά καρποφορήσει τίποτε. Γι᾽ αὐτό καί ῾τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατατρώγουν τόν σπόρο᾽ (Πρβλ. Λουκ. 8, 5).
῾Η ἑορτή τῶν Χριστουγέννων θεωρεῖται ὡς εὐκαιρία ὄχι πρωτίστως ἀνανήψεως πνευματικῆς, ἀλλά ἀγορᾶς ὑλικῶν ἀγαθῶν - ἐνδυμάτων, στολιδιῶν, παιχνιδιῶν, φαγητῶν. Τό γεγονός μάλιστα τῆς καταστρατήγησης τῆς πρό τῶν Χριστουγέννων Κυριακῆς ἀργίας (ἐσχάτως δυστυχῶς καί πολλῶν ἄλλων Κυριακῶν), μέ τά μαγαζιά ἀνοικτά καί τόν κόσμο νά ψωνίζει, ἀποτελεῖ ἐπιβεβαίωση τῆς θλιβερῆς αὐτῆς πραγματικότητας. ῎Αραγε ἡ εἰκόνα αὐτή δέν φανερώνει ὅτι τό ὑλικό στοιχεῖο γιά πολλούς Χριστιανούς ἔχει τήν προτεραιότητα στή ζωή τους; ῎Εχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι καί ὁ τρόπος αὐτός προσέγγισης δέν διαφέρει οὐσιωδῶς ἀπό τόν πρῶτο.
Τά Χριστούγεννα ἐκλαμβάνονται ὡς ἑορτή πού θά ῾σπάσει᾽ καταρχάς τή ρουτίνα τῆς ζωῆς· θά δώσει μιά εὐκαιρία νά κάνουμε καί μιά καλή πράξη· νά θυμηθοῦμε ἴσως ὅτι ὑπάρχουν καί πονεμένοι συνάνθρωποί μας. Μπορεῖ καί νά κλάψει κάποιος. Πολλοί μάλιστα, δέν ἀποκλείεται, νά θυμηθοῦν τά παιδικά τους χρόνια μέ τά δῶρα τ᾽ ῞Αη Βασίλη.
Εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ συναισθηματική προσέγγιση τῆς ἑορτῆς εἶναι πολύ καλύτερη ἀπό τίς δύο προηγούμενες. Διότι δείχνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος διατηρεῖ πολλά καί καλά στοιχεῖα μέσα του. ῞Ομως εἶναι μιά προσέγγιση φτωχή καί ἐπιφανειακή. ᾽Εξαντλεῖ τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ σ᾽ ἕνα ἐπίπεδο μόνο ὡραίων ἀναμνήσεων καί μερικῶν καλῶν πράξεων, ἐνῶ περικλείει τόν κίνδυνο νά νομίσει ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι δικαιωμένος ἔτσι στά μάτια τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη προσοχή μή μείνει κανείς μόνο σ᾽ αὐτήν.
Γιά τούς πραγματικά πιστούς, Χριστούγεννα σημαίνουν συνάντηση μέ τόν Χριστό. Καί ἡ συνάντηση αὐτή πραγματοποιεῖται μέσα στόν χῶρο τῆς ἀποκάλυψής Του, τήν ᾽Εκκλησία.Στήν ᾽Εκκλησία ὁ πιστός θά νιώσει ἀληθινά στήν καρδιά του τό φτερούγισμα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, πού τόν καλεῖ νά σαρκώσει μέσα του τόν ἴδιο τόν Χριστό,κατεξοχήν μέ τή συμμετοχή του στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Κι αὐτό σημαίνει: Χριστούγεννα ζοῦν ἐκεῖνοι πού κάνουν τήν καρδιά τους φάτνη Χριστοῦ· πού δίνουν τήν ψυχή καί τό σῶμα τους γιά νά γίνουν ῾τόπος ἐν τῷ καταλύματι ᾽Εκείνου᾽ (Λουκ. 2,7).
῾Υπάρχει ὅμως κι ἐδῶ ὁ κίνδυνος: νά πιστέψει κανείς ὅτι ἀρκεῖ καί μόνον νά ἔλθει στήν ᾽Εκκλησία καί νά κοινωνήσει τῶν ᾽Αχράντων Μυστηρίων, γιά νά γιορτάσει ἀληθινά Χριστούγεννα. Κι εἶναι κίνδυνος, γιατί τά μυστήρια τῆς πίστης μας, καί μάλιστα ἡ Θεία Εὐχαριστία,δέν ἐπενεργοῦν κατά τρόπο μαγικό στόν ἄνθρωπο. ᾽Απαιτοῦν ταυτοχρόνως κατάλληλη προετοιμασία, δηλαδή μετάνοια, πίστη, ἄσκηση, τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.Διαφορετικά, τά ἴδια τά μυστήρια πού φέρνουν σωτηρία στόν πιστό καί ἐν μετανοίᾳ προσερχόμενο, γίνονται ἀφορμή καταδίκης καί κατάκρισης στόν ἀμετανοήτως προσερχόμενο. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ᾽Εκκλησία μᾶς προτρέπει, στηριγμένη στόν θεόπνευστο λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Βλ. Α´ Κορ. 11, 28), νά δοκιμάζουμε τόν ἑαυτό μας, νά τόν ἐξετάζουμε δηλαδή καί νά τόν ἐλέγχουμε μέ μετάνοια, κι ἔπειτα νά προσερχόμαστε στό ἅγιο Ποτήριο. Γιά νά μή γίνει ἡ θεία Κοινωνία καί γιά μᾶς ῾εἰς κρίμα ἤ εἰς κατάκριμα᾽.
Κι ἐκεῖνο πού θά ἀποκαλύπτει κατά πόσο σωστά ἔχουμε προετοιμαστεῖ κι ἄν ἀληθινά ἐπέδρασε ἡ χάρη τῶν μυστηρίων πάνω μας, θά ᾽ναι ἡ γνησιότητα τῆς ἀγάπης μας πρός τόν συνάνθρωπό μας. ῞Οσο πιό πολύ θά ἀγαπᾶμε τόν συνάνθρωπό μας καί θά τόν θεωροῦμε ἐν ταπεινώσει ἀνώτερό μας, τόσο καί πιό αὐθεντικά θά μποροῦμε νά κατανοοῦμε τή χάρη πού μᾶς ἔχει προσφέρει ὁ Θεός.
῎Ας κρίνουμε λοιπόν τόν ἑαυτό μας κι ἐμεῖς, ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, σέ ποιά ἀπό τίς τέσσερις κατηγορίες προσέγγισης ἀνήκουμε. ῎Ας ἀπορρίψουμε τούς τρεῖς πρώτους. Κι ἄς ἀκολουθήσουμε τόν τέταρτο. Θά ᾽ναι μιά μοναδική εὐκαιρία νά ἀνανεώσουμε τή σχέση μας μέ τόν Θεό. Νά ζήσουμε ἀληθινά Χριστούγεννα. Κι ὄχι μόνο γιά τίς συγκεκριμένες ἑορταστικές ἡμέρες, ἀλλά καί γιά πάντα.